Όσο η επιστήμη μαθαίνει περισσότερο για την COVID-19 και τον μυστηριώδη νέο κορονοϊό, γίνεται ολοένα και πιο ξεκάθαρο ότι ορισμένα συμπτώματα προκαλούν περισσότερα προβλήματα στην πορεία της ασθένειας κάποιου.
Μία πρόσφατη μελέτη, η οποία δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί σε επιστημονικό περιοδικό, αλλά αναρτήθηκε ως προδημοσίευση στην πλατφόρμα medrxiv, έδειξε ότι δύο σοβαρά συμπτώματα της COVID-19 μπορεί να υποδηλώνουν υψηλότερες πιθανότητες νοσηλείας μεταξύ εκείνων με μακροχρόνιες επιπτώσεις της νόσου. Με μια πρώτη ματιά, μπορεί να μην φαίνονται χειρότερα από άλλα συμπτώματα, αλλά στατιστικά εκείνοι που τα εκδηλώνουν έχουν περισσότερες πιθανότητες να χρειαστούν εισαγωγή σε νοσοκομείο.
Η ερευνητική ομάδα πίσω από τη μελέτη συνέλεξε δεδομένα από περισσότερους από 4.100 ασθενείς με COVID-19 και διαπίστωσε ότι περίπου το 13% εξ αυτών την λεγόμενη “μακρά COVID-19”, δηλαδή παρατεταμένα συμπτώματα που διήρκεσαν τουλάχιστον 28 ημέρες. Επιπλέον 1 στους 20 ασθενείς ήταν άρρωστος για πάνω από δύο μήνες και 1 στους 50 ήταν άρρωστος για πάνω από τέσσερις μήνες.
Μεταξύ αυτών των παρατεταμένων περιπτώσεων, οι ασθενείς που παρουσίασαν πέντε ή περισσότερα συμπτώματα κατά τη διάρκεια της πρώτης εβδομάδας είχαν περισσότερες πιθανότητες να αποτελέσουν ασθενείς με “μακρά COVID-19”.
Αλλά ακόμη και μεταξύ των ασθενών με “μακρά COVID-19”, δύο συμπτώματα ξεχώρισαν ως πρώτοι προγνωστικοί παράγοντες επιπλοκών, οι οποίες τελικά οδήγησαν αυτούς τους ασθενείς στο νοσοκομείο με στατιστικά πολύ αυξημένη συχνότητα.
Αυτό σημαίνει ότι μεταξύ των ατόμων που υπέφεραν περισσότερο από τον κορονοϊό, εκείνα με αυτά τα δύο σοβαρά συμπτώματα COVID ήταν μεταξύ των πιο βαριών περιστατικών.
Αν και οι ερευνητές επισημαίνουν ότι τα ευρήματά τους πρέπει να ΜΗΝ γενικευθούν και υπογράμμισαν τους περιορισμούς της (ιδίως ότι τα άτομα της μελέτης ήταν κυρίως γυναίκες, κάτω των 70 ετών και τα στοιχεία βασίστηκαν σε αυτοαναφορές των ίδιων των συμμετεχόντων), εντούτοις θα μπορούσε να βοηθήσει τους γιατρούς να εντοπίζουν νωρίτερα τα πιο σοβαρά περιστατικά COVID-19.