«Θηλυκή συμμορία» αρπάζει Prada και διαμάντια: Οι πλέον καταζητούμενες γυναίκες της Αττικής
3 years, 11 months ago
6

Κυκλοφορούν με γούνες και ψηλοτάκουνα, εισβάλλουν σε σπίτια και κλέβουν θησαυρούς χωρίς να διστάσουν ακόμη και να χτυπήσουν τα ηλικιωμένα θύματά τους

Είναι ψηλέςεντυπωσιακέςαεράτες και με μεγάλη πειθώ. Κυκλοφορούν στο κέντρο της Αθήνας με γούνες και ψηλοτάκουνες γόβες, επιτίθενται σε ηλικιωμένες γυναίκες, εισβάλλουν σε σπίτια και αρπάζουν θησαυρούς.

Πρόκειται για μια θηλυκή συμμορία χρυσοδάκτυλων που τα τελευταία δύο χρόνια έχει πραγματοποιήσει πολλαπλά χτυπήματα και έχει βγάλει χιλιάδες ευρώ σε μετρητά και κοσμήματα. Οι λησταρχίνες είναι πλέον καταζητούμενες, καθώς η παρατηρητικότητα και η εμπειρία ενός αξιωματικού της Ασφάλειας Εξαρχείων ήταν η αιτία να ταυτοποιηθούν και να έχουν πλέον την Αστυνομία στο κατόπι τους. Η πρώτη επίθεση της συμμορίας των τριών γυναικών κατεγράφη στις 22 Δεκεμβρίου του 2018, όταν εισέβαλαν σε διαμέρισμα ηλικιωμένων του Κέντρου και άρπαξαν από διαμαντένια σκουλαρίκιαδιαμαντένιους σταυρούς και μαργαριταρένια κολιέ μέχρι γόβες Prada αξίας 500 ευρώ και σπάνιες συλλογές αμερικανικών και ελληνικών νομισμάτων.

Εκτοτε οι περιγραφές των τριών γυναικών, που άλλοτε εμφανίζονται ως ομάδα και άλλοτε χωριστά, έχουν αποτυπωθεί σε πολλές καταγγελίες, ενώ ιδιαίτερο χαρακτηριστικό τους είναι ότι σε κάθε επίθεση εφαρμόζουν διαφορετικό modus operandi για να ξεγελούν τα θύματά τους. Το «protothema.gr» παρουσιάζει αναφορές από ενημερωτικά σημειώματα των Αρχών αλλά και φωτογραφικό υλικό που κατέγραψαν κάμερες και κινητά.

Επικινδυνες!

Τα δύο τελευταία χρόνια οι «λησταρχίνες της Αθήνας» καταφέρνουν να χτυπούν και να εξαφανίζονται. Οι αναλυτές της Ασφάλειας όσο και αν έψαχναν δεν μπορούσαν να βγάλουν άκρη για το ποια είναι αυτή η συμμορία με το άρωμα γυναίκας. Ηξεραν μόνο ότι είναι Ελληνίδες ή ότι μιλούσαν τέλεια ελληνικά, είχαν άνεση κινήσεων και λόγου και ήταν ιδιαίτερα αποφασισμένες και επικίνδυνες. Ολα αυτά όμως μέχρι πριν από περίπου δύο μήνες, όταν ένας αξιωματικός της Ασφάλειας Εξαρχείων έπεσε πάνω τους ερευνώντας μια υπόθεση. Ο έμπειρος αστυνομικός, λοιπόν, συνδυάζοντας στοιχεία κατάφερε να ταυτοποιήσει την αρχηγό της θηλυκής συμμορίας. Οπως προέκυψε, πρόκειται για μια γυναίκα γεννημένη το 1985 στην Αθήνα, «επαγγελματία απατεώνισσα», που είχε συλληφθεί κι άλλες φορές για διάφορες υποθέσεις που έχουν να κάνουν με αρπαγές και απάτες. Είναι χαρακτηριστικό ότι φωτογραφίες από τη Σήμανση της 35χρονης Βασιλικής παρουσιάστηκαν στα θύματά της και αναγνωρίστηκε ως η γυναίκα που είχε το γενικό πρόσταγμα στις επιθέσεις.

Δίπλα στην αρχηγό υπάρχουν δύο ακόμη γυναίκες ίδιας ηλικίας, χωρίς όμως παρελθόν. Είναι «καθαρές» και προφανώς στρατολογήθηκαν από την αρχηγό. Σύμφωνα με τη δικογραφία, «από τον Δεκέμβριο του 2018, στην υπηρεσία μας περιέρχονταν καταγγελίες πολιτών που αφορούσαν τη δράση μιας ομάδας αποτελούμενης από τρεις άγνωστες γυναίκες οι οποίες διέπρατταν ληστείες και κλοπές. Συγκεκριμένα, ενώθηκαν μεταξύ τους με σκοπό τη διάπραξη των αδικημάτων, συνέστησαν ομάδα-εγκληματική οργάνωση με διαρκή και δομημένη δράση. Ενεργώντας από κοινού, εντόπιζαν ηλικιωμένα άτομα και είτε με προφάσεις, είτε με τη βία εισέρχονταν οι δύο εξ αυτών στα διαμερίσματα των θυμάτων, ενώ η τρίτη ακολουθούσε μπαίνοντας κρυφά και όσο οι δύο πρώτες απασχολούσαν τα θύματα, η άλλη ερευνούσε συρτάρια και ντουλάπια αφαιρώντας χρήματα και κοσμήματα».

Τα χτυπήματα

Οι αστυνομικοί της Ασφάλειας έχουν συγκεντρώσει όλες τις επιθέσεις που έκανε η θηλυκή συμμορία. Σύμφωνα με το διαβιβαστικό, η πρώτη έγινε ακριβώς πριν από δύο χρόνια. «Ο 88χρονος κάτοικος Αθηνών κατέθεσε ενόρκως ότι στις 22.12.2018 και ώρα 1.30 ενώ ήταν με τη σύζυγό του και έμπαιναν στο διαμέρισμά τους στον 1ο όροφο, την ώρα που ξεκλείδωναν, εμφανίστηκαν δύο άγνωστες γυναίκες και του ζήτησαν να μπουν μέσα στο σπίτι για να πιει η μία λίγο νερό επειδή ζαλιζόταν. Αφού μπήκαν μαζί στο διαμέρισμα, τους έδωσαν νερό κι αυτές τους απασχολούσαν μιλώντας τους περί τα πέντε λεπτά. Στη συνέχεια έφυγαν αφού τους ευχαρίστησαν. Τρεις ώρες αργότερα, όταν επέστρεψε από τη δουλειά η κόρη τους, διαπίστωσε ότι ήταν ψαγμένη η ντουλάπα στο δωμάτιό της και από ένα κουτί τής είχαν αφαιρέσει τα κοσμήματά της. Συγκεκριμένα, δύο ζεύγη διαμαντένια σκουλαρίκια, έναν διαμαντένιο σταυρό με αλυσίδα από λευκόχρυσο, έναν χρυσό σταυρό με την αλυσίδα του, δύο μαργαριταρένια κολιέ, ένα περιδέραιο σετ με δύο σκουλαρίκια από λευκόχρυσο, ένα ζεύγος σκουλαρίκια με διαμάντια, διάφορα χρυσά μικροκοσμήματα, μια συλλογή από αμερικανικά και ελληνικά νομίσματα καθώς και ένα ζευγάρι μαύρες γόβες Prada, αξίας 500 ευρώ».

Από το σύνολο των επιθέσεων ήταν συγκεκριμένες αυτές που κέντρισαν το ενδιαφέρον των αξιωματικών της Ασφάλειας που ερευνούσαν την υπόθεση, όπως αυτή που κατεγράφη τον Νοέμβριο του 2019. Η καταγγελία που έκανε το θύμα και αναφέρεται στο διαβιβαστικό αναφέρει τα εξής: «Γύρω στις 12.30 το μεσημέρι, ενώ επέστρεφε από τη λαϊκή αγορά κρατώντας ψώνια και βγήκε από το ασανσέρ, τη στιγμή που ξεκλείδωνε την πόρτα του διαμερίσματος, εμφανίστηκαν από τις σκάλες δύο γυναίκες ξανθιές, ηλικίας περίπου 35 χρόνων, και ξαφνικά την έσπρωξαν βίαια, με αποτέλεσμα να πέσει με το πρόσωπο στο πάτωμα και αυτές να περάσουν από πάνω της και να μπουν στο διαμέρισμα. Τότε η μια άρχισε να ψάχνει τους χώρους του σπιτιού, ενώ η άλλη πήρε από την κουζίνα ένα ποτήρι νερό, έριξε μέσα ένα χάπι και της είπε “πιες για να συνέλθεις”. Η παθούσα πεσμένη στο πάτωμα σκέφτηκε ότι ήθελαν να της δώσουν υπνωτικό και με το χέρι χτύπησε το ποτήρι και το πέταξε κάτω. Μετά από 10-15 λεπτά αυτές οι γυναίκες έφυγαν και μόνη της κατάφερε σιγά-σιγά να σηκωθεί. Πήγε στην κρεβατοκάμαρα και διαπίστωσε ότι είχαν ερευνήσει τα ντουλάπια και τα συρτάρια και αφαίρεσαν χρυσά κοσμήματα, όπως καρφίτσα με τρεις λίρες, ένα χρυσό ρολόι γυναικείο με διαμαντάκια, ένα ολόχρυσο βραχιόλι, πολλές χρυσές αλυσίδες και βραχιόλια αξίας 40.000 ευρώ. Επίσης, αφαίρεσαν και 8.000 ευρώ σε μετρητά που είχε στην ντουλάπα. Μάλιστα, οι γυναίκες είχαν βάλει σακούλες στα χέρια για να μην αφήσουν αποτυπώματα».

Λίγους μήνες αργότερα, ένας 27χρονος δικηγόρος κατέθεσε στην Ασφάλεια την επίθεση που δέχτηκε στο διαμέρισμά της η γιαγιά του. Συγκεκριμένα, «ήταν περίπου 13.00 όταν μια άγνωστη γυναίκα με το πρόσχημα ότι ήταν γειτόνισσα της γιαγιάς του χτύπησε το κουδούνι και με το πρόσχημα ότι είναι γειτόνισσα και θα χαιρόταν πολύ να πιει ένα καφεδάκι με τις δύο ηλικιωμένες γυναίκες μπήκε μέσα. Η γιαγιά του δικηγόρου μαζί με την 72χρονη αδερφή της που μένουν μαζί είπαν με χαρά σε αυτή την άγνωστη γυναίκα να κάτσει για παρεούλα. Τότε άρχισε να χτυπάει το κινητό της τηλέφωνο και αυτή είπε ότι είναι η μητέρα της από την Κρήτη. Επίσης είπε ότι εκεί κοντά βρισκόταν και η αδερφή της, οπότε οι ηλικιωμένες γυναίκες προσκάλεσαν και την αδερφή της άγνωστης για καφέ. Πράγματι, σε λίγα λεπτά ήρθε και μια άλλη άγνωστη γυναίκα και η γιαγιά πήγε στην κουζίνα να ψήσει καφέδες. Μετά από μια ώρα αφού ήπιαν τον καφέ τους έφυγαν και οι δύο. Οταν η 72χρονη πήγε στην κρεβατοκάμαρα της, την είδε αναστατωμένη και κατάλαβε ότι είχαν κλαπεί πράγματα και συγκεκριμένα χρυσά κοσμήματα αξίας 7.000-8.000 ευρώ. Από την εξερεύνηση του χώρου που διενήργησε η Σήμανση βρέθηκε δακτυλικό αποτύπωμα στην εσωτερική επιφάνεια φύλλου της ντουλάπας της κρεβατοκάμαρας το οποίο, όπως διαπιστώθηκε, ανήκει στην 35χρονη καταζητούμενη Βασιλική».

Οπως αναφέρεται στη δικογραφία, τον περασμένο Ιούλιο οι λησταρχίνες προσπάθησαν να διαρρήξουν το διαμέρισμα μιας ηλικιωμένης γυναίκας που έμενε στον 6ο όροφο πολυκατοικίας στην οδό Σόλωνος. Εγιναν όμως αντιληπτές από τη διαχειρίστρια της πολυκατοικίας, η οποία κατέβηκε γρήγορα, κλείδωσε την κεντρική είσοδο και κάλεσε την Αστυνομία. Τα μέλη της θηλυκής συμμορίας κατάλαβαν τι είχε συμβεί, κατέβηκαν κάτω και προσπάθησαν να παραβιάσουν την πόρτα, αλλά ήταν εγκλωβισμένα. Παρ’ όλα αυτά, στάθηκαν τυχερές, καθώς κυριολεκτικά την τελευταία στιγμή προτού φτάσει η Αστυνομία ένας ένοικος ξεκλείδωσε την πόρτα για να μπει κι αυτές βρήκαν την ευκαιρία να ξεγλιστρήσουν και να εξαφανιστούν τρέχοντας. Ωστόσο η διαχειρίστρια, σε ρόλο ντετέκτιβ, κατάφερε να τις φωτογραφίσει με το κινητό της και να παραδώσει τα πρόσωπά τους στο Τμήμα Ασφαλείας Εξαρχείων. Αυτή ήταν και η αρχή του τέλους για τις καταζητούμενες γυναίκες-αράχνες του κέντρου της Αθήνας.