Το κουβάρι της δράσης του υπαλλήλου άρχισε να ξετυλίγεται όταν η ανήλικη έστειλε email σε ψυχολόγο της Πάφου στο οποίο, αφού ανέφερε ότι είναι 13 ετών, υπογράμμιζε ότι «βρίσκεται σε απόγνωση και η ζωή της έγινε κόλαση». Και αυτό γιατί άγνωστος προς αυτήν χρήστης του διαδικτύου, με τον οποίο συνομιλούσε μέσω SMS και messenger, «την έπεισε να του αποστείλει γυμνές της φωτογραφίες, με αποτέλεσμα να αρχίσει να την απειλεί συνεχώς για δημοσίευση των φωτογραφιών της στο διαδίκτυο αν δεν συνέχιζε να του αποστέλλει φωτογραφίες».
Η ψυχολόγος ενημέρωσε την υπηρεσία καταπολέμησης ηλεκτρονικού εγκλήματος της Κύπρου η οποία εντόπισε τα ηλεκτρονικά ίχνη (ip address) του αποστολέα. Αμέσως, το δικαστήριο της Λευκωσίας έδωσε την άδεια να αποκαλυφθούν τα τηλεπικοινωνιακά δεδομένα του αποστολέα του email και έτσι εντοπίστηκε η 13χρόνη. Μαζί με την μητέρα της η ανήλικη πήγε στην Κυπριακή Αστυνομία και κατάθεσε ότι το 2008 άρχισε να συνομιλεί μέσω email με άγνωστο χρήστη του διαδικτύου και είχαν συχνές συνομιλίες.
Εκείνος την έπεισε και του έστειλε γυμνές φωτογραφίες της και βίντεο που απεικόνιζαν την ίδια γυμνή στο δωμάτιο της και σε άλλους χώρους της πατρικής οικίας της να αυνανίζεται γυμνή. Αμέσως μετά άρχισε να την απειλεί ότι εάν δεν του έστελνε και άλλες γυμνές φωτογραφίες και βίντεο θα δημοσιοποιήσει αυτές που έχει ήδη στο διαδίκτυο. Η 13χρόνη υπέκυπτε στους εκβιασμούς του και συνέχισε να στέλνει βίντεο, κ.λπ.
Αμέσως ο υπολογιστής της μαθήτρια πήγε στην Κυπριακή υπηρεσία καταπολέμησης ηλεκτρονικού εγκλήματος και ο αποστολέας των εκβιαστικών μηνυμάτων εντοπίστηκε στην Ελλάδα, σε νησί της Δωδεκανήσου. Από τις Κυπριακές εισαγγελικές αρχές εκδόθηκε Ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης με τι οποίο ζητούσαν από την Εισαγγελία Εφετών Δωδεκανήσου την σύλληψή του και την παράδοσή του στις Κυπριακές αρχές, προκειμένου να δικαστεί για παραβίαση 10 αδικημάτων της Κυπριακής νομοθεσίας περί παιδικής πορνογραφίας (σεξουαλική εκμετάλλευση παιδιού, παραγωγή, κατοχή, διαβίβαση και προαγωγή παιδικής πορνογραφίας, κ.λπ.).
Παράλληλα, από τις αρχές της Μεγαλονήσου διαβιβάστηκε στις Ελληνικές αρχές αίτημα δικαστικής συνδρομής για τον εντοπισμό του δράστη. Τον 2009 έγινε έρευνα στο σπίτι του παρουσία της γυναίκας του και κατασχέθηκαν 14 τεκμήρια και το αυτοκίνητό του, στο οποίο βρέθηκε κινητό τηλέφωνο που περίεχε πορνογραφικό υλικό ανηλίκων. Μεταξύ των άλλων, κατασχέθηκαν ο υπολογιστής του, 55 αρχεία με βίντεο και εικόνες που περιείχαν παιδικό πορνογραφικό υλικό, φωτογραφική μηχανή, κάμερα, 45 βιντεοκασέτες, 22 ψηφιακοί δίσκοι, κ.λπ., τα οποία στάλθηκαν για έρευνα στην υπηρεσία του ηλεκτρονικού εγκλήματος της ΕΛ.ΑΣ. Όπως διαπιστώθηκε, χρησιμοποιούσε δύο κωδικούς το «kostas» και το «Inge», ενώ στο διαδίκτυο είχε 22 ηλεκτρονικές διευθύνσεις.
Στην συνέχεια, κλήθηκε η μητέρα της ανήλικης και είδε τα αρχεία τα οποία κατασχέθηκαν. Πράγματι, εντόπισε ότι μέσα στα βίντεο και της φωτογραφίες ήταν και η κόρης της. Ο δράστης υποστήριξε ότι κατά λάθος εγκαταστάθηκε στον υπολογιστή του το παιδικό πορνογραφικό υλικό, καθώς συμμετείχε στο διαδικτυακό παιχνίδι «TRANIAN» στο οποίο απαιτούνται 60 λογαριασμοί και κάποιος άλλος παίκτης χρησιμοποίησε, εν αγνοία του την ηλεκτρονική διεύθυνσή του και επικοινωνούσε με την 13χρόνη.
Το Συμβούλιο Εφετών Δωδεκανήσου σε εκτέλεση του Ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης, αποφάνθηκε ότι ο δράστης πρέπει πρώτα να δικαστεί στην Ελλάδα για τα αδικήματα της σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών, της παιδικής πορνογραφίας, κ.λπ. και αφού εκτίσει στην χώρα μας τις ποινές που πιθανά θα του επιβληθούν, τότε θα γίνει η μεταγωγή του στην Κύπρο για να δικαστεί για τα αδικήματα που του αποδίδονται εκεί.
Το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο της Ρόδου τον έκρινε ένοχο γιατί από τον Οκτώβριο του 2008 έως τον Ιούλιο του 2009 προμηθευτικέ και κατείχε στον υπολογιστή του διαδικτυακό υλικό πορνογραφίας ανηλίκων, πράξη την οποία τελούσε κατά συνήθεια. Τελικά, «έπεσε στα μαλακά», καθώς καταδικάστηκε με αμετάκλητη απόφαση σε φυλάκιση 5 ετών, με αναστολή, ενώ αθωώθηκε ομόφωνα, λόγω παραγραφής, από το αδίκημα της προμήθεια πορνογραφικού υλικού της 13χρόνης.
Μετά την σύλληψή του, το πειθαρχικό συμβούλιο του υπουργείου Παιδείας του επέβαλε την πειθαρχική ποινή της οριστικής απόλυσης, αποδίδοντάς του τα αδικήματα της παράβασης καθήκοντος κατά τον Ποινικό Κώδικα και της χαρακτηριστικής αναξιοπρεπούς και ανάξιας για δημόσιο υπάλληλο διαγωγή εκτός υπηρεσίας. Έτσι, το 2014 προσέφυγε στο ΣτΕ ζητώντας να ακυρωθεί η πειθαρχική απόφαση με την οποία τέθηκε σε οριστική παύση από τα δημοσιοϋπαλληλικά καθήκοντά του. Επτά χρόνια μετά, το Γ΄ Τμήμα του ΣτΕ απέρριψε την αίτηση ακύρωσής του, κρίνοντας προσήκουσα την πειθαρχική ποινή που του επιβλήθηκε. Και αυτό, γιατί σύμφωνα με τους συμβούλους Επικρατείας, «κατείχε υλικό παιδικής πορνογραφίας (βίντεο και φωτογραφίες) που απεικόνιζαν ανήλικες γυμνές ή με αδαμιαία περιβολή, το οποίο είχε αποθηκεύσει σε ψηφιακούς δίσκους».