Συγκλονίζει η περιγραφή της γυναίκας που γατζώθηκε από το καπό του αυτοκινήτου στο Μενίδι. Η γυναίκα έπεσε θύμα ληστείας από τέσσερις άντρες στη λεωφόρο Καραμανλή, οι οποίοι την παρακολουθούσαν για αρκετή ώρα.
Έχοντας επισκεφθεί ένα υποκατάστημα τράπεζας, κουβαλούσε στην τσάντα της ένα σεβαστό χρηματικό ποσό. Όταν έφτασε στο Μενίδι, οι δράστες την τράκαραν με το αυτοκίνητό τους έτσι ώστε να την αναγκάσουν να βγει από το όχημά της.
Στη συνέχεια της επιτέθηκαν και άρπαξαν την τσάντα της. Αφού την έσπρωξαν μπροστά από το αυτοκίνητό τους εκείνη ασυναίσθητα ανέβηκε στο καπό.
Μιλώντας το πρωί της Δευτέρας (1/11) στον ΑΝΤ1, το θύμα περιέγραψε τι συνέβη και έκανε ειδική μνεία στα δραματικά λεπτά που βρισκόταν πάνω στο καπό.
Όπως είπε, σκοπός των δραστών ήταν να την πατήσουν και να τη σκοτώσουν.
Αναλυτικά οι δηλώσεις της: «Εγώ κινούμουν με το όχημα επί της λεωφόρου Καραμανλή στην περιοχή των Αχαρνών. Είχε πάρα πολύ κίνηση. Λόγω της κίνησης για να κόψω δρόμο έβγαλα το φλας για να στρίψω αριστερά σε ένα παράδρομο και με το που έβαλα φλας ήρθε ένα όχημα από πίσω μου και με τράκαρε. Κατέβηκα να δω τι έχει γίνει να δω τη ζημιά και κατευθείαν είδα να βγαίνει από τη θέση του συνοδηγού ένας γεροδεμένος Ρομά. Μου άνοιξε κατευθείαν την πόρτα του συνοδηγού με πέταξε μέσα άρπαξε την τσάντα μου».
Στη συνέχεια η γυναίκα πρόσθεσε: «Εγώ προσπάθησα να αντισταθώ με την τσάντα υπήρχε ένας διαπληκτισμός. Τελικά κατάφερε μπήκε μέσα στο όχημα του και εκείνη την ώρα έτσι όπως με έσπρωξε εγώ βρέθηκα μπροστά από το όχημα. Βάλανε κατευθείαν να ξεκινήσουνε και προκειμένου να μη με πατήσουνε. Αυτός ήταν ο σκοπός τους, να με πατήσουν και να με σκοτώσουν. Εγώ τελείως ασυναίσθητα πάτησα επάνω στο καπό. Έκαναν ελιγμούς πατούσαν γκάζι φρένο προκειμένου να με πιέσουν να με αναγκάσουν να πέσω από το όχημα και να με πατήσουνε. Μετά από πολύ ώρα γιατί ήμουνα επάνω κρατιόμουν πάρα πολύ ώρα το καταλάβαινα πήγαιναν πολύ γρήγορα άκουγα φωνές γύρω μου «τι κάνει ο τρελός» «σταματήστε τους» με την άκρη του ματιού μου είδα κάποιος να πλησιάζουν αλλά δυστυχώς δεν μπορούσε κανείς να τους σταματήσει».