Η πορνογραφία είναι εδώ και αρκετές δεκαετίες μια σημαντική βιομηχανία. Ούτως ή άλλως, από την τυπογραφία και μετά η εξέλιξη στα μέσα επικοινωνίας ήταν ταυτόχρονα και μια νέα δυνατότητα αναπαραγωγής πορνογραφικού υλικού.
Στη «χρυσή εποχή» της πορνογραφίας, κυρίως στη δεκαετία του 1970, είχε κυριαρχήσει η λογική των σχετικά μεγάλων κινηματογραφικών παραγωγών και των περιοδικών μαζικής κυκλοφορίας όπως το Hustler και το Playboy, που εκτός όλων των άλλων εκμεταλλεύτηκαν και ένα κλίμα όπου η κατανάλωση πορνογραφίας αποκτούσε σταδιακά λιγότερο «στιγματισμένο» χαρακτήρα.
Ο ερχομός του βίντεο και του dvd θα τροποποιήσει την αισθητική της πορνογραφίας, κυρίως με την εγκατάλειψη της ανάγκης για «υπόθεση» και τη μετατροπή των ταινιών σε συρραφές ερωτικών σκηνών, ενώ θα μειώσει το κόστος παραγωγής. Ωστόσο, θα επιτρέψει σε μεγάλες εταιρείες να έχουν σημαντικά κέρδη.
Η αρχική επέκταση του διαδικτύου θα μοιάζει περισσότερο με μια μεταφορά του μοντέλου των περιοδικών και των ταινιών στο διαδίκτυο, με τις περισσότερες ιστοσελίδες κυρίως να απαιτούν πληρωμή για την πρόσβαση στο κυρίως υλικό ή για την παραγγελία πορνογραφικού υλικού.
Όμως, ο ερχομός του Web 2.0 στη δεκαετία του 2000 θα αλλάξει τα δεδομένα. Πλέον θα κυριαρχήσουν οι ιστοσελίδες που θα έχουν αρχιτεκτονική aggregator, δηλαδή θα συλλέγουν και θα αναπαράγουν περιεχόμενο, λίγο πολύ αυτό που έκανε στη μουσική το youtube.
Μάλιστα, επειδή σε μεγάλο βαθμό οι ιστοσελίδες “sextube” θα περιλαμβάνουν υλικό «πειρατικό», δηλαδή προερχόμενο από τις ταινίες ή τα dvd της βιομηχανίας της πορνογραφίας, η τελευταία θα έχει έως και μια υποχώρηση των εσόδων της στις αρχές της δεκαετίας του 2000.
Οι ιστοσελίδες με δομή “sextube” κυρίως θα γεννούν εισόδημα με τη μεγάλη κίνηση που είχαν και το πώς αυτό επέτρεπε να έχουν διαφήμιση κυρίως από ιστοσελίδες περιεχομένου επί πληρωμή. Σταδιακά οι ίδιες εταιρείες που είχαν τις ιστοσελίδες – που είχαν τεράστια κίνηση – χρησιμοποιούσαν τις κεντρικές ιστοσελίδες τους με δωρεάν περιεχόμενο για να το κατευθύνουν προς τις δικές τους ιστοσελίδες με περιεχόμενο επί πληρωμή.
Από ένα σημείο και μετά όμως η δυνατότητά τους να αντλούν «πειρατικό» περιεχόμενο περιοριζόταν, πρώτα και κύρια επειδή οι εταιρείες στις οποίες αυτό ανήκε έκαναν παρεμβάσεις και ήγειραν αξιώσεις ως προς την κλοπή πνευματικής ιδιοκτησίας.
Η απάντηση σε αυτή την πρόκληση ήταν διττή. Εν μέρει βρέθηκε μια νέα ισορροπία με τις μεγάλες εταιρείες παραγωγής, που πλέον ήταν λιγότερο εταιρείες παραγωγής dvd και περισσότερο εταιρείες streaming και χρειάζονταν τις μεγάλες ιστοσελίδες τύπου aggregator για να μπορούν να διαφημίζονται. Η ισορροπία ήταν κυρίως να μπορούν οι δωρεάν ιστοσελίδες να παίρνουν υλικό και ταυτόχρονα να διαφημίζονται οι ταινίες.
Η άλλη λύση, όπως και σε μεγάλο μέρος του διαδικτύου ήταν το user generated content, κοντολογίς τα «ερασιτεχνικά» βίντεο. Η βελτίωση της ταχύτητας των συνδέσεων από τα δεύτερο μισό της δεκαετίας του 2000 και η σταδιακή εύκολη πρόσβαση σε ψηφιακές συσκευές καταγραφής – φτηνές ψηφιακές κάμερες αρχικά και κάμερες κινητών τηλεφώνων αργότερα – σήμαινε ότι μπορούσαν εύκολα οι χρήστες να καταγράφουν τις προσωπικές στιγμές τους και στη συνέχεια να τις ανεβάζουν στις ιστοσελίδες του.
Για τις εταιρείες του διαδικτύου αυτό ήταν μια τεράστια επιχειρηματική δυνατότητα. Την ώρα που δυσκολεύονταν όλο και περισσότερο να βρουν «επαγγελματικό περιεχόμενο», έβρισκαν δωρεάν περιεχόμενο των ίδιων των χρηστών, άρα μπορούσαν να προσφέρουν διαρκώς περιεχόμενο χωρίς δικό τους κόστος.
Αυτό έδωσε τεράστια ώθηση και συνέβαλε στο να γίνουν πραγματικοί κολοσσοί του διαδικτύου οι εταιρείες της on line πορνογραφίας: αρκεί να σκεφτούμε την κίνηση που παράγουν οι ιστοσελίδες της MindGeek (pornhub, youporn, redtube), ή ο όμιλος που έχει το xvideos ή αυτός που έχει το xhamster, που δείχνουν την κλίμακα στην οποία το η πορνογραφία παραμένει σημαντικό μέρος του διαδικτύου.
Οι πολλαπλές παραλλαγές του «ερασιτεχνικού»
Οι λόγοι που ωθούν ανθρώπους να ανεβάσουν ερασιτεχνικό πορνογραφικό περιεχόμενο είναι ποικίλοι και συχνά έχουν να κάνουν με το ίδιο το αίσθημα ικανοποίησης από το να εκθέτουν αυτές τις πρακτικές.
Η ίδια η βιομηχανία της πορνογραφίας επιτείνει αυτή τη χρήση με το να προσφέρει στις δωρεάν ιστοσελίδες τύπου sextube και υπηρεσίες που θα μπορούσαν να περιγραφούν ως «κοινωνικής δικτύωσης». Οι χρήστες έχουν «προφίλ», μπορούν να ανταλλάσσουν μηνύματα ή να έχουν διάφορους βαθμούς «ιδιωτικότητας» ως προς τα βίντεο ή τις φωτογραφίες που ανεβάζουν. Από την αναζήτηση ερωτικών συντρόφων έως την προσφορά ερωτικών υπηρεσιών διάφοροι λόγοι δίνουν ιδιαίτερη βαρύτητα σε τέτοιες λειτουργίες (παρότι τα dating app παραμένουν κυρίαρχα).
Την ίδια στιγμή η δυνατότητα να ανεβάζει όποιος θέλει περιεχόμενο σήμαινε και ένα κύμα από υλικό που δεν είχε τη συναίνεση όλων των συμμετεχόντων, ή απεικόνιζε πρακτικές βίαιες ή κακοποιητικές, συμπεριλαμβανομένης και της συμμετοχής ανηλίκων.
Επισήμως, οι εταιρείες υποστήριζαν ότι είχαν μηχανισμούς ελέγχου αλλά τα στοιχεία δείχνουν ότι αυτοί σπανίως λειτουργούσαν πλήρως. Αυτό εξηγεί και τα κατά καιρούς κύματα κατακραυγής για το κακοποιητικό ή μη συναινετικό περιεχόμενο που ανέβαζαν.
Τα πράγματα έκανε χειρότερα η δυνατότητα εύκολης αναπαραγωγής αυτού του περιεχομένου, ιδίως από ιστοσελίδες που επέτρεπαν «κατέβασμα» και αναπαραγωγή. Οι χρήστες μπορεί να έφτιαχναν προφίλ όπου συχνά αναρτούσαν περιεχόμενο που ήδη κυκλοφορούσε, με υπαρκτό κίνδυνο βίαιο ή περιεχόμενο που είχε ανέβει χωρίς συναίνεση να αναπαράγεται διαρκώς.
Η εκδικητική ή μη συναινετική ανάρτηση πορνογραφικού υλικού διευκολύνθηκε σε μεγάλο βαθμό από τις δυνατότητες των νέων ιστοσελίδων.
Βέβαια, η αλήθεια είναι ότι ένας μεγάλος όγκος εκδικητικής πορνογραφίας κυρίως διοχετεύεται σε ιστοσελίδες που είναι συνδρομητικές και κυρίως εξειδικεύονται σε ερασιτεχνικό περιεχόμενο και διαφημίζουν ότι περιλαμβάνουν και φωτογραφίες ή βίντεο από «πρώην».
Σημειώνουμε εδώ ότι την ίδια στιγμή το γεγονός ότι το είδος πορνογραφίας που αφορά «πρώην» άρχισε να αποτελεί το ίδιο ένα πορνογραφικό genre διόγκωνε τη ζήτηση για τέτοιο υλικό.
Ούτως ή άλλως ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά της διαδικτυακής πορνογραφίας είναι ακριβώς ο τρόπος που ολοένα και περισσότερο προσφέρει εξειδικευμένα «είδη», τόσο ως κατηγορίες όσο – όσο περνούν τα χρόνια – και ως εξατομικευμένες παραμέτρους που προσδιορίζουν τα «προτεινόμενα» βίντεο στο χρήση με το που εισέρχεται σε κάποια από τις μεγάλες ιστοσελίδες.
Όμως, και οι μεγάλες ιστοσελίδες έχουν μεγάλο όγκο μη συναινετικού περιεχομένου. Μάλιστα, το πρόβλημα δεν περιοριζόταν απλώς σε αμιγώς πορνογραφικές ιστοσελίδες, καθώς στην ευρύτερη διακίνηση τέτοιου υλικού εμπλέκονται και οι μεγάλες ιστοσελίδες κοινωνικής δικτύωσης.
Ήταν αυτή η έκρηξη της δυνατότητας να ανεβαίνει τέτοιο υλικό που δημιούργησε σε αρκετές χώρες και την ανάγκη να υπάρξει νομοθετική ρύθμιση κυρίως ως προς τη δυνατότητα να μπορεί να κατέβει υλικό που ανέβηκε χωρίς τη συναίνεση του εικονιζόμενου προσώπου, ενώ παράλληλα υποχρέωσε αρχικά τις ιστοσελίδες κοινωνικής δικτύωσης (twitter, reddit, facebook) και μετά τις ίδιες τις πορνογραφικές ιστοσελίδες να εφαρμόσουν πολύ αυστηρότερους κανόνες και να διαγράψουν πολύ μεγάλο μέρος του υλικού εκδικητικής ή μη συναινετικής πορνογραφίας που είχαν, παρότι το πρόβλημα εξακολουθεί να υπάρχει.
Ας μην ξεχνάμε ότι η δημοφιλία των «ερασιτεχνικών» βίντεο προκύπτει και ως μια διαρκής ανάγκη της πορνογραφικής βιομηχανίας να προσφέρει την εμπειρία της «αυθεντικότητας», που άλλωστε είναι το σήμα κατατεθέν της πορνογραφίας, ήτοι η απεικόνιση «πραγματικής» σεξουαλικής δραστηριότητας που επεκτάθηκε στην ανάγκη για ακόμη πιο «αυθεντικό» υλικό από την κλασική πορνογραφία.
Όμως, το αποτέλεσμα είναι η διαμόρφωση ενός πεδίου όπου ουσιαστικά διευκολύνονται οι κακοποιητικές πρακτικές, η εκδικητική δημοσιοποίηση προσωπικών στιγμών και προφανώς όλο το τεράστιο προσωπικό κόστος (ψυχικό, κοινωνικό ή επαγγελματικό) που μπορούν να έχουν τέτοιες πρακτικές, συχνά και με τραγική κατάληξη, εάν αναλογιστούμε τις περιπτώσεις αυτοκτονίας. Και βέβαια, είναι μια πρακτική που αντανακλά βαθιά πατριαρχικές και σεξιστικές λογικές εάν αναλογιστούμε ότι παγκοσμίως τα θύματα εκδικητικής πορνογραφίας είναι κατά πλειοψηφία γυναίκες.
Μελέτες που έχουν γίνει σε ιστοσελίδες ρητά προσανατολισμένες στην εκδικητική πορνογραφία δείχνουν ότι η πλειοψηφία του υλικού που αναρτάται απεικονίζει γυναίκες και η πλειοψηφία των αρνητικών – σεξιστικών – σχολίων γίνεται από άντρες. Και βέβαια υπάρχουν στοιχεία που καταδεικνύουν ότι το revenge porn εντάσσεται σε μια συνολικότερη κακοποιητική κουλτούρα, αυτό που συνήθως περιγράφεται ως «κουλτούρα βιασμού» και την αναπαραγωγή σεξιστικών και ετεροκανονιστικών λογικών.
Είναι αλήθεια ότι η εκδικητική πορνογραφία και η επέκτασή της είναι ένα από τα επιχειρήματα όσων τοποθετούνται αρνητικά απέναντι στην πορνογραφία, είτε ζητώντας την απαγόρευση ή τον περιορισμό είτε προσπαθούν να επεκτείνουν τις τάσεις αποχής από αυτήν.
Την ίδια στιγμή όλες οι στατιστικές κατατείνουν στο ότι η κατανάλωση πορνογραφίας συνεχίζει να είναι εξαιρετικά διαδεδομένη, τα ποσοστά παρακολούθησης έχουν αυξηθεί, η εξέλιξη των φορητών ψηφιακών συσκευών όπως τα κινητά διευκολύνει ακόμη περισσότερο την πρόσβασης σε πορνογραφικό υλικό, η αύξηση της παρακολούθησης πορνογραφίας και από γυναίκες, η εμφάνιση νέων πλατφορμών που επιτρέπουν στους παραγωγούς πορνογραφικού υλικού να έχουν πιο άμεση είσπραξη πόρων (όπως π.χ. οι πλατφόρμες τύπου OnlyFans), δείχνουν ότι η λογική της απαγόρευσης της πορνογραφίας ή του «οριζόντιου» περιορισμού της μάλλον θα ήταν ατελέσφορη, πέραν των ζητημάτων που μπορούν να εγερθούν ως προς ζητήματα ελευθερίας της έκφρασης.
Άλλωστε, παρότι κατά καιρούς έχει υποστηριχθεί – συχνά και με ηθικολογικό τρόπο – η γενικά αρνητική επίπτωση της πορνογραφίας, αρκετοί υποστηρίζουν ότι το βασικό ζήτημα είναι μια πορνογραφία που να μην αναπαράγει στερεότυπα σεξιστικά και κακοποιητικές λογικές και πρακτικές.
Αυτό μετατοπίζει τη συζήτηση από τη γενική καταδίκη / απαγόρευση πολύ περισσότερο προς τις συνθήκες και το περιεχόμενο που παράγεται: είτε αυτές που αφορούν τα δικαιώματα και τις συνθήκες που αντιμετωπίζουν όσ@ εργάζονται στη βιομηχανία της πορνογραφίας, είτε αυτές που αφορούν την αναγκαία άμυνα απέναντι σε κακοποιητικές πρακτικές, την προστασία των θυμάτων και την προσπάθεια απαλλαγής από στερεότυπα και αντιλήψεις που προάγουν τον σεξισμό, την κακοποίηση και τη σεξουαλική βία. Ερωτήματα και ζητήματα πραγματικά επείγοντα.