Γυναικοκτονίες – Φταίει η πανδημία άραγε;
2 years, 11 months ago
6

Μας έπεσαν όλα μαζί, αυτό είναι μία πραγματικότητα. Μαζί με την πανδημία ξεκίνησε το ελληνικό #metoo κι εξάλλου, η εύκολη εξήγηση είναι πάντοτε η ψυχιατρικοποίηση του προβλήματος: Έχουμε πανδημία, άρα κατάθλιψη, άρα είμαστε βίαιοι. Είναι σα να λέμε πως οι δολοφόνοι, εν προκειμένω οι γυναικοκτόνοι, είναι ψυχικά ασθενείς. Πολλαπλώς στιγματιστικό αυτό για τους ασθενείς και, βεβαίως, ούτε εξηγεί, ούτε και λύνει το πρόβλημα.

Ο όρος “γυναικοκτονία” δεν είναι καινούριος. Εισήχθη το 1976, το δε πρόβλημα είναι παλιό όσο η ιστορία. Ο Δυτικός Κόσμος θεωρεί εδώ και μισό αιώνα πως η δολοφονία των γυναικών αποτελεί ειδικό έγκλημα για τον ποινικό κώδικα. Στον δε ποινικό κώδικα, ο όρος εισήχθει σταδιακά σε δεκάδες χώρες, κυρίως την δεκαετία του ‘90.  Η Ευρώπη αναγνωρίζει το έγκλημα, η Ελλάδα επιμένει να το αρνείται. Για την ακρίβεια, ο κ. Τσιάρας διαμήνυσε σε όλους τους τόνους πως δεν πρόκειται και δεν πρέπει να εισαχθεί ο όρος στον Ποινικό Κώδικα.

Οι αριθμοί έχουν το τεράστιο ταλέντο να γίνονται αφοπλιστικοί, όμως.  Εννιά στα δέκα θύματα είναι γυναίκες. Την τελευταία πενταετία, τουλάχιστον, οι άντρες που δολοφονήθηκαν από γυναίκες ήταν επίδοξοι βιαστές, όπως στην περίπτωση της Κορίνθου πριν μερικά χρόνια, ή κακοποιητικοί σύζυγοι- πατεράδες – ακόμη και πεθεροί. Όχι πως δικαιολογείται ή αλαφραίνει το έγκλημα, αλλά ας πούμε ότι η αυτοάμυνα μπαίνει κάπως στην εξίσωση.

Έτσι, εμπιστευόμενοι τους αριθμούς, είναι παραπάνω από προφανές ότι οι γυναίκες δολοφονούνται εννιά φορές περισσότερο από τους άντρες.Πρόκειται για το 90%. Πώς να μην δεχθούμε ότι αυτό το έγκλημα έχει έμφυλα χαρακτηριστικά; Ότι είναι έγκλημα μίσους με βάση το φύλο;

Η πιο συνηθισμένη απάντηση στη συζήτηση γύρω από την πατριαρχία, είναι “μα εγώ δεν είμαι σεξιστής, τις λατρεύω τις γυναίκες”. Αρκεί να μην τις ζηλεύεις, να μην θέλουν να σε χωρίσουν, να μη σε έχουν ήδη χωρίσει ή να μη σε ενδιαφέρουν προσωπικά, όπως στην περίπτωση της Ελένης Τοπαλούδη, της γυναίκας που έγινε σύμβολο και που δολοφονήθηκε επειδή αντιστάθηκε στους βιαστές της. Η Καρολάιν Κράουτς ήθελε να χωρίσει, η Γαρυφαλλιά τσακώθηκε, στην Κρήτη και στην Ρόδο τους χώρισαν και τις σκότωσαν και πάει λέγοντας.

Είναι οι γυναικοκτόνοι ψυχικά ασθενείς. Όχι, δεν είναι. Όπως μαθαίνει ο καθένας. Και να σκοτώνει και να αναλύει. Κάθετα όχι, οι γυναικοκτόνοι δεν είναι “τρελοί”. Η ψυχική νόσος δεν είναι καν απαραιτήτως επικίνδυνη για τους άλλους, στην πλειοψηφία τους οι ασθενείς είναι αυτοκαταστροφικοί, χάνεται ο έλεγχος του εαυτού, δεν ξέρουν πώς να διαχειριστούν τον ψυχικό τους κόσμο και δεν αντέχουν άλλο. Για να σκοτώσεις έναν άνθρωπο, πρέπει να νιώθεις ότι τον μισείς. Ή πως σου ανήκει, στην περίπτωση της γυναικοκτονίας. Σου ανήκει, σε πρόδωσε και αν δεν είναι μαζί σου, ας μην είναι καθόλου.

Μέσα στην πανδημία

Μέσα στην πανδημία ξεκίνησε το μεγάλο κύμα των γυναικοκτονιών και το μεγάλο κύμα του #metoo. Πρώτα το #metoo, μετά οι γυναικοκτονίες. Καθ’ όλη την ιστορία των γυναικείων διεκδικήσεων, οι δράση των γυναικών έφερνε άγρια αντίδραση από τους άντρες. Με την πανδημία ο κόσμος κλείστηκε στο σπίτι, περνούσε μαζί περισσότερο χρόνο, άντεχε λιγότερο και παράλληλα, οι γυναίκες έκανα το χειρότερο δυνατό “έγκλημα”: Απέκτησαν φωνή.

Μιλήσαμε μεταξύ μας, μιλήσαμε δημόσια, γράψαμε, διαβάσαμε και θυμώσαμε.  Κι αυτό δημιούργησε μία αντίδραση. Φυσικά, οι φυναικοκτόνοι, οι άντρες που εγκληματούν είναι η μειοψηφία και όσο μικραίνουν οι ηλικίες, τόσο λιγότερο συναντάμε απαρχαιωμένες αντιλήψεις. Αλλά οι άντρες που πίστευαν ότι έχουν δικαίωμα “πάνω στην τρέλα τους” και “εν βρασμώ ψυχής” -όχι δικαίωμα, δικαιολογία” να σηκώσουν χέρι ή μαχαίρι, όταν οι γυναίκες άρχισαν να ξαναβρίσκουν τη φωνή τους, το σήκωσαν. Κα τις σκότωσαν,

Το ξύλο, η κακοποίηση δεν αυξήθηκε τόσο κατακόρυφα όσο δείχνουν τα στοιχεία. Αυξήθηκαν οι καταγγελίες, επειδή πλέον μιλάμε. Όσα λέγαμε μεταξύ μας, τώρα τα καταγγέλουμε. Αυτό που αυξήθηκε, είναι οι γυναικοκτονίες. Δεκαέξι μετρούν μερικοί, δεκαεφτά μερικοί ακόμα, που συμπεριλαμβάνουν τον ηλικιωμένο ο οποίος σκότωσε την άρρωστη γυναίκα του, γιατί δεν μπορούσε να την φροντίσει. “Δεν άντεχε άλλο”, ανέφερε στο σημείωμα της αυτοκτονίας του. Δεν άντεχε άλλο και τη σκότωσε, για την ακρίβεια.

Δεν ευθύνεται η πανδημία, Ούτε η ψυχική νόσος. Ευθύνεται η χυδαιότητα της πατριαρχίας. Αυτό το πράγμα που προτρέπει τις γυναίκες να μαθαίνουν αυτοάμυνα, αλλά όχι τους άντρες να μη σκοτώνουν.

Έχουμε ακόμη τρεις εβδομάδες πριν αλλάξει το έτος και είναι απόλυτα αμφίβολο αν ο αριθμός των νεκρών γυναικών δεν θα αυξηθεί.

 

in.gr