Ένα ταξίδι στη Σούδα τις πρώτες δυο εβδομάδες του Απρίλη, το κινητό του πιλότου που δεν «παγιδεύτηκε» και η αναπαράσταση που ακόμα δεν έχει γίνει έρχονται να προσθέσουν ερωτήματα κι όχι απαντήσεις στην υπόθεση της δολοφονίας της 20χρονης Καρολάιν από τον σύζυγό της.
Ο Ταξίαρχος της ΕΛ.ΑΣ. και επίτιμος πρόεδρος των Αξιωματικών της Αστυνομίας, Αθανάσιος Κατερινόπουλος – ο πρώτος άνθρωπος που είχε μιλήσει για δολοφονία και όχι ληστεία μετά φόνου – προχώρησε σε νέες αποκαλύψεις για το περίφημο ταξίδι του ενός από τους δύο – του Μπάμπη Αναγνωστόπουλου ή της Καρολάιν – στη Σούδα στις αρχές Απριλίου.
Αποκαλύπτοντας ένα στοιχείο που θα μπορούσε να δώσει επιπλέον οπτική στις έρευνες για τη δολοφονία της Καρολάιν, είπε πως, ο ίδιος έγινε δέκτης της πληροφορίας ότι, «κάποιος από το ζευγάρι πήγε μαζί με κάποιον άλλον του άλλου φύλου στην Κρήτη για να νοικιάσει ένα σπίτι».
Το εν λόγω ταξίδι έγινε 10 ή 12 Απριλίου, περίοδο που περίοδο που δεν μπορούσε να ταξιδέψει κανείς λόγω καραντίνας.
«Το πρόσωπο που πήγε εκεί ήταν ταραγμένο και τελικά δεν νοικιάστηκε το σπίτι», είπε ο Αθ. Κατερινόπουλος, επικαλούμενος την περιγραφή του ιδιοκτήτη του σπιτιού, ο οποίος αναγνώρισε τον Μπάμπη ή την Καρολάιν, μετά τη δολοφονία.
«Αυτή η πληροφορία που έφτασε σε μένα, μπορεί να έφτασε και στην ΕΛΑΣ. Εκτιμώ ότι όπως την έδωσε σε μένα, την έδωσε και στις Αρχές», συμπλήρωσε χωρίς όμως να αποκαλύψει ποιος από τους δύο βρέθηκε στην Κρήτη. «Το πρόσωπο αυτό έχει πρόσωπο, τηλέφωνο,messenger», ανέφερε για τον ιδιοκτήτη του σπιτιού και σχολίασε πως «η ανάκριση είναι μυστική κι αν έχει πάει, καλώς έκανε και δεν ακούστηκε».
Αν και ο κ. Κατερινόπουλος απέφυγε να κατονομάσει ποιος από τους δύο ταξίδεψε στη Σούδα, δημοσίευμα της εφημερίδας On Time από αυτή την εβδομάδα ανέφερε ότι ήταν η Καρολάιν με ένα φίλο του Μπάμπη που μετέβησαν στην Κρήτη.
Ερωτηθείς αν θεωρεί ότι υπάρχει τρίτο πρόσωπο στη δολοφονία, απάντησε πως «κι ένας πρωτοετής δεν θα δεχτεί ότι έγινε εν βρασμώ. Αυτός μπορεί να λέει ό,τι θέλει» και διερωτήθηκε «δεν θα πρέπει να ψαχτούν;».
«Το κίνητρο που εμφανίζει, εγώ δεν το πιστεύω», ξεκαθάρισε, εξηγώντας πως «η υπόθεση έχει φύγει από την Αστυνομία, είναι πια στην ανάκριση».
Την ίδια ώρα, οι έρευνες για τη συζυγοκτονία και το πιθανό κίνητρό της συνεχίζονται, ενώ ο πιλότος και η υπερασπιστική γραμμή του προσπαθούν να «θολώσουν» τα νερά κάνοντας λόγο για μη προμελετημένο έγκλημα και πως η σκηνοθεσία έγινε για να μη μείνει ορφανή και από πατέρα η μικρή Λυδία.
«Αγκάθι» αποτελεί το κινητό του δράστη καθώς, σύμφωνα με ρεπορτάζ του Βασίλη Λαμπρόπουλου, δεν είχε τεθεί υπό παρακολούθηση το κινητό τηλέφωνο του συζυγοκτόνου για το χρονικό διάστημα των 37 ημερών που έπαιζε θέατρο προσπαθώντας να πείσει τις αστυνομικές αρχές ότι «ληστές» εισέβαλαν στη μεζονέτα και ο «αρχηγός» δολοφόνησε την Καρολάιν. Άρα, δεν υπάρχει σαφής εικόνα με ποιους επικοινωνούσε και τι έλεγε, στοιχεία που θα μπορούσαν να ρίξουν «φως» στο κίνητρο του στυγερού εγκλήματος.
Τώρα πια επιχειρείται να αντληθούν αυτά τα στοιχεία από την ανάλυση των τηλεφωνικών κλήσεων και ορισμένων καταγραφών. Πληροφορίες, πάντως, αναφέρουν ότι η κατάθεση της συμβούλου, στην οποία είχε απευθυνθεί το ζευγάρι, έχει μεγάλο ενδιαφέρον και ότι ο ίδιος ο πιλότος είχε προσπαθήσει να έρθει σε επαφή μαζί της, προκειμένου να την συναντήσει και να διαπιστώσει πόσο μπορεί να βοηθήσει την ΕΛ.ΑΣ. στην έρευνά της.
Ένα δεύτερο στοιχείο που προβληματίζει είναι ότι ο πιλότος έχει καταθέσει τουλάχιστον δύο ή τρεις διαφορετικές εκδοχές της αποτρόπαιας πράξης του.
«Είχε όλο το χρονικό περιθώριο για να καλύψει ό,τι μπορούσε να καλύψει για τη δολοφονία της άτυχης γυναίκας», σημείωσε ο κ. Κατερινόπουλος και επανέλαβε το αίτημά του για «αναπαράσταση στο χώρο του σπιτιού με την παρουσία του», αφού κάτι τέτοιο «θα έδινε πολλές απαντήσεις σε πολλά ερωτήματα που ίσως προέκυπταν και επί τόπου».
Πάντως, οι ισχυρισμοί του 33χρονου ότι το έγκλημα δεν ήταν προμελετημένο φαίνεται να καταρρέουν από την ιατροδικαστική έκθεση, που αναφέρει ξεκάθαρα ότι η 20χρονη Καρολάιν έχασε τη ζωή της σε μια ακολουθία κινήσεων που θα έκανε μόνο κάποιος που ήθελε να σκοτώσει.
Σε πρώτη φάση ο δολοφόνος της έκλεισε με τα χέρια του τη μύτη και το στόμα. Της επιτέθηκε την ώρα που κοιμόταν ενώ χρησιμοποίησε και το παντελόνι της φόρμας της, το οποίο τύλιξε γύρω από τον λαιμό της 20χρονης μητέρας, ώστε να επισπεύσει τον πνιγμό.
Σύμφωνα με τους ειδικούς, όπως αναφέρει το mega, ο 33χρονος γνώριζε ότι χρειάζονται τουλάχιστον πέντε λεπτά ώστε να χάσει κάποιος τη ζωή του από ασφυξία. Στα τρία λεπτά το θύμα λιποθύμησε και όμως αυτός συνέχισε την πίεση για επιπλέον δύο λεπτά, ώστε να μην υπάρχει καμία πιθανότητα επιβίωσης.
Ανακριτής και εισαγγελέας δεν δέχτηκαν τους ισχυρισμούς του ότι δεν είχε προσχεδιάσει το έγκλημα κι έτσι του έδειξαν τον δρόμο για τη φυλακή, ενώ όλες οι κινήσεις του 33χρονου συζυγοκτόνου έπειτα από το έγκλημα δείχνουν πως ήταν ψύχραιμος και με μεγάλη διαύγεια.
«Κλειδί» αναμένεται να αποτελέσει η πραγματογνωμοσύνη στην κάμερα που ήταν τοποθετημένη στο σαλόνι της μεζονέτας. Ο ίδιος ο πιλότος παραδέχτηκε ότι έβγαλε την κάρτα μνήμης από την κάμερα αυτή και την κατέστρεψε.
Η πραγματογνωμοσύνη, που εκτιμάται ότι θα βρίσκεται σύντομα στα χέρια του ανακριτή, αναμένεται να αποκαλύψει ποια ώρα ακριβώς έβγαλε ο συζυγοκτόνος την κάρτα μνήμης, στοιχείο που είναι ιδιαίτερα σημαντικό ως προς την προμελέτη του εγκλήματος.
Εφόσον εισέλθουν και νέα στοιχεία στη δικογραφία, τότε ο ανακριτής πιθανόν να καλέσει εκ νέου τον 33χρονο πιλότο, για συμπληρωματική απολογία αναφορικά με τα νέα ευρήματα.
Στη ΣΤ΄πτέρυγα των γυναικείων φυλακών στον Κορυδαλλό κρατείται ο 33χρονος πιλότος που ομολόγησε τον φόνο της συζύγου του.
Μέσα από το κελί του μίλησε στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων του Star, τονίζοντας ότι έχει μετανιώσει.
Σε αυτή την πρώτη επικοινωνία αναφέρθηκε τόσο στην Καρολάιν όσο και στη μικρή Λυδία. Ωστόσο κρατάει την ίδια στάση που κρατούσε και στα δικαστήρια. Ακολουθεί δηλαδή την ίδια γραμμή που είχε τόσο στην ομολογία όσο και την απολογία του.
Συγκεκριμένα είπε μέσα από τη φυλακή: «Όπως θρηνούσα από το πρώτο λεπτό έτσι θρηνώ ακόμα και σήμερα για τον χαμό της γυναίκας μου. Με νοιάζει αυτή τη στιγμή το καλύτερο για το μέλλον του παιδιού μου».
Ο 33χρονος συζυγοκτόνος διανύει το τρίτο 24ωρο στη φυλακή. Περιγράφεται ως ψυχρός και ψύχραιμος, ενώ μέχρι στιγμής δεν έχει επικοινωνήσει κανένας από το στενό περιβάλλον μαζί του.