Φαίδων Παπαμιχαήλ: Υποψήφιος στα Όσκαρ για 2η φορά!
3 years, 7 months ago
6

Ο διευθυντής φωτογραφίας της ταινίας «Η Δίκη των 7 του Σικάγου» έχει συνεργαστεί με τα σημαντικότερα ονόματα της βιομηχανίας του θεάματος, από τον Τζορτζ Κλούνεϊ και τον Τομ Κρουζ μέχρι τον Χοακίν Φίνιξ και την Κάμερον Ντίαζ

Το να συνομιλείς με τον διεθνή Φαίδωνα Παπαμιχαήλ είναι αληθινή απόλαυση. Τα σπαστά ελληνικά, ο τρόπος που ψάχνει την ελληνική λέξη, η μεταφορά εμπειριών και εικόνων από χολιγουντιανές καταστάσεις και πρόσωπα κάνουν τη συζήτηση μαζί του να ρέει αβίαστα. Συναντηθήκαμε στο Κολωνάκι και με έναν εξαιρετικό καφέ στο χέρι από το αγαπημένο μας «Da Capo» συζητάμε περπατώντας: «Ημουν μόνο 3,5 ετών όταν λόγω του πατέρα μου, σκηνογράφου, καλλιτεχνικού διευθυντή και στενού συνεργάτη του Τζον Κασσαβέτη, πήγαμε στην Αμερική», μου λέει ξετυλίγοντας την ιστορία της ζωής του.

galafedon__8_
O Φαίδων Παπαμιχαήλ σπούδασε φωτογραφία και Καλές Τέχνες στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου.

«Οι εικόνες που διατηρώ από το εξωτερικό είναι δυνατές. Τα καλοκαίρια, όμως, υπήρχε πάντα δυνατό άρωμα Ελλάδας. Επέστρεφα στην Αθήνα για να μείνω μαζί με τη γιαγιά και τον παππού. Θυμάμαι πολλά από τις υπέροχες αυτές διακοπές. Οπως θυμάμαι και τη Μήλο όπου πηγαίναμε κάποια καλοκαίρια, αλλά και το ξενοδοχείο “Cecil” της Κηφισιάς, όπου οι μεγάλοι συναντιόντουσαν και έπαιζαν μπριτζ. Πάντα ερχόμουν στην Ελλάδα και ως teenager, αλλά και ως μεγάλος με τη μηχανή μου και με σκοπό να κάνω βόλτες στα νησιά. Ετσι ανακάλυψα και αγάπησα το Λεωνίδιο. Θυμάμαι κάποια μεσημέρια όταν ο παππούς πήγαινε για ύπνο, να κάθομαι με τη γιαγιά μου, που ήταν από την Τζια, και να μου διηγείται ιστορίες». Οσο μιλάει για τις νεανικές του αναμνήσεις από την Ελλάδα, το πρόσωπό του φωτίζεται ολόκληρο: «Μοναδική η Ελλάδα, υπέροχη. Τι να πρωτοθυμηθώ; Τα μεσημέρια με τις υπέροχες ελληνικές νοστιμιές που μαγείρευε η γιαγιά ή τον διαγωνισμό που κάναμε για το ποιος σκότωσε περισσότερες μύγες;…» λέει ξεσπώντας σε γέλια.

galafedon__7_
«Η ματιά διαμορφώνεται μέσα από ένα σύνολο εμπειριών. Οι Ελληνες βέβαια κουβαλάμε το φως στην ψυχή μας κι αυτό το φως το μεταβολίζουμε στη δημιουργία μας» σύμφωνα με τον Φαίδωνα Παπαμιχαήλ.

«…Μικρός πήγαινα και στη Μήλο. Ο παππούς μου είχε υψηλή θέση στο εργοστάσιο εξόρυξης περλίτη. Κάποια στιγμή επέστρεψα στο νησί για να κάνω το διαφημιστικό του ούζου Πλωμάρι. Αργότερα ο παππούς μου είχε υψηλή θέση στην εταιρεία Τιτάν, έμενε κοντά στο παλάτι και είχε έναν οδηγό που τον έλεγαν Μανώλη. H Eλλάδα του ’60! Ούτε ζώνες, ούτε καθίσματα ασφαλείας για παιδιά, τίποτα. Καθόμουν στο κενό, ανάμεσα στα δύο καθίσματα. Ο Μανώλης ο σοφέρ διατηρούσε μακρύ νύχι στο μικρό του δάχτυλο, το οποίο είχε και χρησιμότητα: Ανοιγε το πακέτο από τα τσιγάρα!»Γελάμε ξανά ακόμα πιο δυνατά. Εικόνες τόσο οικείες που ενώνουν με έναν αόρατο συνωμοτικό ιστό όλους εμάς τους Ελληνες, όπου κι αν ζούμε, απ’ όπου κι αν ερχόμαστε, αλλά πάντα εδώ θα επιστρέφουμε.

galafedon__6_
«Επιδιώκω μελλοντικά να μοιράζω τον χρόνο μου μεταξύ Ελλάδας και Λος Αντζελες» δήλωσε στο Gala o Φαίδων Παπαμιχαήλ.

«Ο πατέρας μου ήταν φίλος με τον Ζυλ Ντασσέν και τη Μελίνα. Εχω μνήμες από τα γυρίσματα της “Φαίδρας” στην Υδρα. Ο αδελφός της Μελίνας, ο Σπύρος, ήταν ο πιο στενός φίλος του πατέρα μου, γι’ αυτό και έγινε νονός μου. Είχε πλάκα γιατί ο Αντονι Πέρκινκς είχε φέρει στην Ελλάδα μια υπέροχη χειροποίητη Aston Martin. Toυ ζητούσε ο πατέρας μου τα κλειδιά για να περάσει απέναντι με το καΐκι και να την οδηγήσει».

galafedon__5_
Ο Φαίδων Παπαμιχαήλ, ως διευθυντής φωτογραφίας, έχει συμμετάσχει σε σημαντικές κινηματογραφικές παραγωγές και έχει συνεργαστεί με πασίγνωστους επιτυχημένους ηθοποιούς.

Τον ρωτώ αν η Ελλάδα και ο συναισθηματισμός που απέκτησε από τη χώρα μας γαλούχησαν την κινηματογραφική του ματιά ως διευθυντή φωτογραφίας, μια που θεωρείται ένας από τους καλύτερους του κόσμου«Είναι δύσκολο να πω ότι με καθόρισε αυτό ή το άλλο. Η ματιά διαμορφώνεται μέσα από ένα σύνολο εμπειριών. Οι Ελληνες βέβαια κουβαλάμε το φως στην ψυχή μας κι αυτό το φως το μεταβολίζουμε στη δημιουργία μας. Οταν πριν από πολλά χρόνια επέστρεψα στην Ελλάδα, έσκυψα και φίλησα το χώμα. Δεν μπορώ να ζήσω χωρίς φως, γι’ αυτό δεν επέλεξα ούτε τη Νέα Υόρκη, ούτε το Σικάγο, ούτε το Βερολίνο, ούτε το Μόναχο, παρότι η μητέρα μου είναι Γερμανίδα, κι έχω περάσει ένα κομμάτι των μαθητικών μου χρόνων εκεί. Το Λος Αντζελες μου ταιριάζει περισσότερο. Οπως άλλωστε και η Ελλάδα, γι’ αυτό επιστρέφω εδώ και κάνω διαφημίσεις. Aegean, Πλωμάρι κ.λπ. Επιδιώκω μελλοντικά να μοιράζω τον χρόνο μου μεταξύ Ελλάδας και Λος Αντζελες».

galafedon__4_
Με τον πατέρα του, επίσης Φαίδωνα Παπαμιχαήλ

Ο Φαίδων Παπαμιχαήλ είναι ένας πολίτης του κόσμου με έντονη ελληνική ψυχή. «Βρίσκομαι συνεχώς με μια βαλίτσα στο χέρι. Η γυναίκα μου είναι από τη Γεωργία και διατηρούμε σπίτι κι εκεί. Ενα υπέροχο νεοκλασικό. Στην Τιφλίδα έχω και εκτάσεις γης στις οποίες καλλιεργούμε αμυγδαλιές».

Επιτυχημένος επαγγελματίας, τρυφερός σύζυγος και πατέρας«Τα παιδιά μου είναι δίδυμα, αγόρι – κορίτσι, 13 ετών, και λατρεύουν την Ελλάδα. Είμαστε μια πολυπολιτισμική οικογένεια που ταξιδεύει συνεχώς και μιλά έξι γλώσσες. Τα παιδιά μου αγαπούν τις διακοπές εδώ. Τα καλοκαίρια παίρνουμε τη βάρκα μας και κάνουμε εκδρομές από την Κυπαρισσία και τη Μονεμβασιά μέχρι την Υδρα και τις Σπέτσες».

galafedon__3_
Με τον Αλεξάντερ Πέιν στα γυρίσματα του «Μικρόκοσμου»

Το Χόλιγουντ και οι λαμπεροί σταρ

Ο Φαίδων Παπαμιχαήλ, ως διευθυντής φωτογραφίας, έχει συμμετάσχει σε σημαντικές κινηματογραφικές παραγωγές και έχει συνεργαστεί με πασίγνωστους επιτυχημένους ηθοποιούς. Σπούδασε φωτογραφία και Καλές Τέχνες στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου παίρνοντας το πτυχίο του το 1982. Την πρώτη του εμπειρία ως κινηματογραφιστής την απέκτησε δουλεύοντας στην ταινία «Dance of the Damned», το 1988, ενώ από τότε έχει συμμετάσχει σε πάνω από 50 ταινίες. Εχει συνεργαστεί με τα μεγαλύτερα ονόματα του Χόλιγουντ, όπως με τον Γουίλ Σμιθ, τον Τζον Τραβόλτα, τον Τζορτζ Κλούνεϊ, τον Τομ Κρουζ, τον Νίκολας Κέιτζ, τον Ράσελ Κρόου, την Κάμερον Ντίαζ και πολλούς άλλους. To 2001 θα είναι μια σημαντική χρονιά γι’ αυτόν, καθώς θα φέρει την πρώτη του συνεργασία με τον Αλεξάντερ Πέιν, τον Ελληνοαμερικανό σκηνοθέτη με τον οποίο έχουν δέσει απόλυτα και διατηρούν μέχρι σήμερα επαγγελματική συνεργασία και φιλική σχέση. Η συνεργασία τους στην ταινία «Πλαγίως» θα προταθεί για Οσκαρ και θα εκτοξεύσει τα ονόματά τους.

galafedon__2_
Με τη σύζυγό του Εκα

Το 2008 θα είναι η χρονιά του Ολιβερ Στόουν και της ταινίας «W» και το 2010 θα ξανασυνεργαστεί με τον Αλεξάντερ Πέιν και τον Τζορτζ Κλούνεϊ στην ταινία «Οι Απόγονοι». Με τον δεύτερο, που πλέον κάνει καριέρα και ως σκηνοθέτης, θα ταιριάξουν καταλήγοντας να συνεργαστούν στην ταινία «Αι Ειδοί του Μαρτίου», όπου Κλούνεϊ και Ράιαν Γκόσλινγκ πρωταγωνιστούν σε ένα βρώμικο παιχνίδι εξουσίας. Τον ρωτώ αν το άγχος του είναι ακόμα μεγαλύτερο όταν συνεργάζεται με τόσο μεγάλα ονόματα που έχουν μόνιμα στραμμένους πάνω τους τους διεθνείς προβολείς«Ολοι μας μεγαλώσαμε μέσα στο σινεμά. Η συνεργασία μας είναι ο δικός μας τρόπος επικοινωνίας. Εχουμε τη ζεστή σχέση της οικογένειας. Το πρόβλημα είναι με λίγους και αυτοί οι λίγοι αποτελούν εξαίρεση. Με τον Ματ Ντέιμον, τον Τζορτζ Κλούνεϊ, τον Κρίστιαν Μπέιλ, έχω απίθανη συνεργασία. Είναι οι πιο εύκολοι και οι πιο ευχάριστοι, αγαπούν πραγματικά αυτό που κάνεις και όχι μόνο αυτό που κάνουν οι ίδιοι», σχολιάζει.

Του ζητώ να θυμηθεί ιστορίες«Είναι γνωστό ότι ο Κλούνεϊ διαθέτει χιούμορ και κάνει συνεχώς πλάκες. Οταν κάναμε τους “Απογόνους” με τον Αλεξάντερ Πέιν τού άρεσε που δεν επαναλαμβάναμε τα πλάνα. Σε κάποιο διάλειμμα άρχισε να χορεύει, χόρεψα κι εγώ, και τότε μου λέει: “Θες να κάνουμε την επόμενη ταινία μαζί;”. Hταν ο πιο ασυνήθιστος τρόπος επαγγελματικής πρότασης. Σε κάποια άλλη ταινία, ενώ δεν έπρεπε να κουνηθώ γιατί κινηματογραφούσα, μου τράβηξε το πουκάμισο και άρχισε να μου ρίχνει σιγά-σιγά νερό στην πλάτη».

Τον ρωτώ αν ο Τομ Κρουζ είναι τόσο δύσκολος όσο λένε«Δεν θα χαρακτήριζα τον Κρουζ δύσκολο, αλλά τελειομανή. Ξέρει καλά τη δουλειά, τι πλάνα χρειάζεται και έχει σωστή άποψη για τα πάντα. Είναι εξάλλου πολύ επαγγελματίας. Είναι ο πρώτος που έρχεται και ο τελευταίος που φεύγει»Οσο για τον Ντάστιν Χόφμαν, λέει«Ανέφερα σε κάποιους ότι θα δουλεύαμε μαζί και μου έκαναν ένα “Ωχ!”. Οταν πέρασαν δύο εβδομάδες καλής συνεργασίας τον ρώτησα γιατί λένε ότι είναι δύσκολος και εκείνος μου εξήγησε ότι είναι δύσκολος με όσους δεν ξέρουν τη δουλειά. O Χόφμαν ήταν σκέτος γλύκας, μας κερνούσε hot dogs και έκανε συνεχώς αστεία. Οπως πλάκα έχει και η Σούζαν Σάραντον. Η Σούζαν εκεί που κλαίει, διακόπτει, σου λέει ένα νέο και μετά σαν να μη συμβαίνει τίποτα, ξαναμπαίνει στον ρόλο και ξανακλαίει. Μέσα σε δευτερόλεπτα!».

galafedon__1_
Χιου Τζάκμαν, Φαίδων Παπαμιχαήλ

Η κουβέντα μας φτάνει στην υποψηφιότητά του στα Οσκαρ. Επτά χρόνια μετά την πρώτη του υποψηφιότητα στη Διεύθυνση Φωτογραφίας για την ταινία «Nebraska», ο Φαίδων είναι ξανά υποψήφιος για τη «Δίκη των 7 του Σικάγου». Η σκηνοθεσία ανήκει στον Ααρον Σόρκιν, ενώ πρωταγωνιστούν οι Εντι Ρεντμέιν, Σάσα Μπάρον Κοέν, Μαρκ Ράιλανς, Τζόζεφ Γκόρντον-Λέβιτ. Η υπόθεση; Ενα χρόνο μετά τα αιματηρά επεισόδια αντιπολεμικών διαδηλωτών και αστυνομίας κατά τη διάρκεια του εθνικού συνεδρίου του Δημοκρατικού Κόμματος, το 1968, στο Σικάγο, οκτώ ακτιβιστές προσάγονται σε δίκη με σωρεία κακουργηματικών κατηγοριών. Τον ρωτάω πώς έμαθε για την υποψηφιότητά του: «Ηταν Καθαρά Δευτέρα, καθόμουν με έναν φίλο μου και τρώγαμε τις νοστιμιές της ημέρας και άρχισε να χτυπά το τηλέφωνό μου. Δεν απάντησα. Δεν το περίμενα κιόλας. Πιο πολύ το έβλεπα πιθανό πέρσι για την ταινία “Ford vs Ferrari”, που είχα πάρει και BAFTA, παρά φέτος. Χτυπούσε και ξαναχτυπούσε το τηλέφωνο χωρίς να δίνω σημασία. Οταν επέμενε για ώρα, ενημερώθηκα ότι είμαι ξανά υποψήφιος για Οσκαρ».

Ο Φαίδων Παπαμιχαήλ αντιμετωπίζει την ύψιστη αυτή τιμή με σεμνότητα«Παρότι λόγω της πανδημίας θα είναι καλεσμένοι στην τελετή όλοι οι υποψήφιοι, το πιο πιθανό είναι ότι δεν θα καταφέρω να παραστώ. Θα βρίσκομαι στο Λονδίνο για τα γυρίσματα του νέου Indiana Jones με τον Χάρισον Φορντ». Επιμένω όμως να μάθω τι θα έλεγε σε περίπτωση που βρισκόταν στη σκηνή των Οσκαρ και κατάφερνε να πάρει το χρυσό αγαλματίδιο. «Θα ευχαριστούσα όλους αυτούς που επί χρόνια με εμπιστεύτηκαν και θα αφιέρωνα το βραβείο στη γυναίκα μου Εκα για τη συμπαράστασή της και την ανοχή της στο γεγονός ότι λόγω επαγγελματικών υποχρεώσεων λείπω συνεχώς από το σπίτι», λέει με συνωμοτικό ύφος.