O σακχαρώδης διαβήτης είναι ένα μεταβολικό νόσημα που από τη διάγνωση, ακολουθεί τον ασθενή σε όλη του τη ζωή. Η αιτιολογία εμφάνισης του ΣΔ εξαρτάται από τον τύπο του διαβήτη.
Η κύρια αιτία εμφάνισης είναι η καταστροφή των β-κυττάρων, που συνήθως οδηγεί σε πλήρη έλλειψη ινσουλίνης και λιγότερο η κληρονομικότητα. Όταν η πιθανότητα ενός παιδιού να εμφανίσει σακχαρώδη διαβήτη τύπου 1 (ΣΔτ1) είναι γενικά 0,5-1%, αυτή γίνεται περίπου 2% αν η μητέρα του έχει διαβήτη τύπου 1, περίπου 6% αν πάσχει ο πατέρας και περίπου 15-20% αν πάσχουν και οι δύο γονείς. Στην Ευρώπη, ο επιπολασμός του κυμαίνεται 0.6 – 2.6‰ και η επίπτωσή του, σε άτομα ηλικίας ≤ 15 ετών, 9.7 – 49.0/100000 ετών/κατ’ έτος. Στην Ελλάδα, η επίπτωση είναι 9.7/100000/κατ’ έτος.
Βασικό αίτιο είναι η προοδευτική μείωση της επαρκούς ανταπόκρισης του β-κυττάρου για την έκκριση της ινσουλίνης που απαιτείται για την αντιμετώπιση των μεταβολικών αναγκών και προέρχεται από την ύπαρξη παχυσαρκίας και σπλαχνικού τύπου λίπους, την καθιστική ζωή ή κάποιο μεταβολικό στρες. Στην Ευρώπη, ο επιπολασμός του σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 (ΣΔτ2) κυμαίνεται 5-10%. Στην Ελλάδα έχει τριπλασιασθεί τα τελευταία 35 χρόνια και σήμερα κυμαίνεται περί το 8%.
Σε αυτή τη μορφή σακχαρώδη διαβήτη (ΣΔΚ), αναπτύσεται διαταραχή του μεταβολισμού των υδατανθράκων κατά την έναρξη ή κατά τη διάρκειά της κύησης χαρακτηρίζεται από αύξηση της γλυκόζης νηστείας >92 mg/dl, τη στιγμή που κατά την έναρξη της κύησης δεν υπάρχει επίσημος ΣΔτ2 (γλυκόζη νηστείας >126). Βασικό αίτιο φαίνεται ότι είναι οι ορμόνες που παράγονται κατά το δεύτερο κυρίως μισό της εγκυμοσύνης και αυξάνουν την «αντίσταση» στην ινσουλίνη.
Υπάρχουν και άλλοι ειδικοί τύποι Σακχαρώδους Διαβήτη που οφείλονται σε γενετικές διαταραχές που συνδέονται με τη λειτουργικότητα των β-κυττάρων ή τη δράση της ινσουλίνης, νόσους της εξωκρινούς μοίρας του παγκρέατος, έκθεση σε φάρμακα, χημικές ουσίες, τοξίνες κ.ά. Βασικότερος τύπος από τους τύπους αυτούς είναι ο τύπος MODY (Maturity Onset Diabetes of the Young) ο οποίος είναι μια μονογονιδιακή μορφή ΣΔ, στην οποία υπάρχει ισχυρό θετικό οικογενειακό ιστορικό ΣΔ και ο οποίος κληρονομείται με αυτοσωματικό επικρατούντα τρόπο.
Υπάρχουν κάποια κλασικά συμπτώματα (γνωστά και ως 3Π) που όταν εμφανιστούν μπορούν να μας οδηγήσουν στη σκέψη ότι ίσως υπάρχει πρόβλημα με διαβήτη και αυτά είναι:
1. Δοκιμασία γλυκόζης
Δοκιμασία γλυκόζης πρέπει να κάνουν άτομα με γλυκόζη νηστείας φυσιολογική, αλλά με ισχυρή υποψία για ύπαρξη ΣΔ, είτε με γλυκόζη νηστείας φυσιολογική αλλά μεταγευματικά αυξημένη (>140 mg/dl) είτε με διαταραγμένη γλυκόζη νηστείας (IFG).
2. Καμπύλη γλυκόζης
Η καμπύλη γλυκόζης θα πρέπει να γίνεται το πρωί, μετά από δεκάωρη νηστεία, αφού προηγηθούν τρεις ημέρες ελεύθερης διατροφής, που πρέπει όμως να περιλαμβάνει τουλάχιστον 150 γραμμάρια υδατανθράκων την ημέρα. Η σωματική δραστηριότητα κατ’ αυτό το τριήμερο πρέπει να είναι η συνήθης του υπό εξέταση ατόμου. Ο ασθενής πίνει 75 g άνυδρης γλυκόζης διαλυμένα σε 250-350 ml νερού. Κατά τη διάρκεια της δοκιμασίας, η μυϊκή άσκηση (περπάτημα) και το κάπνισμα απαγορεύονται.
3. Γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη
Μία ακόμα μέτρηση που χρησιμοποιείται τελευταία για τη διάγνωση του διαβήτη είναι και η γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη (HbA1c). Ως διαγνωστική τιμή για τον ΣΔ καθορίζεται η τιμή της HbA1c ≥6.5%, ενώ τιμές HbA1c 5.7 – 6.4% θεωρείται ότι συνδυάζονται με αυξημένο κίνδυνο εξέλιξης σε ΣΔ (προδιαβητικό στάδιο). Γενικά όμως η αξία της HbA1c για τη διάγνωση του ΣΔ ακόμη αμφισβητείται με βάση επιδημιολογικές παρατηρήσεις και δεν έχει καθιερωθεί διεθνώς, ενώ στην Ελλάδα η Ελληνική Διαβητολογική Εταιρεία δεν συστήνει ακόμη τη χρησιμοποίηση της HbA1c, ως μέθοδο διάγνωσης του ΣΔ. Η διάγνωση του διαβήτη δεν μπορεί να βασιστεί στα επίπεδα της HbA1c σε ασθενείς με διάφορες μορφές αναιμίας ή σε άτομα με αιμοσφαιρινοπάθειες (ετεροζυγώτες – ομοζυγώτες).
Αυτοί που πρέπει να προσέχουν περισσότερο και να ελέγχουν τις τιμές γλυκόζης τους είναι όσοι καλύπτουν έστω ένα από τα παρακάτω κριτήρια:
Αρκετά είναι τα άτομα που ακόμη και σήμερα, πιστεύουν ότι για να υπάρχει η ρύθμιση του διαβήτη θα πρέπει να αποκλείσουν σχεδόν ολόκληρες ομάδες τροφίμων από τη διατροφή τους (πχ φρούτα) ή ακόμα να ακολουθήσουν μία στερητική δίαιτα.
Ωστόσο, είναι πλέον τεκημεριωμένο ότι η σχέση της διατροφής και του διαβήτη είναι αλληλένδετη, καθώς έχει φανεί ότι μία ισορροπημένη διατροφή, τόσο σε ποιότητα τροφίμων, όσο και στο κατάλληλο μέγεθος της μερίδας, μπορεί να βοηθήσει στην πρόληψη μακροχρόνιων επιπλοκών που σχετίζονται με το διαβήτη.
1. Υδατάνθρακες
Αποτελούν βασικό μέρος της διατροφής μας, όσο και των ατόμων με διαβήτη και είναι καλό να αποτελούν 45-55% της συνολικής ενέργειας που προσλαμβάνουμε, ωστόσο σύμφωνα με τις τελευταίες οδηγίες η ποσότητά τους μπορεί να ποικίλει ανάλογα με το διατροφικό πρόγραμμα που ταιριάζει σε κάθε άτομο με διαβήτη. Είναι σημαντικό οι υδατάνθρακες να προέρχονται από σύνθετους υδατάνθρακες, όπως τα προϊόντα ολικής άλεσης, φρούτα, όσπρια, λαχανικά, καθώς επηρεάζουν σταδιακά το σάκχαρο στο αίμα.
Οι φυτικές ίνες συμβάλλουν θετικά στη γλυκαιμική ρύθμιση, καθώς λόγω της δομής τους καθυστερούν την απορρόφηση της γλυκόζης από το έντερο.
2. Πρωτεΐνες
Σχετικά με την πρόσληψη των πρωτεϊνών, οι συστάσεις για το διαβήτη συμβαδίζουν με αυτές για τον υγιή πληθυσμό, δηλαδή να αποτελούν 15-20% της συνολικής προσλαμβανούμενης ενέργειας. Είναι σημαντικό να είναι πρωτεϊνες υψηλής βιολογικής αξίας και σε χαμηλή περιεκτικότητα σε λίπος. Ταυτόχρονα, οι πρωτεϊνες θα βοηθήσουν στον καλύτερο κορεσμό στο γεύμα, καθώς και στην ομαλοποίηση της γλυκόζης στο αίμα.
3. Λιπαρά
Αν και είναι συστατικά των τροφίμων που δεν επηρεάζουν τις τιμές σακχάρου, είναι καλό να καταναλώνονται στο πλαίσιο μίας ισορροπημένης διατροφής (20-35% της προσλαμβανόμενης ενέργειας). Αντικαταστήστε τα κορεσμένα και τρανς λιπαρά, με τρόφιμα που είναι πλούσια σε «καλά» μονο- και πολυακόρεστα λιπαρά, καθώς συμβάλλουν θετικά στην υγεία.
Η μέτρια κατανάλωση αλκοόλ μπορεί να αποτελέσει και αυτή μέρος της διατροφής στο διαβήτη. Για τις γυναίκες αντιστοιχεί σε 1 μερίδα, δηλαδή 150ml κρασί ή 330ml μπύρα, ενώ για τους άνδρες 2-3 μερίδες. Επιπλέον, είναι καλό το αλκοόλ να καταναλώνεται μαζί με τη συνοδεία φαγητού, ειδικά στην περίπτωση του διαβήτη τύπου 1.
Μπορείτε να δείτε συνοπτικά τις διατροφικές συμβουλές για το σακχαρώδη διαβήτη παρακάτω:
Αν και ο γλυκαιμικός δείκτης αποτέλεσε ένα αρχικό εργαλείο για να βοηθήσει στη βελτίωση του γλυκαιμικού ελέγχου μέσω της διατροφής, εν τούτοις το γλυκαιμικό φορτίο υπολογίζει τη συνολική γλυκαιμική αντίδραση του οργανισμού μας σε ένα γεύμα ή τρόφιμο. Επηρεάζεται από το βαθμό ωρίμανσης του τροφίμου, από την ποσότητα της πρωτεϊνης και των φυτικών ινών που εμπεριέχει το γεύμα, καθώς και από το χρόνο μαγειρέματος.
Μαγειρέψτε λιγότερο χρόνο το τρόφιμό σας (πχ όσπρια) για να μπορέσετε να πετύχετε μείωση στο γλυκαιμικό φορτίο.
Ο θεράποντας ιατρός θα αξιολογήσει κατάλληλα τα αποτελέσματα των εξετάσεων του ασθενούς και θα δώσει την κατάλληλη αγωγή, δίνοντας έμφαση πάντα στη μεγάλη και βασική ανάγκη για υγιεινοδιαιτητική θεραπεία, καθημερινή διατροφή που να στοχεύει στο ιδανικό σωματικό βάρος και αύξηση της σωματικής δραστηριότητας. Για το λόγο αυτό, είναι σημαντικό να αναφερθεί η σημαντικότητα της σχέσης των ατόμων με ΣΔ και του κλινικού τους διαιτολόγου, καθώς πέρα από το εξατομικευμένο πρόγραμμα διατροφής, θα τους δώσει τη δυνατότητα να έχουν και τη συνεχή εκπαίδευση στις διατροφικές συνήθειες, με στόχο την καλύτερη γλυκαιμική ρύθμιση.
Ας μην ξεχνάμε εξάλλου ότι η διατροφή στο διαβήτη είναι μία διατροφή που ταιριάζει σε όλους μας!
Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Διαβήτη (14 Νοέμβρη) δείτε το παρακάτω βίντεο:
Πηγή: https://www.mednutrition.gr/portal/ygeia/diavitis/8895-exo-zaxaro-pos-tha-to-katalavo
Γνωρίστε τους αρθρογράφους:
Κλινικός Διαιτολόγος & Βιολόγος, M.Med.Sci. S.R.D.
O Xάρης Δημοσθενόπουλος είναι Διαιτολόγος – Διατροφολόγος, με μεταπτυχιακές σπουδές (PostGraduate Diploma-MMedSci) και υποψήφιος διδάκτορας της Ιατρικής Σχολής του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών.
Διαιτολόγος – Διατροφολόγος
Η Τσαχάκη Ελένη είναι Διαιτολόγος-Διατροφολόγος, απόφοιτη του Αλεξάνδρειου Τεχνολογικού Εκπαιδευτικού Ιδρύματος Θεσσαλονίκης. Παρέχει τις υπηρεσίες της στο διαιτολογικό της γραφείο στα Νότια Προάστια Αττικής, ενώ από το 2016 εργάζεται στο τμήμα εταιρικής επικοινωνίας του medNutrition.