Ο εφιάλτης του Αντώνη Σαμαρά για το 2021: Τι φοβάται ότι θα κάνει ο Κ. Μητσοτάκης;
3 years, 10 months ago
6

Τι θα γίνει αν μπει όριο ηλικίας για τις εκλογικές λίστες τα 70 χρόνια;

Μαύρη -πολιτική- Πρωτοχρονιά πέρασε φέτος ο πρώην πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς, καθώς το 2021 προοιωνίζεται μόνον αρνητικές εξελίξεις για την καριέρα και την υστεροφημία του, σβήνοντας οριστικά τις όποιες ελπίδες του για δυναμική επιστροφή στο προσκήνιο.

Το μείζον πρόβλημα του κ. Σαμαρά είναι ότι τον Μάιο κλείνει πια τα 70 του χρόνια. Ασφαλώς, στην εποχή μας ένας εβδομηντάρης θα ήταν ρατσιστικό να αποκλειστεί από την πρώτη γραμμή της πολιτικής, των επιχειρήσεων ή οποιουδήποτε επαγγελματικού κλάδου και δεν θεωρείται σε καμία περίπτωση απόμαχος.

Ειδικά ο κ. Σαμαράς, που δεν ταλαιπωρήθηκε ιδιαίτερα στη ζωή του και δεν κόλλησε κανένα ένσημο πριν πολιτευτεί το 1977 και στην περίοδο 1996-2004, όταν είχε μείνει εκτός Βουλής. Άλλωστε, ο πρόεδρος Ντ. Τραμπ των ΗΠΑ είναι 75 ετών και ο διάδοχός του Τζ. Μπάιντεν, 78 ετών. Επίσης, ο Ρώσος πρόεδρος Βλ. Πούτιν είναι 69 ετών και ο γ.γ. του ΟΗΕ Αντ. Γκουτέρες μπαίνει στα 72.

Ωστόσο, σύμφωνα με τη «δημοκρατία»το πρόβλημα του πρώην πρωθυπουργού είναι ότι ο σημερινός ένοικος του Μεγάρου Μαξίμου δεν ενδιαφέρεται καθόλου γι’ αυτή την πραγματικότητα. Δεν τον απασχολεί η ζωτικότητα ή μη του κ. Σαμαρά και όσων συνομηλίκων του βρίσκονται στη Βουλή ή θέλουν να συμμετάσχουν στις επόμενες εκλογές.

Γιατί ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ήδη από την εποχή που ήταν αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, φλέρταρε με την ιδέα να βάλει όριο ηλικίας για τις εκλογικές λίστες τα 70 χρόνια, αφενός, για συμβολισμό ανανέωσης και αφετέρου, για να απαλλαγεί από διάφορα πρόσωπα.

Το σχέδιο, με πρώτο εισηγητή τον Θωμά Βαρβιτσιώτη (της εταιρίας V+O και μυστικό σύμβουλο του πρωθυπουργού) και υποστηρικτές τον σημερινό υπουργό Επικρατείας Γ. Γεραπετρίτη και τον σημερινό κοινοβουλευτικό εκπρόσωπο της Ν.Δ. Σπ. Λιβανό, δεν προχώρησε πριν από τις εκλογές του Ιουλίου του 2019 για πρακτικούς λόγους. Ο κ. Μητσοτάκης δεν είχε κανέναν λόγο να διακινδυνεύσει να χάσει έστω και ελάχιστες ψήφους. Καθώς, μάλιστα, ο κ. Σαμαράς δεν είχε συμπληρώσει ακόμα το συγκεκριμένο όριο ηλικίας, εκτιμήθηκε ότι όσοι ήταν τότε εβδομηντάρηδες ούτε απειλητικοί ήταν για την ηγεσία της Ν.Δ. ούτε ικανοί να δώσουν το σήμα ανανέωσης αποχωρώντας.

Ωστόσο στις αρχές του 2021 όλα αυτά έχουν αλλάξει. Ο κ. Μητσοτάκης δεν έχει το περιθώριο να ριψοκινδυνεύσει απειλές κατά της ηγεσίας του. Ούτε θέλει να υπάρχουν πρόσωπα που ίσως διεκδικήσουν την εντολή σχηματισμού κυβέρνησης (όπως ακόμα ονειρεύεται και εύχεται ο κ. Σαμαράς) έπειτα από το χάος που θα επικρατήσει λόγω εκλογών με το σύστημα της απλής αναλογικής και εν όψει δεύτερου γύρου εκλογών με ενισχυμένη. Ο κ. Σαμαράς όχι μόνον καραδοκεί, αλλά μεθοδεύει ποικίλες κινήσεις με φίλους του υπουργούς, βουλευτές και απλούς πολιτευτές ανά την Ελλάδα.

Για τον ίδιο τον κ. Σαμαρά το ιδανικό σενάριο έχει δύο φάσεις:

Αν προκηρυχθούν πρόωρες εκλογές το 2021 ή ακόμα και το 2022, επιθυμεί να αξιοποιήσει τις αρνητικές οικονομικές συνέπειες της πανδημίας του κορωνοϊού και πιθανή εθνική κρίση με την Τουρκία.

Αν οι εκλογές γίνουν στο τέλος της τετραετίας, το 2023, τότε και πάλι ο πρώην πρωθυπουργός θα επιδιώξει τους ίδιους στόχους, αλλά -αν δεν το καταφέρει- έχει το εναλλακτικό σχέδιο «παράδοσης» της βουλευτικής έδρας της Μεσσηνίας στον γιο του Κώστα. Μια τέτοια εξέλιξη θα περιείχε μεγάλη έως τεράστια δόση ειρωνείας, αφού ο Αντώνης Σαμαράς θριάμβευσε στις εσωκομματικές εκλογές του Νοεμβρίου του 2009, καταγγέλλοντας την οικογενειοκρατία!

Πριν από το 2023 (για την ακρίβεια, πριν από το φθινόπωρο του 2022) ο κ. Σαμαράς δεν μπορεί να προωθήσει τον γιο του, επειδή γεννήθηκε τον Σεπτέμβριο του 1997 και δεν θα έχει συμπληρώσει το 25ο έτος του, ώστε να έχει αποκτήσει το δικαίωμα του εκλέγεσθαι.

Το «αμίλητο νερό» για τα ελληνοτουρκικά και τα Σκόπια;

Το δεύτερο πρόβλημα στρατηγικής του κ. Σαμαρά στη διάρκεια του 2021 αφορά τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, τα Σκόπια και, γενικότερα, τα εθνικά θέματα. Καθ’ όλη τη διάρκεια της πολιτικής πορείας του πόνταρε στις ευαισθησίες των Ελλήνων και την εποχή που ήταν υπουργός Εξωτερικών (1990-1992) και πρόεδρος της Πολιτικής Ανοιξης (1993-1996) πραγματικά έβαλε φρένο σε πολλές εθνικές υποχωρήσεις που άλλοι πολιτικοί απεργάζονταν.

Όμως και σε αυτό το κεφάλαιο όλα έχουν αλλάξει πλέον. Έχει γίνει ολοφάνερο ότι τα τελευταία χρόνια ο κ. Σαμαράς παρουσιάζει δύο όψεις. Η μία, και πιο πιθανή, εκδοχή είναι ότι «τζογάρει» με τα εθνικά θέματα και εκμεταλλεύεται το άδολο ενδιαφέρον των Ελλήνων, για να συντηρεί την εικόνα του «σκληρού» και να βρίσκει αφορμές για διατήρηση μιας αυτόνομης εσωκομματικής πτέρυγας. Η δεύτερη εκδοχή είναι ότι παραμένει εν μέρει ειλικρινής και πολύ απλά δεν πείθει και δεν τον ακούει κανείς.

Σε κάθε περίπτωση, στην πολιτική μετράει το αποτέλεσμα. Και ο κ. Σαμαράς δεν φέρνει αποτέλεσμα. Στο λεγόμενο «Μακεδονικό» οι σαμαρικοί καυχώνται ότι καταφέρνουν να μπλοκάρουν την κύρωση τριών μνημονίων Αθήνας – Σκοπίων από τη Βουλή των Ελλήνων.

Η πραγματικότητα είναι ότι τα συγκεκριμένα μνημόνια είναι επουσιώδη και ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη, αντί των προεκλογικών υποσχέσεων για βέτο στις Βρυξέλλες, υποστηρίζει φανατικά τις σχέσεις των Σκοπίων με την Ε.Ε.

Ο κ. Σαμαράς δεν τολμά καν να ψελλίσει ότι χρειάζεται αλλαγή της ελληνικής πολιτικής στην Ε.Ε. και δεν εκφράζει αντιρρήσεις για τις επικείμενες επισκέψεις του υπουργού Εξωτερικών της γειτονικής χώρας Μπ. Οσμάνι και του προέδρου της Δημοκρατίας Στ. Πεντάροβσκι.

Το ερώτημα, που δεν είναι απλώς παραπολιτικό αλλά βαθύτατα πολιτικό, είναι αν ο κ. Σαμαράς θα επιστρέψει στην Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κατ. Σακελλαροπούλου ως απαράδεκτη την πρόσκληση για το επίσημο δείπνο προς τιμήν του κ. Πεντάροβσκι ή αν θα εξευτελιστεί παριστάμενος στο μέγαρο της Ηρώδου Αττικού.

Οι άσπονδοι φίλοι του κ. Σαμαρά λένε -ειρωνικά- ότι ελπίζει στην παράταση των μέτρων κατά του κορωνοϊού, ώστε η δεξίωση να γίνει με ελάχιστα άτομα και χωρίς προσκλήσεις σε πρώην πρωθυπουργούς. Βέβαια, αυτό το ενδεχόμενο δεν λύνει όλα τα προβλήματα του κ. Σαμαρά, που θα πρέπει να βρει κάτι να πει και για τις σημαίες των Σκοπίων που θα κυματίζουν στο κέντρο της Αθήνας, όπως γίνεται πάντα στις επίσημες επισκέψεις ξένων ηγετών.

Ασφαλώς, το πρόβλημα για τη χώρα (και όχι μόνο για τον κ. Σαμαρά) είναι μεγαλύτερο όσον αφορά τις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Ο «τουρκοφάγος» κ. Σαμαράς διακήρυξε στις αρχές του περασμένου καλοκαιριού ότι «διάλογο με πειρατές δεν κάνεις». Σωστά! Γι’ αυτό και θα περίμενε κανείς να ξεσηκώσει το σύμπαν όταν η κυβέρνηση Μητσοτάκη, αντί διαλόγου, έκανε κάτι πολύ χειρότερο. Δήλωσε ότι η «κόκκινη γραμμή» της χώρας είναι στα 6 ναυτικά μίλια, παραχωρώντας δηλαδή στην Τουρκία δικαίωμα ερευνών (ή ακόμα και γεωτρήσεων) στη θαλάσσια ζώνη έως τα 12 ναυτικά μίλια (όπου η Ελλάδα έχει δικαίωμα επέκτασης των χωρικών υδάτων της) και εντός της ελληνικής υφαλοκρηπίδας.

Ο κ. Σαμαράς είτε δεν ενδιαφέρθηκε είτε δεν τόλμησε να αντιδράσει στη σημαντικότερη αλλαγή της ελληνικής πολιτικής έναντι της Τουρκίας τις τελευταίες δεκαετίες. Αλγεινή, επίσης, εντύπωση έχει προκαλέσει το γεγονός ότι από τον Μάρτιο, όταν ξέσπασε η κρίση στον Έβρο και από το καλοκαίρι, που το «Oruc Reis» αλώνιζε, ο κ. Σαμαράς δεν βρήκε να πει ούτε μία κουβέντα στήριξης για τους αξιωματικούς και τα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων και για τους διπλωμάτες μας.

Τις επόμενες εβδομάδες, όταν οι διερευνητικές συνομιλίες με την Τουρκία ίσως επαναληφθούν, ο πρώην πρωθυπουργός οφείλει να τοποθετηθεί. Θα πιει πάλι το «αμίλητο νερό» και δεν θα αντιδράσει ή θα βρει το θάρρος να εκφράσει αντίθετη γνώμη για τον διάλογο με τους «πειρατές»;

Η εξευτελιστική ταύτιση με τον Σ. Μιωνή της «λίστας Λαγκάρντ»

Ο κ. Σαμαράς, που προφανώς ζει σε άλλη εποχή ή σε κάποια αφρικανική «μπανανία», πιστεύοντας ότι οι ανεξάρτητοι εισαγγελείς δεν έχουν δικαίωμα να ερευνούν πολιτικούς, ήλπιζε ότι θα έχουν απήχηση στην κοινή γνώμη οι θεωρίες του περί «σκευωρίας Novartis», ώστε να επανέλθει στο προσκήνιο. Ούτε κι αυτό το πολιτικό στοίχημα του βγαίνει. Η πρόσφατη κατάθεσή του στον Άρειο Πάγο έγινε μετά βίας μονόστηλο και το Μαξίμου εκμεταλλεύεται την υπόθεση για να παρουσιάσει (πολύ εύκολα και δικαίως) ότι ο κ. Σαμαράς ασχολείται μόνο με το παρελθόν και ο κ. Μητσοτάκης μόνο με το μέλλον.

Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, ο κ. Σαμαράς είχε την έμπνευση να διευρύνει το κατηγορητήριο της Novartis κατά του πρώην αναπληρωτή υπουργού Δικαιοσύνης Δημ. Παπαγγελόπουλου μέσω της ψευδομαρτυρίας του πρωταγωνιστή της «λίστας Λαγκάρντ» Σάμπυ Μιωνή.

Προ ημερών, κατά την παρουσίαση του βιβλίου του βουλευτή του ΚΙΝ.ΑΛ. Ανδρ. Λοβέρδου (όπου ομολογείται εν ψυχρώ η σκευωρία της διασύνδεσης των υποθέσεων Novartis – Μιωνή), ο κ. Σαμαράς ξεπέρασε το όριο του κωμικού. Δήλωσε ότι οι εισαγγελικές έρευνες για τον Ελληνοϊσραηλινό πρωταγωνιστή της «λίστας Λαγκάρντ» (από το 2012-2013) αποτελούσαν «πρόβα τζενεράλε» και για τη Novartis (του 2018), με ανάμειξη των ίδιων προσώπων.

Δεν εξήγησε όμως (γιατί το ψέμα και οι φαιδρότητες δεν εξηγούνται) πώς είναι δυνατόν ο κ. Παπαγγελόπουλος, που ήταν συνταξιούχος το 2012-2013 και οι εισαγγελείς, που τότε υπηρετούσαν σε άσχετες θέσεις, να γνώριζαν την υπόθεση Μιωνή. Και πώς μπορούσαν να ασχοληθούν με τη «λίστα Λαγκάρντ», προβλέποντας ταυτόχρονα και το σκάνδαλο Novartis, που θα αποκαλυπτόταν πολύ αργότερα στις ΗΠΑ, όπου η φαρμακευτική εταιρία αναγκάστηκε να πληρώσει τεράστια πρόστιμα.

Οσο οι μέρες περνούν, ο πρώην πρωθυπουργός συνειδητοποιεί ότι το σχέδιο γίνεται μπούμερανγκ. Γιατί κανείς δεν ασχολείται με το θέμα της Novartis αλλά με τις σχέσεις του κ. Σαμαρά με τον Σ. Μιωνή, τον συνεταίρο του (και σύμβουλο του πρώην πρωθυπουργού) Στ. Παπασταύρου και τον μεγαλοεπιχειρηματία της Θεσσαλονίκης Κων. Χαΐτογλου.

Σύμφωνα με ειδική έκθεση της ΕΛ.ΑΣ., που οι φίλοι του κ. Σαμαρά στην Προανακριτική της Βουλής για την υπόθεση Παπαγγελόπουλου προσπάθησαν να αποκρύψουν, ο Μιωνής και οι συνεργάτες του (χρηματιστές και τραπεζικοί) ήταν διαχειριστές τεράστιων ποσών που βρίσκονταν στους λογαριασμούς του κ. Χαΐτογλου. Εν πολλοίς δε ποσών που δεν δικαιολογούνται από την οικονομική επιφάνεια του Θεσσαλονικιού βιομηχάνου ούτε βέβαια από τη μελλοντική προσφυγή του κ. Χαΐτογλου σε έναν τεράστιο δανεισμό, που τελικά δεν μπόρεσε να εξυπηρετήσει… Ο κ. Σαμαράς είναι στενότατος φίλος του κ. Χαΐτογλου, κάνουν μαζί διακοπές κάθε καλοκαίρι και οι δεσμοί τους είναι κάτι παραπάνω από αδελφικοί.

Το στοιχείο αυτό, που είναι προφανέστατο ότι θα διερευνηθεί εκτενώς κατά την ανακριτική διαδικασία στον Άρειο Πάγο για την υπόθεση Παπαγγελόπουλου, εξηγεί σε μεγάλο βαθμό (ίσως είναι και η πιο αθώα και ήπια εκδοχή) τη συγκάλυψη της «λίστας Λαγκάρντ» που επιδίωκε ο κ. Σαμαράς.

Το εκπληκτικό της υπόθεσης είναι ότι, όταν η «δημοκρατία» αποκάλυψε την έκθεση της ΕΛ.ΑΣ., στις αρχές του καλοκαιριού, ο Σ. Μιωνής έσπευσε να διαχωρίσει τη θέση του και να «καρφώσει» τον Μεσσήνιο πολιτικό και τον Θεσσαλονικιό οικονομικό παράγοντα. Ζήτησε με εξώδικο να μην κηλιδώνεται με αναφορές σε «σκοτεινές και αμφιβόλου νομιμότητας δραστηριότητες, τόσο οικονομικές όσο και πολιτικές και κοινωνικές». Ο κ. Σαμαράς όχι μόνο δεν τόλμησε να απαντήσει στις βαρύτατες κατηγορίες, αλλά επέλεξε (ή αναγκάστηκε, επειδή κάτι φοβάται) να στηρίξει απόλυτα τον Σ. Μιωνή, που τις διατύπωσε.

Κατάντια και εξευτελισμός για οποιονδήποτε πολιτικό σε οποιαδήποτε χώρα. Και τι άλλο θα μάθουμε…