Καθώς η επικοινωνία με τα νησιά της Τόνγκα σταδιακά αποκαθίσταται μετά την ισχυρής έντασης ηφαιστειακή έκρηξη που συγκλόνισε ολόκληρο τον πλανήτη, η ιστορία ενός άνδρα που παρασύρθηκε από το τσουνάμι που ακολούθησε και επέπλευσε στα τεράστια κύματα επί 24 ολόκληρες ώρες, πριν καταφέρει εντέλει να επιστρέψει σώος στη στεριά έχει κάνει τον γύρο του κόσμου.
Ο Λισάλα Φολάου, ένας συνταξιούχος ξυλουργός, δήλωσε στον τοπικό ραδιοφωνικό σταθμό Broadcom FM ότι κολύμπησε και επέπλευσε από το νησί της Ατάτα, όπου ζει μόνιμα, μέσω δύο άλλων, ακατοίκητων νησιών, μέχρι τελικά να καταφέρει να προσεγγίσει το κεντρικό νησί Τονγκατάπου, διανύοντας συνολικά την διόλου ευκαταφρόνητη απόσταση των 13 χιλιομέτρων.
Ο Τζορτζ Λαβάκα, δημοσιογράφος του σταθμού, μετέφρασε στα αγγλικά τη συνέντευξή του και την ανάρτησε στο Facebook, από όπου κυκλοφόρησε στα διεθνή ΜΜΕ.
Ο Φολάου δήλωσε ότι έβαφε το σπίτι του το Σάββατο, όταν ενημερώθηκε για το τσουνάμι.
«Ο μεγαλύτερος αδερφός μου και η ανιψιά μου ήρθαν να με βοηθήσουν, μέχρι τότε το κύμα είχε φτάσει μέχρι το σαλόνι μας, μετακινηθήκαμε σε άλλο δωμάτιο του σπιτιού και τότε έφτασε ένα μεγαλύτερο κύμα, αυτό το κύμα εκτιμώ ότι δεν ήταν μικρότερο από περίπου έξι μέτρα».
«Θυμηθείτε ότι είμαι ανάπηρος. Δεν μπορώ να περπατήσω καλά. Και όταν το κάνω, νομίζω ότι ένα μωρό περπατά πιο γρήγορα από εμένα», πρόσθεσε.
«Κρυφτήκαμε στην ανατολική πλευρά του σπιτιού, τα κύματα έρχονταν από τα δυτικά, οπότε καταφέραμε να ξεφύγουμε».
Όπως λέει, στη συνέχεια ο ίδιος και η ανιψιά του σκαρφάλωσαν σε ένα δέντρο, ενώ ο αδερφός του έφυγε για να αναζητήσει βοήθεια. Όταν τα κύματα υποχώρησαν, κατέβηκαν από το δέντρο. Όμως αμέσως μετά, τους χτύπησε ένα ακόμη μεγαλύτερο κύμα.
«Όταν το κύμα χτύπησε τη γη ακριβώς από κάτω μας, εγώ και η ανιψιά μου, η Ελισίβα, δεν είχαμε από πουθενά να πιαστούμε και παρασυρθήκαμε από τη θάλασσα. Αυτό συνέβη στις 7 το απόγευμα», εξήγησε.
«Επιπλέαμε στη θάλασσα, φωνάζοντας ο ένας το όνομα του άλλου. Ήταν πολύ σκοτεινά και δεν μπορούσαμε να δούμε ο ένας τον άλλο. Πολύ σύντομα σταμάτησα να την ακούω να με φωνάζει, αλλά άρχισα να ακούω τη φωνή του γιου μου».
Ο Φολάου σημείωσε ότι τότε αποφάσισε να μην απαντήσει στον γιο του, φοβούμενος ότι θα ρίσκαρε τη δική του ζωή για να τον σώσει.
«Η αλήθεια είναι ότι κανένας γιος δεν θα μπορούσε να εγκαταλείψει τον πατέρα του. Αλλά για εμένα, ως πατέρας, έμεινα σιωπηλός γιατί αν του απαντούσε θα πηδούσε στο νερό για να με σώσει. Αλλά καταλαβαίνω τη δύσκολη κατάσταση και σκέφτηκα ότι αν τα πράγματα χειροτέρευαν θα ήταν καλύτερα να ήμουν μόνος μου».
Όπως είπε, κατάλαβε ότι αν κρατιόταν από έναν κορμό, η οικογένειά του θα κατάφερνε να βρει τουλάχιστον το πτώμα του, αν πνιγόταν.
«Επέπλεα και τελικά έφτασα στα ανατολικά του νησιού Τοκετόκε».
Κάποια στιγμή το πρωί της Κυριακής, είδε μια βάρκα του λιμενικού να κατευθύνεται προς το νησί Ατάτα.
«Άρπαξα ένα κουρέλι και το κουνούσα, όμως η βάρκα δεν με είδε. Μετά, καθώς επέστρεφε στην Τόνγκα, κούνησα ξανά το κουρέλι, αλλά ίσως δεν με είδαν και πάλι».
Στη συνέχεια προσπάθησε να προσεγγίσει το νησί Πολόα, ξεκινώντας περίπου στις 10 το πρωί και φτάνοντας στις 6 το απόγευμα της Κυριακής.
«Φώναζα και ούρλιαζα για βοήθεια, όμως δεν ήταν κανείς εκεί. Η σκέψη μου πλέον ήταν στην ανιψιά μου, γιατί παρασυρθήκαμε μαζί και εγώ είχα επιβιώσει».
Ο Φολάου εξήγησε ότι προσπάθησε να συγκεντρωθεί στην επόμενη κίνησή του: «Πλέον ήμουν αποφασισμένος να φτάσω στο μουίι Σόπου». Το Σόπου βρίσκεται στα δυτικά της πρωτεύουσας Νουκουαλόφα, στο κύριο νησί της Τονγκατάπου.
«Σκεφτόμουν την αδερφή μου στην Χοφόα που υποφέρει από διαβήτη και τη μικρότερη κόρη μου που έχει καρδιακά προβλήματα. Όλες αυτές οι σκέψεις έτρεχαν στο μυαλό μου».
Περίπου στις 9 το πρωί, ο Φολάου δήλωσε ότι παραπάτησε προς ένα σπίτι στο Σόπου, φτάνοντας τελικά στο τέλος ενός δρόμου, όπου ένα διερχόμενο αυτοκίνητο σταμάτησε και ο οδηγός τον πήγε στο σπίτι του.
Ο Guardian δεν μπόρεσε να μάθει πληροφορίες για την τύχη του γιου και της ανιψιάς του Φολάου, που κινδύνευσαν μαζί του στην Ατάτα. Ωστόσο, μόνο τρεις άνθρωποι έχουν βεβαιωθεί ως νεκροί από το τσουνάμι και κανείς δεν προερχόταν από το συγκεκριμένο νησί.
Ο άλλος γιος του, ο Ταλιβακαόλα Φολάου, εξέφρασε την ευγνωμοσύνη του στο Facebook: «Μια ιστορία που δεν θα ξεχάσω ποτέ στη ζωή μου… Καθώς μιλούσα με την οικογένειά μου στην Τόγνκα, δεν μπορούσα να σταματήσω να κλαίω σκεπτόμενος τον μπαμπά μου να κολυμπάει γύρω-γύρω στον ωκεανό μετά το τσουνάμι… Πονάει η καρδιά μου να σε φαντάζομαι να πίνεις θαλασσινό νερό μπαμπά, αλλά είσαι ένας άνθρωπος με ισχυρή θέληση».
Η ιστορία, φυσικά, έγινε viral στα κοινωνικά δίκτυα, όπου τη μοιράστηκε πρώτη η δημοσιογράφος Μαριάν Κουπού.
Με πληροφορίες από Guardian