Από το καθολικό lockdown και το ολικό πάγωμα της τουριστικής αγοράς την άνοιξη και την προσπάθεια για το άνοιγμα της σεζόν τον Ιούλιο, στο “απότομο” χαμήλωμα του πήχη των προσδοκιών στο τέλος του καλοκαιριού και -στην παρούσα χρονική συγκυρία- μπροστά στο δεύτερο, σφοδρότερο κύμα της COVID-19 που ανατρέπει για ακόμη μια φορά όλο τον σχεδιασμό για την ανάκαμψη του κλάδου.
Η φετινή πορεία του τουρισμού, ήδη από το ξέσπασμα της πανδημίας, διαγραφόταν δύσκολη, ενώ, όσο περνούσε ο καιρός, η σεζόν χαρακτηριζόταν στο μεγαλύτερο μέρος της χαμένη. Εντούτοις, λόγω της επέκτασης του προγράμματος από τους μεγάλους tour operators μέχρι και τον Νοέμβριο και της σχετικά καλής επιδημιολογικής εικόνας που παρουσίαζε η Ελλάδα μέχρι και τα μέσα του φθινοπώρου, υπήρχε η ελπίδα πως θα σωζόταν ένα επιπλέον μέρος των τουριστικών εσόδων. Παράλληλα, είχε ξεκινήσει ο πρώτος σχεδιασμός για το 2021.
Πλέον η εικόνα έχει ανατραπεί, τόσο στο σκέλος της αποτίμησης της φετινής περιόδου όσο και στον προγραμματισμό της επόμενης. Η ραγδαία άνοδος των κρουσμάτων σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η υιοθέτηση από όλο και περισσότερα κράτη του lockdown (Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία, Μεγάλη Βρετανία) για την αναχαίτιση του δεύτερου πανδημικού κύματος, η έκρηξη στον αριθμό των διασωληνωμένων, το κλείσιμο συνόρων, οι αυστηρές συστάσεις για περιορισμό των μη αναγκαίων μετακινήσεων, ρίχνουν για ακόμη μια φορά βαριά “σκιά” στην τουριστική δραστηριότητα.
Σύμφωνα με τις τελευταίες εκτιμήσεις επιχειρηματιών του χώρου, οι εισπράξεις φέτος αναμένεται να κινηθούν λίγο πάνω από τα τρία δισεκατομμύρια ευρώ, με την αγορά να χάνει τελικά φέτος περισσότερα από δεκαπέντε δισ. (σημειώνεται πως το 2019 οι εισπράξεις από τον κλάδο είχαν φτάσει τα 18,2 δισ.), αλλά παράλληλα και μεγάλο μέρος της δυναμικής που είχε κερδίσει την τελευταία εξαετία, με συνεχόμενα ρεκόρ τόσο στις αφίξεις όσο και στα έσοδα.
Φορείς της τουριστικής αγοράς τοποθετούν πλέον την επανεκκίνηση της τουριστικής δραστηριότητας μετά το δεύτερο εξάμηνο του 2021. Τα πάντα, όπως σημειώνουν επιχειρηματίες που γνωρίζουν καλά τον χώρο, θα εξαρτηθούν από τρεις κρίσιμες συνιστώσες: την εξέλιξη των υγειονομικών δεικτών που σε μεγάλο μέρος βασίζονται και στο πότε θα είναι διαθέσιμο εμβόλιο για τον νέο κορονοϊό, το πώς θα είναι οι βασικές για τον ελληνικό τουρισμό αγορές κι αν θα ανοίξουν τα ευρωπαϊκά σύνορα με τις ΗΠΑ, αλλά και την κατάσταση που θα βρίσκονται οι μεγάλοι ανταγωνιστές του ελληνικού τουρισμού, με σημαντικότερους την Ιταλία και την Ισπανία.
Η εικόνα είναι ρευστή και καμία εκτίμηση δεν μπορεί να γίνει για το πώς θα κινηθεί ο τουρισμός από τα μέσα της επόμενης χρονιάς, πόσες τουριστικές επιχειρήσεις θα έχουν καταφέρει μέχρι τότε να έχουν σταθεί όρθιες, αν θα έχει αποκατασταθεί έστω σε κάποιο βαθμό η τουριστική εμπιστοσύνη, ποιος θα είναι ο προγραμματισμός θέσεων από τις αεροπορικές εταιρείες, πως θα κινηθούν τα πακέτα από τους μεγάλους τουριστικούς οργανισμούς. Τα ερωτηματικά είναι πολλά και σύνθετα και όπως έχει φανεί, όλα μπορεί να αλλάξουν από στιγμή σε στιγμή.
Είναι χαρακτηριστικό πως στελέχη της TUI, του μεγαλύτερου ταξιδιωτικού οργανισμού της Ευρώπης, πριν από λίγες εβδομάδες είχαν αναφέρει πως ο όμιλος βλέπει μεγάλη ζήτηση για την Ελλάδα για το 2021, ενώ υπό προϋποθέσεις και όπως εξελίσσονταν οι κρατήσεις, θα κρατούσε ανοικτή τη φετινή σεζόν μέχρι και τα μέσα Νοεμβρίου σε πρώτη φάση, ίσως και αργότερα, επιτυγχάνοντας τον στόχο του εντός εκατομμυρίου επισκεπτών φέτος προς τους ελληνικούς προορισμούς. Όπως είχαν πει, εάν οι συνθήκες σε σχέση την πανδημία εξελιχθούν θετικά σε Ελλάδα, Γερμανία και Ηνωμένο Βασίλειο, το 2021 μπορεί να είναι μια χρονιά που θα προσεγγίσει τα επίπεδα του 2019. Αυτές ήταν οι εκτιμήσεις πριν από την εκτόξευση της διασποράς στην Ευρώπη.
Οι αριθμοί από τα βασικά αεροδρόμια της χώρας αποτυπώνουν τη εικόνα των απωλειών. Στο εννεάμηνο καταγράφηκαν 5 εκατ. διεθνείς αεροπορικές αφίξεις έναντι 18,8 εκατ. της περιόδου Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2019, παρουσιάζοντας μείωση κατά -73,4%/-13,8 εκατ. αφίξεις.
Την ίδια περίοδο, πέντε αεροδρόμια κατέγραψαν μείωση μεγαλύτερη από 1 εκατομμύριο διεθνείς αεροπορικές αφίξεις. Συγκεκριμένα, στο Διεθνές Αεροδρόμιων Αθηνών καταγράφηκαν 1,7 εκατ. διεθνείς αεροπορικές αφίξεις παρουσιάζοντας μείωση -3,5 εκατ./-67,3%. Ακολούθησε το αεροδρόμιο του Ηρακλείου όπου καταγράφηκαν 757 χιλ. διεθνείς αεροπορικές αφίξεις παρουσιάζοντας μείωση -2,2 εκατ./-74,6%. Στο αεροδρόμιο της Ρόδου καταγράφηκαν 455 χιλ. διεθνείς αεροπορικές αφίξεις, έχοντας μείωση -1,7 εκατ. /-78,7% ενώ στο αεροδρόμιο της Θεσσαλονίκης καταγράφηκαν 621 χιλ. διεθνείς αεροπορικές αφίξεις παρουσιάζοντας μείωση -1,3 εκατ. /-66,9%. Στο αεροδρόμιο της Κέρκυρας σημειώθηκε μείωση κατά -1 εκατ./-74,3% ενώ οι διεθνείς αεροπορικές αφίξεις ανήλθαν σε 351 χιλ.
Στο σκέλος των εσόδων, σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος, στο οκτάμηνο οι ταξιδιωτικές εισπράξεις εμφάνισαν μείωση κατά 79,7% σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του 2019 και διαμορφώθηκαν στα 2,68 δισ. ευρώ.
Για τα ξενοδοχεία τα δύσκολα είναι ακόμη μπροστά. Είναι χαρακτηριστικό πως οι φετινές απώλειες για το σύνολο του ξενοδοχειακού κλάδου, σύμφωνα με φορείς του χώρου, υπολογίζεται πως θα προσεγγίσουν τα 6 δισεκατομμύρια ευρώ. Σημειώνεται πως το 2019 ο τζίρος που πέτυχαν τα ξενοδοχεία έφτασε τα 8,4 δισ. ευρώ.
Η τελευταία έρευνα του Ινστιτούτου Τουριστικών Ερευνών και Προβλέψεων για λογαριασμό του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδος είχε δείξει πως από το σύνολο των ξενοδοχείων της χώρας που λειτούργησαν το 2019 (9.971), υγειονομικό πρωτόκολλο δημιούργησε το 67% των ξενοδοχείων, με σκοπό να ανοίξουν. Ωστόσο, μόλις το 60% των ελληνικών ξενοδοχείων λειτούργησε τελικά φέτος.