Η διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων ήταν ανέκαθεν ένα ακριβό… σπορ.
Το καταδεικνύουν τα 55 δισεκατομμύρια δολάρια που στοίχισαν οι Χειμερινοί Ολυμπιακοί Αγώνες του 2014 στο Σότσι της Ρωσίας -οι πιο ακριβοί όλων των εποχών.
Το πιστώνουν και τα 40 δισεκατομμύρια δολάρια που κόστισαν οι ακριβότεροι μέχρι σήμερα Θερινοί Ολυμπιακοί Αγώνες, το 2008, στο Πεκίνο (που τον Φεβρουάριο του 2022 ετοιμάζεται να διοργανώσει και Χειμερινούς).
Τα στοιχεία και από αυτές τις δύο διοργανώτριες πόλεις δείχνουν πάντως κέρδη, όχι ζημίες.
Προοπτική, που για πανδημικούς «Ολυμπιακούς Αγώνες Τόκιο 2020» (αυτή παραμένει η επίσημη ονομασία τους, κι ας είμαστε στο 2021) φαντάζει μάλλον απίθανη και ήδη μακρινή.
Σύμφωνα με έκθεση ερευνητών στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης -που αμφισβητήθηκε έντονα από τη Διεθνή Ολυμπιακή Επιτροπή (ΔΟΕ)- «όλοι οι Ολυμπιακοί Αγώνες από το 1960 έχουν υπερβεί τον προϋπολογισμό τους, κατά μέσο όρο 172% σε πραγματικούς όρους: ρεκόρ υπέρβασης για κάθε τύπο μεγάλου έργου».
Όταν το Τόκιο επελέγη το 2013 για τη διοργάνωση των Ολυμπιακών και Παραολυμπιακών Αγώνων του 2020 (δεύτερη φορά μεταπολεμικά), οι Ιάπωνες μιλούσαν για κόστος 7,3 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Τον Δεκέμβριο του 2019 -λίγο πριν από την αναβολή των Αγώνων, το 2020, λόγω πανδημίας- οι υπολογισμοί τους είχαν αυξηθεί στα 12,6 δισεκατομμύρια δολάρια: τα 5,6 δισ. δολ. από ιδιωτικά κεφάλαια και τα υπόλοιπα από την τσέπη των φορολογουμένων.
Από τότε, ωστόσο, η έκθεση ελέγχου άλλα έλεγε, προειδοποιώντας ότι ο τελικός λογαριασμός θα έφτανε τα 22 δισεκατομμύρια δολάρια.
Βάσει του πέμπτου και πιο πρόσφατου αναθεωρημένου προϋπολογισμού των Ιαπωνών για το κόστος των Αγώνων, που δημοσιοποιήθηκε πέρυσι τον Δεκέμβριο, το κόστος έχει φτάσει επίσημα τα 15,4 δισεκατομμύρια δολάρια.
Η νέα έκθεση ελέγχου κάνει λόγο για περίπου 20 δισ. δολ. Σε δημοσιεύματα του εγχώριου και διεθνού Τύπου κυκλοφορούν σενάρια για 28 δισ. δολ.
Σε κάθε περίπτωση, οι Ολυμπιακοί Αγώνες του Τόκιο θα είναι σίγουρα οι τρίτοι πιο ακριβοί στα χρονικά…
Σε αυτό, συνέβαλαν πολλά.
Η αναβολή των Αγώνων από μόνη της κοστολογείται από το Τόκιο στα 2,8 δισεκατομμύρια δολάρια.
Προστέθηκαν τουλάχιστον άλλα 870 εκατομμύρια δολάρια έκτακτων κονδυλίων για μέτρα ανάσχεσης του κοροναϊού (σήμερα, η ιαπωνική πρωτεύουσα είναι ξανά σε κατάσταση έκτακτης υγειονομικής ανάγκης).
Περί τα 490 εκατομμύρια δολάρια στοίχισε -σύμφωνα με την ιαπωνική αγγλόφωνη εφημερίδα Nikkei Asia– η συντήρηση του Ολυμπιακού Χωριού, «συμπεριλαμβανομένων των τελευταίων πρόσθετων εξόδων για παράταση της περιόδου μίσθωσης και για την κάλυψη του κόστους των παρεχόμενων ιατρικών υπηρεσιών».
Χρειάστηκε επίσης να γίνει παράταση των συμβάσεων μίσθωσης οχημάτων και λειτουργικών συστημάτων.
Οι δαπάνες για ηλεκτρικό και άλλο εξοπλισμό -απαραίτητες για τη διοργάνωση των εκδηλώσεων- αυξήθηκαν κατά 181 εκατομμύρια δολάρια, λόγω επανεγκατάστασης του εξοπλισμού, μετά την περσινή αναβολή.
Άλλα 822,6 εκατομμύρια δολάρια σε προσδοκώμενα έσοδα «εξανεμίστηκαν», με την -υγειονομικά ορθή- απαγόρευση της παρουσίας θεατών στους Αγώνες.
Στο μεσοδιάστημα, η Ιαπωνία είχε ήδη φτιάξει 19 νέα στάδια, εκ των οποίων τα 10 προσωρινά, και είχε ανακαινίσει 18 προϋπάρχοντα, ξοδεύοντας συνολικά 7 δισεκατομμύρια δολάρια, για τελικά άδειες κερκίδες.
Οι επίσης άνευ θεατών τελετές έναρξης και λήξης έχουν συνολικό κόστος πάνω από 200 εκατομμύρια δολάρια.
Στα μείον προσμετρώνται και οι απώλειες εσόδων από τον τουριστικό τομέα: υπολογίζονταν κοντά στα 2 δισεκατομμύρια δολάρια, κατά τις 17 ημέρες της διάρκειας των Ολυμπιακών Αγώνων (23/7-8/8), χώρια των Παραολυμπιακών, που θα ακολουθήσουν.
Από την τηλεοπτική μετάδοση, εν τω μεταξύ, οι Ιάπωνες δεν έχουν να περιμένουν κάτι. Τα παχυλά έσοδα εισπράττει, μέσω των πνευματικών δικαιωμάτων, η ΔΟΕ.
Επίσημος χορηγός της ΔΟΕ, των εθνικών Ολυμπιακών Επιτροπών και των διοργανωτών των Αγώνων μέχρι το 2024, η ιαπωνική αυτοκινητοβιομηχανία Toyota έριξε πρώτη τη «βόμβα».
Αφουγκραζόμενη την κλιμακούμενη αγανάκτηση της πλειονότητας των Ιαπώνων, απέσυρε τις τηλεοπτικές διαφημίσεις της για τους Αγώνες εντός Ιαπωνίας (αν και τις συνεχίζει στο εξωτερικό), ενώ ακύρωσε την εκπροσώπησή της στην τελετή έναρξης.
Απογοήτευση επικρατεί και στις τάξεις των 60 εγχώριων χορηγών, που έβαλαν βαθιά το χέρι στη τσέπη.
Έδωσαν συνολικά 3 δισεκατομμύρια δολάρια -το μεγαλύτερο ποσό από εταιρείες διοργανώτριας χώρας, στα χρονικά των Ολυμπιακών Αγώνων.
Κάλυψαν, έτσι, το 60% του συνολικού προϋπολογισμού της Οργανωτικής Επιτροπής του Τόκιο.
Τώρα όμως βλέπουν να τους γλιστρά από τα χέρια μια «χρυσή» (και ακριβοπληρωμένη) ευκαιρία διαφήμισης, σε ένα κοινό που όχι μόνο δεν θα είναι στις κερκίδες, αλλά και δείχνει στο μεγαλύτρο μέρος του να μην θέλει καμιά συμμετοχή στη «μεγαλύτερη αθλητική γιορτή».
Με αυτούς τους Ολυμπιακούς Αγώνες, σχολιάζει η Wall Street Journal, η Ιαπωνία ήθελε να δείξει ότι παραμένει μια παγκόσμια δύναμη – παρά τον μειούμενο πληθυσμό της και την επισκίαση της οικονομίας της από την Κίνα- και ότι ανέκαμψε από την τριπλή καταστροφή του 2011.
«Το σίγουρο είναι ότι ακόμη και οι χειρότερες προβλέψεις για τη ζημία των Αγώνων θα είναι μικρότερες από μια εκατοστιαία μονάδα του μεγέθους της οικονομίας της Ιαπωνίας», υπογραμμίζει η έγκριτη αμερικανική εφημερίδα.
Παρ’ όλα αυτά, με τις βουλευτικές εκλογές του Οκτωβρίου να πλησιάζουν, ο ιαπωνικός Τύπος γράφει ότι η οργανωτική επιτροπή (ο προϋπολογισμός της οποίας είναι πια στο «κόκκινο»), η Μητροπολιτική Κυβέρνηση του Τόκιο (που έχει αυξημένα έξοδα, λόγω της υγειονομικής κρίσης) και η ιαπωνική κυβέρνηση παίζουν… καθυστερήσεις στο πόσο και ποιος θα επωμιστεί το αυξημένο κόστος των Ολυμπιακών Αγώνων.
Η εξήγηση που έδωσε στην ιαπωνική εφημερίδα Mainichi Shimbun «άτομο κοντά στην οργανωτική επιτροπή»;
«Δεν πρέπει να τσακωνόμαστε, πριν αρχίσουν οι Αγώνες». Η συνέχεια προδιαγράφεται μάλλον ταραχώδης…