Ένας «ξεχασμένος πόλεμος» στη γειτονιά της Ευρώπης μοιάζει έτοιμος να αναζωπυρωθεί. Εδώ και αρκετές ημέρες, αν όχι εβδομάδες, άλλωστε, τα τύμπανα έχουν αρχίσει να ηχούν πιο δυνατά στην ανατολική Ουκρανία και τις αυτόνομες επαρχίες του Ντονμπάς, με «θερμά επεισόδια» (με νεκρούς, σύμφωνα με τις πληροφορίες) και συγκέντρωση στρατευμάτων εκατέρωθεν των συνόρων.
Τα αντίπαλα στρατόπεδα κατηγορούν το ένα το άλλο ότι παραβιάζει την εκεχειρία του 2015. Ταυτόχρονα, Μόσχα και Κίεβο, ΗΠΑ και ΝΑΤΟ ανεβάζουν τους τόνους, προαναγγέλλοντας εξελίξεις – πιθανότατα δραματικές.
«Οι Σύμμαχοι συμφωνούν και ανησυχούν για την έντονη και μεγάλης έκτασης στρατιωτική δραστηριότητα της Ρωσίας εντός της Ουκρανίας και γύρω από αυτήν», δήλωσε εκπρόσωπος του ΝΑΤΟ, κατηγορώντας τη Μόσχα για «αποσταθεροποιητικές ενέργειες». «Με την επίδειξη δύναμης και τις στρατιωτικές ασκήσεις (…) η Ρωσία επιδιώκει να δημιουργήσει μια ατμόσφαιρα απειλής», είπε και ο πρόεδρος της Ουκρανίας, Βολοντίμιρ Ζελένσκι.
Από την πλευρά του, ο Βλαντιμίρ Πούτιν φέρεται να έθεσε επιτακτικά το θέμα στην Ανγκελα Μέρκελ και τον Εμανουέλ Μακρόν, στην επικοινωνία που είχαν αυτή την εβδομάδα, καλώντας τους να αποτρέψουν περαιτέρω κλιμάκωση. «Η κατάσταση στην διαχωριστική γραμμή προκαλεί μάλλον τρόμο», είπε ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου, Ντμίτρι Πεσκόφ.
Ο δε Σεργκέι Λαβρόφ αφαίρεσε για λίγο τη «μάσκα» του διαλόγου και φρόντισε να διαμηνύσει προς κάθε κατεύθυνση τις πραγματικές προθέσεις της Ρωσίας: Κάθε απόπειρα να ξεσπάσει μια νέα σύρραξη στην περιοχή του Ντονμπάς θα μπορούσε να οδηγήσει στην καταστροφή της Ουκρανίας, δήλωσε ο πολύπειρος υπουργός Εξωτερικών, σύμφωνα με το Tass.
Η εικόνα περιπλέκεται περισσότερο και γίνεται πιο ανησυχητική εξαιτίας των μηνυμάτων που έρχονται από τη Βαλτική. Από εκεί, δηλαδή, όπου το επίμαχο ζήτημα είναι ο ρωσο-γερμανικών συμφερόντων αγωγός Nord Stream 2, ο οποίος έχει προκαλέσει την έντονη αντίδραση των Ηνωμένων Πολιτειών και κυρώσεις από την πλευρά τους – έστω κι αν έχει προχωρήσει κατά 95% και απομένουν μόλις 121 χιλιόμετρα έως ότου ολοκληρωθεί.
Πρόκειται για ένα αγωγό ο οποίος συνδέεται άμεσα με την αντιπαράθεση ανάμεσα σε Μόσχα και Κίεβο, καθώς η λειτουργία του θα υποβαθμίσει τον ρόλο της Ουκρανίας ως διαμετακομιστικού κέντρου για τον εφοδιασμό της Ευρώπης με ενέργεια. Κατά συνέπεια, θα περιορίσει τη σημασία της χώρας για την ΕΕ, η οποία έτσι θα είναι λιγότερο πρόθυμη να παρέμβει για να περιορίσει τις… ορέξεις του Πούτιν.
«Παρατηρείται μεγαλύτερη δραστηριότητα πολεμικών σκαφών, αεροσκαφών και ελικοπτέρων, καθώς και εμπορικών πλοίων τρίτων χωρών στην περιοχή των έργων κατασκευής του αγωγού Nord Stream 2, μετά την επανέναρξή τους», δήλωσε ο επικεφαλής της κοινοπραξίας, Αντρέι Μίνιν. Έκανε δε λόγο για «ενέργειες που αποτελούν καλά σχεδιασμένες και οργανωμένες προκλήσεις».
«Αναμένουμε να εποπτευθούν και να τηρηθούν στο ακέραιο όλες οι ρυθμίσεις που αφορούν τη ναυσιπλοΐα», προειδοποίησε ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών της Ρωσίας, Αλεξάντερ Γκρούσκο.
Τα ανησυχητικά μηνύματα δεν σταματούν να έρχονται. Αυτή την εβδομάδα, για του λόγου το αληθές, το ΝΑΤΟ ανέφερε δεκάδες παραβιάσεις που προκάλεσαν την επέμβαση των αεροσκαφών του στην Βαλτική και τη Μαύρη Θάλασσα (όπου βρίσκεται η Κριμαία, την οποία η Ρωσία προσάρτησε το 2014). Η Μόσχα, από την πλευρά της, ανέφερε ότι τα ραντάρ της χώρας εντόπισαν στο ίδιο διάστημα 50 ξένα αεροσκάφη που εκτελούσαν αναγνωριστικές πτήσεις κοντά στα σύνορα της Ρωσίας.
Να περιμένουμε, λοιπόν, μια ανάφλεξη στην περιοχή, πιθανότατα στο Ντονμπάς; Μπροστά σε αυτό το ερώτημα, αρκετοί σπεύδουν να θέσουν δύο άλλα, πρωθύστερα: Μα έχει την ικανότητα η χρεοκοπημένη Ουκρανία να σταθεί απέναντι στις ρωσικές στρατιές; Ή μήπως της έχει διαμηνύσει το ΝΑΤΟ ότι αυτή τη φορά θα σπεύσει στο πλευρό της, διακινδυνεύοντας μια κατά μέτωπο σύγκρουση, με άδηλη – αλλά σίγουρα καταστροφική – κατάληξη;
Το αρχικό ερώτημα προφανώς έχει προφανή απάντηση: Το Κίεβο, παρά την ενίσχυση των ενόπλων δυνάμεών του με τουρκικά μη επανδρωμένα Bayraktar και με σύγχρονους αντιαρματικούς πυραύλους από τις ΗΠΑ, είναι καταδικασμένο σε ήττα και μάλιστα γρήγορα – όπως και η Γεωργία στον σύντομο πόλεμο που προκάλεσε το καλοκαίρι του 2008.
Όσο για το δεύτερο, η αλήθεια είναι πως ελάχιστοι πιστεύουν πως οδεύουμε σήμερα προς μια ολοκληρωτική σύγκρουση επί ευρωπαϊκού εδάφους η οποία αποτράπηκε στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. Αυτό, ωστόσο, δεν σημαίνει πως δεν μπορεί να υπάρξει μια περιορισμένης έκτασης αναμέτρηση, μέσω της οποίας οι πάντες θα επιχειρήσουν να στείλουν τα μηνύματά τους και να προωθήσουν τους στόχους τους.
Ας σκεφτούμε, για παράδειγμα το εξής: Η Μόσχα μοιάζει σήμερα ικανοποιημένη με το καθεστώς που ισχύει από το 2015 στο Ντονμπάς και δεν έχει δείξει πρόθεση να προσαρτήσει την περιοχή, όπως έκανε με την Κριμαία. Εάν, όμως, ξεσπάσουν συγκρούσεις, τότε τίποτα δεν εγγυάται ότι δεν θα αλλάξει γραμμή – έστω κι αν οι δημοκρατίες του Ντονέτσκ και του Λουχάνσκ δεν συμφωνούν με την εκδοχή της προσάρτησης.
Σε αυτή την περίπτωση, όπως είναι προφανές, ΗΠΑ και ΕΕ θα έχουν κάθε λόγο να της επιβάλλουν νέες και πιο αυστηρές κυρώσεις, μεγαλώνοντας το ρήγμα και καθιστώντας το πρακτικά αγεφύρωτο. Κάτι που, με τη σειρά του, ευνοεί τα σχέδια στενότερης σύμπραξης της Δύσης, υπό την σκέπη του ΝΑΤΟ, απέναντι στον κοινό εχθρό – Ρωσία, αλλά και Κίνα.
Σενάρια, θα πει κανείς. Ναι, αλλά όχι αόριστα…