Οι δικηγόροι του Τραμπ είναι έτοιμοι να αμφισβητήσουν το εκλογικό αποτέλεσμα, όπως ήδη προανήγγειλε ο Ντόναλντ Τραμπ κατά την διάρκεια της πρώτης ομιλίας του μετά το κλείσιμο της κάλπης.
Στο μεταξύ, οι οπαδοί του συγκεντρώνονται έξω από εκλογικά τμήματα φωνάζοντας συνθήματα κατά της καταμέτρησης των επιστολικών ψήφων.
Δεδομένης της δια βίου προτίμησης του Ντόναλντ Τραμπ για την αντιμετώπιση των αντιπάλων στα δικαστήρια και τη μακροχρόνια απειλή του να κάνει το ίδιο, σε περίπτωση ήττας, η απόφαση του του για διευθέτηση των προεδρικών εκλογών στο Ανώτατο Δικαστήριο δεν αποτελεί έκπληξη, όπως ούτε και η ρητορική του περί απάτης επιστολικών ψήφων.
Σύμφωνα με την ανάλυση του Guardian, προκύπτουν τα παρακάτω σενάρια.
Ενδεχομένως, ο Τραμπ, έχοντας την προσφυγή κατά νου, να αποφάσισε να “γεμίσει” το Ανώτατο Δικαστήριο με συντηρητικούς, αλλά τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Το Ανώτατο Δικαστήριο είναι το Εφετείο στις ΗΠΑ και σε μεγάλο βαθμό αποφασίζει για υποθέσεις που εκδικάζονται σε κατώτερα δικαστήρια.
Έτσι, πολλές υποθέσεις θα εκδικαστούν αρχικά στα δικαστήρια σε επίπεδο πολιτείας, όπως για παράδειγμα στην αμφισβητούμενη πολιτεία – “κλειδί” της Πενσυλβάνια.
Αυτό που έκανε το τρέχον εκλογικό τοπίο να μοιάζει με ναρκοπέδιο είναι το γεγονός ότι η πανδημία του κορονοϊού ανάγκασε τις πολιτείες να αναζητήσουν τρόπους για να διεξάγουν με ασφαλέστερο τρόπο την ψηφοφορία, δίνοντας την διευρυμένη δυνατότητα επιστολικής ψήφου. Με άλλα λόγια, σε πολλές πολιτείες ορίστηκε επιστολική ψήφος “χωρίς δικαιολογία”. Το καυτό αυτό ζήτημα έχει οδηγηθεί ήδη το προηγούμενο διάστημα στα δικαστήρια για να διευθετηθούν ζητήματα όπως οι προτεινόμενες επεκτάσεις στη χρονική περίοδο κατά την οποία υπολογίζονται οι επιστολικές ψήφοι που καταφθάνουν με καθυστέρηση.
Είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι οι εκλογικές υποθέσεις στα κρατικά δικαστήρια δεν είναι κάτι καινούργιο και συχνά έχουν ελάχιστο αντίκτυπο στο αποτέλεσμα.
Ωστόσο, μια σημαντική εξαίρεση σε αυτό ήταν οι εκλογές του 2000, όπου μια σειρά νομικών προκλήσεων σχετικά με τις ελαττωματικές διαδικασίες ψηφοφορίας στη Φλόριντα παρέδωσε τις εκλογές στον Τζορτζ Μπους.
Με περισσότερες από 40 προεκλογικές υποθέσεις από τους Ρεπουμπλικάνους, η στρατηγική του Τραμπ είναι να υποστηρίξει ότι οποιοδήποτε μέτρο που κατέστησε την ψηφοφορία ευκολότερη και ασφαλέστερη εν μέσω πανδημίας είναι αντισυνταγματικό.
Ένα δεύτερο επιχείρημα που έχει αναπτυχθεί είναι ότι πολλά από τα μέτρα για την εξασφάλιση ευκολότερης ψηφοφορίας έχουν ληφθεί από κρατικούς αξιωματούχους – όπως κυβερνήτες – και όχι από κρατικούς νομοθέτες (γερουσιαστές), ανοίγοντας τον δρόμο, όπως λένε συντηρητικοί, για μια συνταγματική εκτροπή.
Το επικρατές σενάριο είναι οι δικηγόροι να αμφισβητήσουν τον τρόπο διεξαγωγής εκλογών σε τοπικό επίπεδο και να επιδιώξουν να απορριφθούν οι ψήφοι. Στην πολιτεία της Πενσυλβάνια, οι συντηρητικές ομάδες έχουν ήδη προσπαθήσει να διασφαλίσουν ότι δεν θα καταμετρηθούν τα ψηφοδέλτια με καθυστερημένη άφιξη (εντός του χρονικού πλαισίου που ορίζει κάθε πολιτεία).
Ωστόσο, για να υποστηριχτεί το αφήγημα των Ρεπουμπλικάνων αναφορικά με την Πενσυλβάνια, προϋποθέτει μεγάλη ποσότητα αποδεικτικού υλικού, συμπεριλαμβανομένων γραπτών μαρτυριών ενόρκων που περιγράφουν λεπτομερώς τις παραβάσεις.
Η Πενσυλβάνια βρίσκεται ήδη στο ραντάρ του Ανώτατου Δικαστηρίου από αυτή την άποψη. Οι Ρεπουμπλικάνοι έχουν ήδη κάνει ένσταση κατά της απόφασης του Ανώτατου Δικαστηρίου της Πενσυλβάνια που διατάσσει τους κρατικούς εκλογικούς αξιωματούχους να δεχτούν ψηφοδέλτια που φτάνουν έως και τρεις ημέρες μετά τις εκλογές, στηριζόμενοι σε μια ερμηνεία νόμου της πολιτείας.
Το ανώτατο δικαστήριο των ΗΠΑ ανέβαλε την ακρόαση αυτής της υπόθεσης πριν από τις εκλογές. Για την πολιτεία του Ουισκόνσιν, ωστόσο, αποφάνθηκε ότι δεν μπορούσε να μετρήσει ψήφους που έφταναν με καθυστέρηση.
Ο αρχηγός του ανώτατου δικαστηρίου Τζον Ρόμπερτς κατέστησε σαφές, ότι πρόκειται για «διαφορετικά νομικά σώματα και διαφορετικά νομικά προηγούμενα» εννοώντας ότι το δικαστήριο δεν θεωρούσε ίδια την κατάσταση στην Πενσυλβάνια και το Ουισκόνσιν.
Είναι δύσκολο να γνωρίζουμε. Η απόφαση του Ουισκόνσιν εκδόθηκε πριν από την τρίτη επιλογή του Τραμπ για το ανώτατο δικαστήριο, την Έιμι Κόνεϊ Μπάρετ, η οποία έδωσε στους συντηρητικούς την πλειοψηφία 6-3.
Η ελπίδα του Τραμπ, όπως έχει καταστήσει σαφές, είναι ότι αυτό θα βοηθούσε σε περίπτωση αμφισβήτησης του εκλογικού αποτελέσματος, αλλά δεν είναι σαφές πώς θα αντιδράσει η Μπάρετ, λαμβάνοντας υπόψη τα σχόλια του Τραμπ.
Επιπλέον, θα μπορούσε να απαλλαγεί από την ακρόαση οποιωνδήποτε υποθέσεων που σχετίζονται με τις εκλογές λόγω μιας αντιληπτής σύγκρουσης συμφερόντων.
Το Μίσιγκαν, αν το αποτέλεσμα είναι οριακό, δεν έχει επίσημα διαμορφωμένο σύστημα για μια τέτοια πρόκληση και οποιαδήποτε επανακαταμέτρηση ενεργοποιείται αυτόματα με περιθώριο μικρότερο από 2.000 ψήφους.
Η Βόρεια Καρολίνα έχει επίσης εκκρεμή υπόθεση σχετικά με την παράταση καταμέτρησης των ψήφων. Ωστόσο, τα αποτελέσματα θα καταστούν αδιαμφισβήτητα εάν ο Μπάιντεν εξασφαλίσει μεγάλο προβάδισμα.
Όσο πιο οριακό είναι το αποτέλεσμα, τόσο πιο “βρώμικα” θα παίξει ο Τραμπ, με το παράδειγμα της Φλόριντα το 2000 να ξεπερνά κάθε προηγούμενο. Τα οριακά αποτελέσματα τότε οδήγησαν σε 35 χαοτικές ημέρες νομικών προκλήσεων, οι οποίες έδωσαν τις εκλογές στον Τζορτζ Μπους.
Ο Μπους πήρε 271 από τις 538 εκλογικές ψήφους, κερδίζοντας τη Φλόριντα με λιγότερες από 600 ψήφους, αφού σταμάτησε η καταμέτρηση από το ανώτατο δικαστήριο, καθιστώντας τον Μπους τον πρώτο Ρεπουμπλικανικό πρόεδρο από το 1888 που κέρδισε παρά την απώλεια της λαϊκής ψήφου.