Το ποσό των 410.000 ευρώ επιδίκασε το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών στους συγγενείς του 25χρόνου υδραυλικού Νίκολα Τόντι, ο οποίος έχασε τη ζωή του όταν τυχαία βρέθηκε στο μακελειό που είχε γίνει το 2010 στο Βύρωνα Αττικής σε επιχείρηση σύλληψης Αλβανού δραπέτη των φυλακών Λάρισας και συνεργού του και αντηλλάγησαν πυρά με ομάδα 22 αστυνομικών και έγινε ρίψη χειροβομβίδων από τους κακοποιούς.
Η Διεύθυνσης Ασφάλειας Αττικής τον Φεβρουάριο του 2010 είχε εντοπίσει στην περιοχή του Βύρωνα Αλβανό καταζητούμενο δραπέτη των φυλακών Λάρισας, ο οποίος εξέτιε ποινές πολυετούς κάθειρξης καθώς μαζί με συνεργούς του διέπραττε ένοπλες ληστείες σε Τράπεζες, καταστήματα κ.λπ., χρησιμοποιώντας βαρύ οπλισμό.
Ο Νίκολα Τόντι την τραγική εκείνη ημέρα ήταν συνοδηγός στο αυτοκίνητο που στάθμευσε έξω από την αποθήκη υδραυλικών για να φορτώσει υλικά. Ενώ τακτοποιούσε τα εργαλεία, τα οποία βρίσκονταν στην καρότσα του φορτηγού για να χωρέσουν τα υλικά, σταμάτησε το αυτοκίνητο του δραπέτη ο οποίος ήταν μαζί με έναν συνεργό του.
Σταμάτησε εκεί, καθώς ομάδα των 22 αστυνομικών κινούμενη με συμβατικά αυτοκίνητα και μηχανές μεγάλου κυβισμού τους είχαν εγκλωβίσει στην οδό Ζωοδόχου Πηγής. Ο καταζητούμενος και ο συνεργός του βγήκαν από το αυτοκίνητο και επιχείρησαν να διαφύγουν πεζή σε διαφορετικές κατευθύνσεις ο καθένας, πυροβολώντας κατά των αστυνομικών, οι οποίοι ανταπέδωσαν τα πυρά. Μάλιστα, οι κακοποιεί έριξαν και 3 χειροβομβίδες.
Όταν ξεκίνησε ο κύκλος των πυροβολισμών και της ρίψης των χειροβομβίδων, ο Νίκολα Τόντι που είχε καλυφθεί πίσω από το φορτηγό, επιχείρησε να εισέλθει στην απέναντι πυλωτή, στην οποία είχε καταφύγει μια υπάλληλος του παρακείμενου αρτοποιείου στο οποίο είχε εισέλθει ένας εκ των κακοποιών. Όμως, δέχθηκε 9 σφαίρες εκ των οποίων, όπως αποδείχθηκε, οι 4 ήταν από όπλα των αστυνομικών και βρήκε το θάνατο. Η αιτία θανάτου ήταν «τραύματα κεφαλής, θώρακος, κοιλίας και λεκάνης δια βλημάτων πυροβόλου όπλου».
Από την Ποινική Δικαιοσύνη δύο αστυνομικοί καταδικάστηκαν σε φυλάκιση ενός έτους με τριετή αναστολή για ανθρωποκτονία από αμέλεια. Οι αστυνομικοί κρίθηκαν ένοχοι αφενός καθώς προχώρησαν σε επιχείρηση σύλληψης, αν και οι συνθήκες χαρακτηρίζονταν ως άκρως ακατάλληλες και ότι κατά τη διάρκεια της ανταλλαγής των πυροβολισμών δεν φρόντισαν να ελέγξουν εάν υπήρχε κάποιος πολίτης και αφετέρου ότι δεν αντιλήφθησαν τον 25χρόνο και ότι ένας εκ των αστυνομικών πυροβολούσε αδιακρίτως προς τον δραπέτη.
Η άνεργη σύζυγος του Νίκολα Τόντι και το ανήλικο, δυο ετών τότε, παιδί, του, ζήτησαν αποζημίωση από το Ελληνικό Δημόσιο λόγω στέρησης της μελλοντικής τους διατροφής, για διάστημα 50 ετών η σύζυγο και 19 ετών ο ανήλικος. Δηλαδή η σύζυγο ζήτησε 258.000 ευρώ και το παιδί 82.080 ευρώ. Παράλληλα, ζήτησαν χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης η σύζυγο 500.000 ευρώ, το ανήλικο παιδί 400.000 ευρώ, ο κάθε ένας από του δύο γονείς 400.000 ευρώ και από 100.000 ευρώ ο πεθερός και η πεθερά, οι οποίοι διαμένουν στην Ιταλία.
Το Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών επιδίκασε, εντόκως προς 6%, από την επίδοση της αγωγής, στην σύζυγο το ποσό των 100.000 ευρώ, στο ανήλικο τέκνο για «τον ψυχικό πόνο τον οποίο θα δοκιμάσει στο μέλλον από την έλλειψη της παρουσίας του πατέρα του κατά τα διάφορα στάδια της ζωής του, όταν ωριμάσει ψυχοσωματικά και σχηματίσει συναισθηματικό κόσμο, αλλά και από το επιβαρυμένο συναισθηματικά οικογενειακό περιβάλλον στο οποίο μεγαλώνει», το ποσό των 80.000 ευρώ, στον πατέρα και τη μητέρα του το ποσό των 80.000 ευρώ στον καθένα, στην αδελφή του το ποσό των 50.000 ευρώ και στον πεθερό και πεθερά του από 10.000 ευρώ.
Το Ελληνικό Δημόσιο άσκησε έφεση στο Διοικητικό Εφετείο Αθηνών κατά της πρωτόδικης απόφασης, υποστηρίζοντας, μεταξύ των άλλων, ότι παραβιάζεται η συνταγματική αρχής της αναλογικότητας καθώς τα ποσά των αποζημιώσεων που επιδικάστηκαν είναι υπερβολικά, πολύ περισσότερο όταν η ΕΛ.ΑΣ. απασχόλησε την χήρα σύζυγο ως τραπεζοκόμο στην Λέσχη της, για περίπου δυο χρόνια. Ακόμη, υποστήριξε το Δημόσιο ότι η δημοσιονομική κατάσταση της χώρας, δεν αντέχει την επιδίκαση παρόμοιων ποσών ως αποζημιώσεις και υπάρχει συνυπαιτιότητα κατά 95% του Νίκολα Τόντι.
Το Εφετείο απέρριψε όλους τους ισχυρισμούς του Δημοσίου και επικύρωσε την πρωτόδική απόφαση. Τώρα, εάν το Δημόσιο ασκήσει αναίρεση κατά τη εφετειακής απόφασης, τον τελικό λόγο για την υπόθεση αυτή θα έχει το Συμβούλιο της Επικρατείας.
Δήλωση Δημητρακόπουλου και Μακρή
Οι συνήγοροι της οικογένειας του άτυχου 25χρόνου Μιχάλης Δημητρακόπουλος και Κυριακή Μακρή, σε δήλωσή τους αναφέρουν:
«Μετά από δέκα χρόνια δικαιώθηκε η οικογένεια του θύματος στα Ποινικά και Διοικητικά Δικαστήρια. Κάνουμε δημόσια έκκληση στο Νομικό Συμβούλιο του Κράτους και στον αρμόδιο υπουργό να μην δώσει εντολή για κατάθεση αναίρεσης, που το μόνο αποτέλεσμα που θα έχει, θα είναι να καθυστερήσει η δικαστική αποζημίωση στην τραγική οικογένεια. Υπάρχουν πολλές περιπτώσεις που η Πολιτεία έδειξε ευαισθησία σε ανάλογες δραματικές υποθέσεις».