Τον κώδωνα του κινδύνου ότι η μετάλλαξη Δέλτα πιθανότατα έχει μεγαλύτερη παθογονικότητα σε σχέση με τις προηγούμενες έκρουσε ο καθηγητής Μικροβιολογίας της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ, Αθανάσιος Τσακρής.
Όπως είπε ο κ. Τσακρής, η διασπορά της συγκεκριμένης μετάλλαξης σηματοδοτεί την αυξημένη μεταδοτικότητα, αλλά και το πόσο πιο παθογόνος ή όχι έχει γίνει ο νέος ιός.
«Η πρώτη απλή ανάγνωση δείχνει σαν να είναι λιγότερο παθογόνος, γιατί έχουμε πολύ περισσότερα κρούσματα σε νέους και πολύ περισσότερους εμβολιασμένους. Πρέπει όμως να γίνει πολύ πιο προσεκτική ανάγνωση των δεδομένων που έχουμε, να συγκρίνουμε ηλικίες, άτομα που ανήκουν στο ίδιο φύλο, με ίδια υποκείμενα νοσήματα, να δούμε πώς συμπεριφέρθηκαν στο πρώτο επιδημικό κύμα, πώς στο δεύτερο, στο τρίτο κοκ. και να καταλάβουμε αν πραγματικά έχει μεταβληθεί η παθογονικότητα, η ικανότητα δηλαδή να σκοτώνει τον ξενιστή. Για παράδειγμα, δεδομένα που έρχονται από τον Καναδά δείχνουν ότι η παθογονικότητα έχει αυξηθεί» είπε χαρακτηριστικά μιλώντας στον ΣΚΑΙ.
«Όταν ο ιός θα σκοτώσει αργότερα τον ξενιστή του δεν τον ενδιαφέρει πια τον ιό να συνεχίσει να μη σκοτώνει τον ξενιστή που έχει προσβάλει. Έτσι, από τις πρώτες ενδείξεις του αυξημένου ιικού φορτίου είναι πολύ μεγαλύτερο από τις προηγούμενες μεταλλάξεις που είχαν επικρατήσει. Φαίνεται τελικά να είναι ένας παράγοντας που μάλλον αυξάνει κι όχι μειώνει την ικανότητα του ιού να προκαλεί σοβαρή λοίμωξη» συμπλήρωσε.
Στο πλαίσιο αυτό, σημείωσε ότι αν έχει εμβολιαστεί ένα μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού, ακόμα και αν είναι πιο παθογόνος ο ιός, δε θα καταγραφούν τελικά πολύ σοβαρές λοιμώξεις, γιατί οι ευάλωτοι θα είναι θωρακισμένοι.
Ερωτηθείς αν συμμερίζεται τις απόψεις των συναδέλφων του ότι το τέλος της πανδημίας θα έρθει μέσα στην επόμενη χρονιά, απάντησε ότι η πρόβλεψη αυτή έχει βάση, μόνο «αν δεν έχουμε άλλες δυσάρεστες εκπλήξεις και πιο μεταδοτικές μεταλλάξεις».
Σημείωσε δε ότι ο ιός θα συνεχίσει να υπάρχει. «Οι κορωνοϊοί δύσκολα μπορούν να περιοριστούν και οι εμβολιασμοί έχουν αποτέλεσμα να μην επιβαρύνουν το σύστημα υγείας και αυτός που έχει εμβολιαστεί να μην κινδυνεύει από σοβαρή λοίμωξη», διευκρίνισε.
Σχολιάζοντας το ασφαλές άνοιγμα των σχολείων από τον Σεπτέμβριο, ο καθηγητής εστίασε κυρίως στα πανεπιστήμια τονίζοντας ότι για να λειτουργήσει ομαλά η τριτοβάθμια εκπαίδευση, πρέπει να είναι μεγάλο το ποσοστό των εμβολιασμών και στους φοιτητές.
«Οι κοροναϊοί δεν προκαλούν απλή γρίπη, αλλά αυτό που λέμε post covid effect, δηλαδή τι αποτελέσματα θα έχουν σε βάθος χρόνου, που μπορεί να επηρεάσουν το ανοσοποιητικό, το νευρικό και το καρδιαγγειακό σύστημα με συνέπειες που δεν μπορούμε να τις προβλέψουμε» κατέληξε.