Στις 19 Ιανουαρίου θα συνεχιστεί η δίκη του Πέτρου Φιλιππίδη, οπότε θα ξεκινήσουν οι αγορεύσεις των συνηγόρων των δύο πλευρών.
Την ενοχή για τις δύο απόπειρες βιασμού και την αθώωση του Πέτρου Φιλιππίδη για τον βιασμό κατ’ εξακολούθηση ζήτησε η εισαγγελέας της έδρας από το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο. Πλέον, το ζήτημα είναι οι ποινές που θα επιβληθούν στον ηθοποιό, μετά και την τελική απόφαση του δικαστηρίου.
O δικηγόρος Σπύρος Δημητρίου αναφέρθηκε στις ποινές που προβλέπεται να αντιμετωπίσει ο κατηγορούμενος ηθοποιός εφόσον γίνει δεκτή η εισήγηση της εισαγγελέως, που προτείνει την ενοχή του Πέτρου Φιλιππίδη για τις δύο απόπειρες βιασμού και την αθώωσή του για τον καταγγελλόμενο βιασμό.
«Αν καταδικαστεί ο Πέτρος Φιλιππίδης για τις δύο απόπειρες βιασμού όπως πρότεινε η εισαγγελέας της δίκης, οι ποινές που προβλέπονται είναι πολύ χαμηλότερες από την πράξη του βιασμού, πλημμεληματική ποινή από 1 έως 6 έτη, χωρίς να συνυπολογίζονται τα βέβαια αιτήματα περί αναγνώρισης ελαφρυντικών», σημείωσε ο δικηγόρος μιλώντας στο Star.
Όλη η πρόταση εισαγγελέα για τον Πέτρο Φιλιππίδη: Ένοχος για τις δύο απόπειρες, αθώος για τον βιασμό κατ’ εξακολούθηση
Την ενοχή του Πέτρου Φιλιππίδη για την απόπειρα βιασμού σε βάρος της δεύτερης καταγγέλλουσας το 2010 στο θέατρο Μουσούρη πρότεινε η εισαγγελέας της έδρας Στέλλα Στόγια η οποία τώρα τοποθετείται και για την απόπειρα βιασμού σε βάρος άλλης γυναίκας το 2014.
«Η δεύτερη καταγγέλλουσα ήταν πολύ χαρούμενη που θα συνεργάζονταν με ένα μεγάλο καλλιτέχνη. Ο κατηγορούμενος την οδήγησε ένα άδειο θέατρο και στην συνέχεια επιχείρησε να τη βιάσει. Εκείνη προσπάθησε να τον αποφύγει, έκανε μια προσχηματική συνομιλία με τη μητέρα της, την οποία αντιλήφθηκε ο κατηγορούμενος και συνέχισε.
Η πράξη του δεν ολοκληρώθηκε όχι επειδή με δίκη του βούληση της σταμάτησε, αλλά γιατί όπως κατέθεσε η καταγγέλλουσα «ξενέρωσε». Τα καταγγελλόμενα περιστατικά είναι τα ίδια σε όλες τις καταθέσεις της».
Κατά την εισαγγελέα ο ισχυρισμός της υπεράσπισης ότι η δεύτερη καταγγέλλουσα τον εκδικείται επειδή δεν πήρε ρόλο, η εισαγγελέας σχολίασε: «Αν ήταν συναινετικό αυτό που έγινε γιατί δεν πήρε το ρόλο; Γιατί στη συνέχεια δε συνεργάστηκαν ποτέ; Γιατί δεν έπαιξε στις δυο σειρές του Μega;».
Όπως σημείωσε, η υπεράσπιση επιχείρησε να τρώσει την αξιοπιστία της, υπογραμμίζοντας μεταξύ άλλων ότι η δεύτερη καταγγέλλουσα απαντούσε στα τηλέφωνα του κατηγορουμένου και στα όσα ερωτικά της έλεγε.
Την ενοχή του Π. Φιλιππίδη ζήτησε η εισαγγελέας και για τη δεύτερη απόπειρα βιασμού που του αποδίδεται το 2014 μέσα στο αυτοκίνητο του στο Παλαιό Ψυχικό.
«Η καταγγέλλουσα κατά την κατάθεση της είχε πάθει κρίση εκείνη τη στιγμή. Έκανε σαν αγρίμι και προσπαθούσε να αποτρέψει τον κατηγορούμενο από το εγκληματικό σχέδιο του, που ήταν να του κάνει πεολειχία. Μέσα στον πανικό της, της είχε μείνει η εντύπωση πως ήταν κλειδωμένη η πόρτα. «Είναι εκείνη η στιγμή που λες, πως δεν το έκανα! Γιατί δεν δοκίμασα να ανοίξω; Και τα βάζεις με τον εαυτό σου» μας κατέθεσε εδώ στο δικαστήριο. Η θέση του κατηγορουμένου απέναντι στην κατηγορία είναι πως υπήρχε ερωτική διάθεση. Αν η συναίνεση έχει συναινετικά γιατί δεν τον αναζήτησε αργότερα; Γιατί δεν επιδιώκει να τον συναντήσει ξανά; Έγινε λόγος για το ημερολόγιο της. Πως είναι δυνατόν είπε η υπεράσπιση για αυτό που της συνέβη να μη γράψει κάτι; Και γιατί να γράψει; Γιατί να καταγράψει κάτι φρικτό που της συνέβη. Οι σελίδες εκείνες τις ημέρες είναι κενές. Είναι ενδεικτικό κι αυτό» είπε η εισαγγελέας.
Ξεκινώντας την αγόρευσή της η εισαγγελέας πρότεινε την αθώωση του από την κατηγορία του βιασμού κατ΄ εξακολούθηση, λόγω αμφιβολιών, πρότεινε η εισαγγελέας της έδρας του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου όπου δικάζεται ο ηθοποιός.
«Εκτιμώντας όλο το αποδεικτικό υλικό αδυνατώ να καταλήξω στο τι ακριβώς συνέβη. Έχω αμφιβολίες. Μπορεί να συνέβησαν τα γεγονότα όπως τα λέει η καταγγέλουσα στο δικαστήριο, αλλά το δικαστήριο δε μπορεί να καταδικάσει με αμφιβολίες. Οι διαφοροποιήσεις στις καταθεσεις της πρώτης καταγγέλλουσας δεν είναι λεπτομέρειες. Υπάρχουν αμφιβολίες για το τι ακριβώς συνέβη», σημείωσε η εισαγγελική λειτουργός προτείνοντας την αθώωση του Π. Φιλιππίδη από τη βαρύτερη των κατηγοριών που αντιμετώπιζε.
Για τον βιασμό
Ειδικότερα, ξεκινώντας την αγόρευση της επισήμανε πως: «Οφείλουμε να ελέγξουμε την αξιοπιστία της μαρτυρίας όταν είναι το μόνο αποδεικτικό μέσο που υπάρχει. Για τον πρώτο καταγγελόμενο βιασμό η καταγγέλλουσα είχε καταθέσει ότι υπήρχε χειραγώγηση. “Υπήρχαν πράγματα που έλεγες για τον κατηγορούμενο… απλώς με συμπαθεί πολύ. Ήταν στο όριο” είχε καταθέσει η καταγγέλλουσα» είπε η εισαγγελέας σημειώνοντας στη συνέχεια ότι του δήλωσε πως θέλει φύγει αλλά και πως δεν αντιλήφθηκε ότι η πράξη που έγινε σε βάρος της συνιστούσε βιασμό.
Αναφερόμενη στο δεύτερο περιστατικό βιασμού, είπε: «Η καταγγέλλουσα είπε πως πήγε με βαριά καρδιά θεωρώντας πως θέλει να επανορθώσει ο κατηγορούμενος. (Η εισαγγελέας αναφέρθηκε σε αποσπάσματα της κατάθεσης της καταγγέλλουσας για το δεύτερο βιασμό). Η καταγγέλλουσα στην ανακρίτρια είχε καταθέσει ότι ενθουσιάστηκε ασχέτως με ό,τι είχε γίνει, ενθουσιασμό που επιβεβαίωσε και η μητέρα της. Γεννώνται ερωτηματικά. Βεβαίως ήταν χαρούμενη στην προοπτική επαγγελματικής αποκατάστασης. Όμως μια γυναίκα που έχει υποστεί τέτοια πράξη επουδενί δεν πηγαίνει χαρούμενη στο βιαστή της. Είπε ότι “έτσι έχουμε γαλουχηθεί στο θέατρο”. Μέχρι ποια συμπεριφορά; Μέχρι της διάπραξης κακουργήματος και μάλιστα από αυτά με την μεγαλύτερη απαξία; Κατά την άποψη της ομιλούσας, όχι».
Η εισαγγελέας επισήμανε ότι στις καταθέσεις της πρώτης καταγγέλλουσας υπάρχουν αντιφάσεις, τις οποίες ανέφερε αναλυτικά, υπογραμμίζοντας ότι το δεύτερο περιστατικό βιασμού της το υπενθύμισε φίλος της κι έτσι το ανέφερε στο στάδιο της ανάκρισης. «Σε ερωτήσεις προς την καταγγέλουσα για τις διαφοροποιήσεις που υπάρχουν στις καταθέσεις της, εκείνη υποστήριξε: “Ήταν όλα σε ένα σκοτεινό δωμάτιο. Όταν μου τα θύμισε ο Παναγιώτης (φίλος της), ήταν σαν να άνοιξε αυτή την πόρτα”. Η καταγγέλουσα σε τρία διαφορετικά όργανα κατέθεσε διαφορετική αποτύπωση των γεγονότων. Άλλα στο ΣΕΗ, άλλα στον εισαγγελέα, άλλα στην ανάκριση. Γιατί δεν είπε στον εισαγγελέα όσα είπε στον ανακριτή. Η καταγγέλουσα προσήλθε στον εισαγγελέα για να καταγγείλει όσα υπέστη, όχι να τα χαρακτηρίσει νομικά. Το τόσο σοβαρό γεγονός το καταθέτει πρώτη φορά στην ανακρίτρια. Αν το είχε καταθέσει στον εισαγγελεα θα είχα διαφορετική τοποθέτηση, δεχόμενη ότι στο ΣΕΗ ήθελε να καταγράψει μια καταγγελία. Ανακάλυπτε όμως κάτι νέο σε κάθε επόμενο στάδιο».
Αυτές οι διαφοροποιήσεις δημιούργησαν ερωτηματικά στην εισαγγελέα της έδρας. «Ήταν ένα περιαστικό που της είχε ξανασυμβεί; Ήταν το συνήθως συμβαίνον; Η πρώτη καταγγέλλουσα υποβάθμισε τα γεγονότα λέγοντας ότι αυτά συμβαίνουν στο θέατρο. Αν ήταν έτσι για ποιο λόγο το απώθησε ως γεγονός;…Όλοι οι επιστήμονες που εξετάσθηκαν συμφώνησαν σε ένα πράγμα, ότι “το βίωμα του βιασμού δεν μπορεί να σβήσει από τη μνήμη του θύματος”. Η πρώτη καταγγέλουσα είναι ηθοποιός και γνωρίζει τους κανόνες της υποκριτικής. Είπε φράσεις όπως “στο θέατρο ματώνουμε”. Όμως σε κανένα επαγγελματικό χώρο δεν μαθαίνουν οι δάσκαλοι στους νέους καλλιτέχνες να ανέχονται εγκλήματα. Συμπεριφορές ναι, πίεση ναι, αλλά όχι κακουργήματα ή κακοποιητικές συμπεριφορές…Μου προκάλεσε εντύπωση ότι σε αίτημα για αναπαράσταση η πρώτη καταγγέλουσα είπε: “Θα δεχτώ να γίνει αναπαράσταση αν το κάνει ο ιδιος. Μπορεί;”. Στη συνέχεια είπε ότι ήταν χιούμορ και ειρωνεία και πως το θεωρεί αναχρονιστικό. Επιτρέψτε μου όμως ότι με τον βιαστή σου δε μπορείς να κανείς χιούμορ. Θα εκτιμηθεί και η συμπεριφορά του θυματος. Το θύμα δεν απολογείται για τη συμπεριφορά του, αλλά αξιολογείται η κατάθεση του».
Ιδιαιτερη αναφορά έκανε η εισαγγελέας στις καταθέσεις της Θάλειας Ματίκα, της Ζέτας Μακρυπούλια και των ηθοποιών που κλήθηκαν από το δικαστήριο: «Δεν επιβεβαίωσε τη σύζυγο του κατηγορουμένου για το περιστατικό της βάπτισης. Δεν αναγνώρισε καν την καταγγέλουσα στο δικαστήριο. Αν είχε ειπωθεί κάτι τέτοιο θα το θυμόταν εξαιτίας και της στενής σχέσης που είχε τότε με την κα. Νίνου. Αντίστοιχα η κα. Κοτσοβούλου δεν επιβεβαίωσε ότι την κάλεσε στο θέατρο για να αναλάβει ρόλο στην παράσταση, ισχυρισμό που επιβεβαίωσε και η Ζέτα Μακρυπούλια».