Η διόλου επεμβατική λήψη δείγματος σμήγματος από το δέρμα αποδείχθηκε «αναπάντεχα αποτελεσματική» στη διάγνωση της COVID-19, σύμφωνα με νέα μελέτη ειδικών του Πανεπιστημίου του Σάρεϊ στη Βρετανία η οποία δημοσιεύθηκε στην επιθεώρηση «Scientific Reports».
Τα νέα ευρήματα ανοίγουν δρόμους προς ένα μη επεμβατικό μέλλον σε ό,τι αφορά τον διαγνωστικό έλεγχο της λοίμωξης που προκαλεί ο ιός SARS-CoV-2.
Διαβάστε επίσης: Ανορθόδοξη θεραπεία υπόσχεται ανακούφιση από τη long Covid
Οι ερευνητές συνέλεξαν, με την ειδική μπατονέτα που όλοι όσοι έχουν υποβληθεί σε self ή rapid test γνωρίζουν, σμήγμα – μια λιπαρή ουσία που παράγεται από τους σμηγματογόνους αδένες – από 83 νοσηλευόμενους ασθενείς ορισμένοι εκ των οποίων διαγνώσθηκαν με COVID-19. Συνέλεξαν επίσης δείγματα αίματος και σάλιου προκειμένου να διεξαγάγουν συγκριτική μελέτη.
Οπως ανέφερε η καθηγήτρια Μέλανι Μπέιλι, εκ των συγγραφέων της μελέτης από το Πανεπιστήμιο του Σάρεϊ «η COVID-19 μάς έχει αποδείξει ότι ο ταχύς διαγνωστικός έλεγχος είναι ζωτικής σημασίας για τον εντοπισμό και την παρακολούθηση των κρουσμάτων και την επιτήρηση της πορείας της πανδημίας. Στη μελέτη μας εξερευνήσαμε τη σχέση διαφορετικών σωματικών υγρών καθώς και το ποιες αλλαγές σε μια περιοχή του ανθρώπινου σώματος μπορούν να ‘μιλήσουν’ για τη συνολική υγεία ενός ατόμου. Τα αποτελέσματά μας δείχνουν ότι ενώ το αίμα αποτελεί τον πιο ακριβή τρόπο διαγνωστικού ελέγχου για τον SARS-CoV-2, το σμήγμα του δέρματος δίνει επίσης πολύ καλά αποτελέσματα – για την ακρίβεια τα αποτελέσματα από τον έλεγχο του σμήγματος του δέρματος ήταν αναπάντεχα ακριβή».
Εχει φανεί ότι η COVID-19 αλλάζει σημαντικά τη σύσταση των λιπιδίων των σωματικών υγρών όπως το αίμα ή το σμήγμα. Οι ερευνητές μετρώντας τις αλλαγές στα λιπίδια και σε άλλους μεταβολίτες των δειγμάτων παρατήρησαν ότι (με ανώτατο σκορ το 1 το οποίο κρίθηκε ως το πιο ακριβές και ευαίσθητο) το τεστ σε δείγμα αίματος είχε σκορ 0,97. Το τεστ σε σμήγμα δέρματος είχε σκορ 0,88 και το τεστ σάλιου ερχόταν τελευταίο με σκορ 0,80.
Ο Ματ Σπικ, εκ των συγγραφέων της μελέτης και ερευνητής στο Πανεπιστήμιο του Σάρεϊ σχολίασε ότι «η έρευνά μας μαρτυρεί πως το σμήγμα του δέρματος αποκρίνεται στις αλλαγές που προκαλούνται στο ανοσοποιητικό σύστημα στους ασθενείς με COVID-19. Στην πραγματικότητα πιστεύουμε ότι η λοίμωξη με τον SARS-CoV-2 μπορεί να αλλάξει τη φυσική ισορροπία του ανθρώπινου οργανισμού σε ό,τι αφορά πλήθος βιολογικών συστημάτων του, συμπεριλαμβανομένων του δέρματος, του γαστρεντερικού συστήματος και άλλων. Αυτό μπορεί να μας βοηθήσει να ταυτοποιήσουμε και να κατανοήσουμε καλύτερα τη λοίμωξη παρέχοντάς μας έναν ‘ολόσωμο άτλαντα’της νόσου».
Από την πλευρά της η Ντέμπρα Σκιν, καθηγήτρια Χρονοβιολογίας στο Πανεπιστήμιο του Σάρεϊ που επίσης ήταν μεταξύ των συγγραφέων της νέας μελέτης ανέφερε ότι «η έρευνά μας που αφορούσε την ανάλυση των μεταβολιτών σε τρία σωματικά υγρά (ορός αίματος, σάλιο, σμήγμα) είναι υποσχόμενη σε ό,τι αφορά τον διαχωρισμό των ατόμων που είναι θετικά στην COVID-19 από εκείνα που είναι αρνητικά. Η υπόσχεση για ένα μη επεμβατικό τεστ για την COVID-19 μπορεί να προσφέρει χαρά σε ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας».