Στην «κανονικότητα» επιστρέφουν από σήμερα (1/11) οι Αυστραλοί πολίτες. Ύστερα από περίπου 600 μέρες η χώρα ανοίγει και πάλι τα σύνορά της, τα οποία είχε κλείσει λόγω της πανδημίας του κοροναϊού.
Στο αεροδρόμιο του Σίδνεϊ εκτυλίσσονται συγκινητικές στιγμές, καθώς οικογένειες ανταμώνουν ξανά μετά από πολλούς μήνες.
Δεκάδες χιλιάδες Αυστραλοί που ζουν στο εξωτερικό δεν είχαν μπορέσει να επιστρέψουν στην πατρίδα τους για 19 μήνες. Οι πτήσεις ήταν σπάνιες και οι πολίτες στους οποίους διδόταν άδεια να επιστρέψουν έπρεπε να περάσουν από μια δαπανηρή καραντίνα 14 ημερών σε ξενοδοχείο.
Οι δύο μεγαλύτερες πόλεις της χώρας, το Σίδνεϊ και η Μελβούρνη, αποφάσισαν να εγκαταλείψουν τα μέτρα αυτά και οι πλήρως εμβολιασμένοι Αυστραλοί μπορούν εφεξής να ταξιδεύουν χωρίς καραντίνα.
Η αυστραλιανή αεροπορική εταιρεία Qantas είχε καθηλώσει στο έδαφος μεγάλο μέρος του στόλου της και ο πρόεδρος διευθύνων σύμβουλός της Άλαν Τζόις εξέφρασε ικανοποίηση για την επανάληψη των διεθνών πτήσεων, «η οποία άργησε πολύ να έρθει».
«Είναι υπέροχο να βλέπω ότι οι Αυστραλοί μπορούν να επιστρέψουν στις οικογένειές τους έπειτα από πολύ καιρό που έμειναν χώρια», σημείωσε.
«Είναι μια μεγάλη μέρα για την Αυστραλία», δήλωσε παράλληλα ο πρωθυπουργός της χώρας Σκοτ Μόρισον, αναρτώντας στο Facebook μήνυμα στο οποίο ανέφερε ότι η χώρα είναι πλέον «έτοιμη να απογειωθεί!».
Στο αεροδρόμιο του Σίδνεϊ σήμερα την αυγή οι πρώτοι επιβάτες που αποβιβάστηκαν δεν μπορούσαν να κρύψουν τη χαρά τους για την επιστροφή τους, η οποία αποτυπώθηκε σε συγκινητικές εικόνες αγκαλιών με τα αγαπημένα τους πρόσωπα.
Είναι κάτι το «μαγικό», είπε σε δημοσιογράφους ο Τιμ Τάρνερ, ο οποίος δεν είχε δει τον γιο του για έναν χρόνο.
Η Τζούλι Τσου, η οποία επέστρεψε από τη Βρετανία, είπε ότι προσπαθούσε να συγκρατήσει τα δάκρυά της την ώρα της προσγείωσης.
«Ανυπομονούσα να αγγίξω το χέρι της μαμάς μου όταν θα την έβλεπα. Λαχταρούσα να την αγκαλιάσω», συνέχισε η Αυστραλιανή αυτή που επέστρεψε για να δει τη μητέρα της που βρίσκεται στο νοσοκομείο. «Θα είναι πολύ συγκινητικό», πρόσθεσε.
Για κάποιους, όπως η Λούσιντα Μποτλέρο, το άνοιγμα των συνόρων ήρθε αργά.
«Είχα να δω την οικογένειά μου τέσσερα χρόνια και προσπαθούσαμε ενάμιση χρόνο τώρα να έρθουμε», είπε. «Έχω ανάμεικτα συναισθήματα επειδή δεν μπόρεσα να ξαναδώ ζωντανό τον πατέρα μου. Πέθανε μόλις πριν από μια εβδομάδα, ωστόσο είναι καλό που θα μπορέσω να πάω στην κηδεία του».
Την ώρα που κάποιοι αποβιβάζονταν, άλλοι ετοιμαζόντουσαν να φύγουν από την Αυστραλία για να συναντήσουν τους συγγενείς τους στο εξωτερικό.
Ο 35χρονος Άμπχι Μπάτζαζ είπε ότι ήταν πολύ συγκινημένος που μπορούσε να πετάξει για τις ΗΠΑ για να γιορτάσει τα Χριστούγεννα με την οικογένειά του, την οποία έχει να δει σχεδόν δύο χρόνια.
«Περίμενα αυτήν την μέρα καιρό», είπε, προτού αναχωρήσει για το Λος Άντζελες.
Ωστόσο περισσότεροι από ένα εκατομμύριο ξένοι που διαμένουν στην Αυστραλία παραμένουν εγκλωβισμένοι στη χώρα, μη μπορώντας να επιστρέψουν στις χώρες τους για να ξαναδούν τους φίλους ή τις οικογένειές τους, καθώς τα μέτρα χαλάρωσης εφαρμόζονται κυρίως για τους Αυστραλούς πολίτες.
Επίσης ορισμένες αυστραλιανές πολιτείες, στις οποίες τα ποσοστά εμβολιασμών κατά της COVID-19 παραμένουν χαμηλά, θα παραμείνουν σχεδόν κλειστές. Μια υποχρεωτική καραντίνα 14 ημερών θα παραμείνει σε ισχύ.