Το σπινθηροβόλο βλέμμα του Τζακ Λέμον, η βαθιά εκφραστικότητά του, οι νευρικές του κινήσεις, οι συγκρατημένοι αλλά τόσο χαρακτηριστικοί μορφασμοί του προσώπου του, ακόμη και τα αυτιά του, έπαιζαν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο ακόμη και με την κάμερα που γοήτευε.
Ο Τζακ Λέμον, ένας από τους πληρέστερους ηθοποιούς, που μπορούσε να συνδυάζει τον σταρ με τον καρατερίστα, την τρελή κωμωδία με το δράμα, διέπρεψε στον κινηματογράφο, καταφέρνοντας να σπάσει τα στερεότυπα του Χόλιγουντ εκείνης της εποχής, δημιουργώντας ένα προσωπικό και διαφορετικό ύφος και ήθος στην υποκριτική.
Ο Τζακ Λέμον, ένας καλλιτέχνης που τίμησε την τέχνη του και τιμήθηκε με δύο Όσκαρ απ’ τις οκτώ συνολικά υποψηφιότητές του, τόλμησε να πειραματιστεί με ρόλους καρμανιόλα και να βγει αλώβητος, θριαμβευτής.
Στα 50 χρόνια της διαδρομής του, έπαιξε… και τι δεν έπαιξε.
Συμπληρώνοντας 20 χρόνια από τον θάνατό του (27 Ιουνίου 2001) το ΑΠΕ παρουσιάζει τον περίεργο τρόπο που ήρθε στη ζωή, τις δυσκολίες της παιδικής του ηλικίας και θα θυμηθούμε τις σημαντικότερες στιγμές του στον κινηματογράφο.
Ο Τζακ Λέμον γεννήθηκε με κινηματογραφικό τρόπο. Ήταν 8 Φεβρουαρίου του 1925, όταν η μητέρα του Μίλντρεντ τον γέννησε μέσα σε ένα ασανσέρ στη Βοστόνη και μάλιστα με ίκτερο, δηλαδή ένα λεμονί χρώμα που ταίριαζε απόλυτα με το επώνυμό του.
Γιος του Τζον, ενός αρτοποιού, ο νεαρός Τζακ είχε δύσκολα παιδικά χρόνια, καθώς φιλάσθενος υποβλήθηκε σε πολλές εγχειρίσεις.
Αυτό, όμως, δεν τον εμπόδισε να είναι πολύ καλός αθλητής, κάτι που τον έστειλε στο Χάρβαρντ. Εκεί, ο νεαρός πλέον Τζακ, μάλλον δεν θαμπώθηκε από τη φήμη του εκπαιδευτικού ιδρύματος, παράτησε τις σπουδές και ασχολήθηκε μόνο με την υποκριτική, το «μικρόβιο» που του είχε μπει από την παιδική ηλικία.
Παρά την τρέλα του για την ηθοποιία, ο Λέμον θα πάει να υπηρετήσει στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, κάνοντας τη θητεία του στο Ναυτικό και στο κατάστρωμα ενός αεροπλανοφόρου. Μετά τον πόλεμο, έπεισε τον πατέρα του να του δανείσει 300 δολάρια, για να πάει στο Μπρόντγουεϊ να παλέψει για το όνειρό του.
Έτσι, θα βρεθεί στη Νέα Υόρκη, όπου μέχρι να βρει την ευκαιρία να πατήσει το θεατρικό σανίδι, έπαιξε επαγγελματικά πιάνο σε κλαμπ και κάνοντας κάποια σκετσάκια στο ραδιόφωνο. Η πρώτη του εμφάνιση στο θέατρο, θα έρθει το 1953, με την κωμωδία «Room Service», μία παράσταση που κατέβηκε γρήγορα.
Η απογοήτευσή του, όμως δεν θα κρατήσει για πολύ, καθώς ο φημισμένος σκηνοθέτης Τζορτζ Κιούκορ θα του δώσει τον πρωταγωνιστικό ρόλο στην ταινία του «It Should Happen to You», μία συμπαθέστατη ρομαντική κωμωδία, ιδανική για το ντεμπούτο ενός νέου ηθοποιού.
Η αρχή είχε γίνει. Το νερό είχε μπει στο αυλάκι για τον Λέμον, αλλά ούτε ο ίδιος μπορούσε να φανταστεί τη συνέχεια. Έτσι, μετά από μόλις 5 χρόνια, θα τον φωνάξει ο Μπίλι Γουάιλντερ για να πρωταγωνιστήσει σε μία από τις κλασικές ανατρεπτικές κωμωδίες όλων των εποχών, δίπλα στο σύμβολο του σεξ, Μέριλν Μονρόε και τον, επίσης, ανερχόμενο Τόνι Κέρτις.
Πρόκειται φυσικά για το περίφημο «Μερικοί το Προτιμούν Καυτό», για το οποίο ο Λέμον θα παίξει το μεγαλύτερο μέρος της ταινίας παριστάνοντας μια κοπέλα, ένας ρόλος πρόκληση, με τον οποίο έκλεψε τη δόξα από τους συμπρωταγωνιστές του.
Πρώτη υποψηφιότητα για Όσκαρ Α’ Ανδρικού Ρόλου, αλλά το κυριότερο η καταξίωση στη συνείδηση του κοινού.
Με τον Μπίλι Γουάιλντερ θα συναντηθεί κινηματογραφικά ακόμη έξι φορές. Η τύχη για τον Λέμον είναι όταν το 1960 θα κάνουν μαζί την «Γκαρσονιέρα», έχοντας δίπλα του την υπέροχη Σίρλεϊ Μακ Λέιν.
Κλασική πλέον ρομαντική κωμωδία, που κέρδισε και το Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας.
Παρότι, καθιερωμένος κωμικός, το 1962 θα αποδείξει ότι μπορεί να είναι άψογος και σε ένα δραματικό ρόλο, με τη συγκινητική του ερμηνεία στο δραματικό φιλμ του Μπλέικ Έντουαρντς «Ημέρες Κρασιού και Λουλουδιών» να του δίνει ακόμη μία υποψηφιότητα για Όσκαρ.
Το 1966 θα είναι μια χρονιά που θα σημαδέψει τον Λέμον, εγκαινιάζοντας την πολύχρονη συνεργασία του με τον Γουόλτερ Ματάου, με την κωμωδία του Γουάιλντερ, «Ένας Υπέροχος Απατεώνας». Δύο χρόνια μετά θα φτιάξουν τον μύθο του κινηματογραφικού ζευγαριού με την ξεκαρδιστική κωμωδία «Ένα Παράξενο Ζευγάρι», χτίζοντας πάνω στους εκ διαμέτρου αντίθετους χαρακτήρες που ερμηνεύουν, αλλά και στη διαφορετική εμφάνισή τους. Ο ένας μικροκαμωμένος, αστείος, νευρικός, ο άλλος μεγαλόσωμος, κακομούτσουνος, νωχελικός. Απίστευτη επιτυχία που θα τους φέρει ακόμη οχτώ φορές ως κινηματογραφικό ζευγάρι, με καλύτερη στιγμή την κλασική σκρούμπολ κωμωδία «Πρώτη Σελίδα», σε σκηνοθεσία και πάλι του Γουάιλντερ.
Το 1973 ήρθε και το πρώτο Όσκαρ Α’ Ανδρικού Ρόλου για το ενδιαφέρον αστυνομικό δράμα «Σώστε τον Τίγρη» του Τζον Άβιλντσεν, ενώ πριν πολλά χρόνια, το 1955 είχε πάρει το Όσκαρ Β’ Ανδρικού Ρόλου για την εξαιρετική πολεμική κωμωδία «Μίστερ Ρόμπερντς» του Τζον Φορντ, έχοντας δίπλα του τα θηρία Χένρι Φόντα, Τζέιμς Κάγκνεϊ και Ουίλιαμ Πάουελ.
Ο Λέμον γύρισε δεκάδες επιτυχίες, σε όλα αυτά τα χρόνια. Ακόμη κι αν κάποιες δεν είχαν το αποτέλεσμα που θα περιμέναμε, ο Λέμον ήταν πάντα εκεί για να τις στηρίξει και κυρίως για να απολαύσουμε την υποκριτική του δεξιοτεχνία. Ωστόσο, θα πρέπει να σταθούμε σε τρεις δραματικές ταινίες, που γύρισε στην ωριμότητά του.
Πρόκειται για το εξαιρετικό θρίλερ «Το Σύνδρομο της Κίνας» (1980), του Τζέιμς Μπρίτζες, το πολιτικό θρίλερ του Κώστα Γαβρά «Ο Αγνοούμενος» (1982) στον ρόλο ενός σπαρακτικού πατέρα και το δραματικό «Οικόπεδα με Θέα» του 1992, όπου δημιουργεί τον χαρακτήρα του ηττημένου από τη ζωή, κερδίζοντας κατά κράτος το φορτωμένο καστ με ανερχόμενους και καταξιωμένους σταρ της εποχής.
Ο Τζακ Λέμον, που δεν σταμάτησε να πατά τα πλατό μέχρι το τέλος της ζωής του, είχε μια ήρεμη προσωπική ζωή, παντρεύτηκε δυο φορές, έκανε ένα γιο, ήταν πάντα με την πλευρά των αδυνάτων, ήταν αγαπητός σε όποιον τον γνώρισε, αφού ποτέ δεν το έπαιξε βεντέτα.
Θα πεθάνει από καρκίνο στις 27 Ιουνίου του 2001 στο Λος Άντζελες. Άσχημη μέρα. Δεν χάθηκε μόνο ένας ξεχωριστός, ένας μεγάλος ηθοποιός και ένας ευγενικός άνθρωπος. Χάθηκε και το καλούπι ενός ηθοποιού, που πάντα αναζητούμε και με θλίψη ανακαλύπτουμε ότι δύσκολα θα υπάρξει ξανά…