«Μας ενδιαφέρει η μακρόχρονη, με βαθιές ρίζες και πολυδιάστατη συμμαχία με τις ΗΠΑ. Αν και υπάρχουν διαφορές απόψεων κατά καιρούς, η συνεργασία και συμμαχία μας έχει καταφέρει να ξεπεράσει όλων των ειδών των εμπόδια», υποστήριξε ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ενόψει της σχεδιαζόμενης συνάντησής του με τον Τζο Μπάιντεν στη σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ την επόμενη εβδομάδα. Συμπλήρωσε ότι μπορούν να συνεργαστούν σε πλήθος πεδία από την πάλη κατά της τρομοκρατίας μέχρι την οικονομία και υποστήριξε ότι το διμερές εμπόριο μπορεί να φτάσει τα 100 δισεκατομμύρια δολάρια.
Ωστόσο, εξακολουθούν να υπάρχουν αγκάθια στις διμερείς σχέσεις και ένα από αυτά είναι ακριβώς το Κουρδικό, με δεδομένη και την κατάσταση στη Βορειοανατολική Συρία. Και αυτό γιατί η προσπάθεια των Κούρδων της Συρίας να αποκτήσουν χαρακτηριστικά αυτόνομης ζώνης, δηλαδή οιονεί κρατικής οντότητας στη συγκεκριμένη περιοχή, που συνέπεσε με την επιλογή των ΗΠΑ να αξιοποιήσουν ως βασική συμμαχική δύναμη στο ίδιο το πεδίο τις κουρδικές δυνάμεις πολιτοφυλακής, διαμόρφωσαν για την Τουρκία το έδαφος για τον υπαρξιακό φόβο ότι η κουρδική οντότητα στη Συρία θα λειτουργήσει ως παράδειγμα συνολικά για τους κουρδικούς πληθυσμούς.
Σε αυτό το φόντο αποκτά ξεχωριστή σημασία η πρόσφατη επίσκεψη στην Συρία και δη στις περιοχές που ελέγχονται από τις κουρδικές δυνάμεις αμερικανικής αντιπροσωπίας που περιλάμβανε τον Τζόι Χουντ, που ο ενεργών καθήκοντα βοηθού υπουργού, του αναπληρωτή απεσταλμένου για τη Συρία Ντέιβιντ Μπράουνσταϊν και της διευθύντριας για θέματα Ιράκ και Συρίας του Εθνικού Συμβουλίου Ασφαλείας Ζέχρα Μπελ.
Η αντιπροσωπία επισκέφτηκε στις 16 και 17 Μαΐου την Βορειοανατολική Συρία και συνάντησε εκπροσώπους των Συριακών Δημοκρατικών Δυνάμεων (που κατά κύριο λόγο αποτελούνται από τις κουρδικές Δυνάμεις Προστασίας του Λαού – YPG), του Συριακού Δημοκρατικού Συμβουλίου και αρχηγών φυλών από την περιοχή της Ράκκα.
Ήταν η πρώτη υψηλού επιπέδου επίσκεψη του Στέιτ Ντιπάρτμεντ στη Βορειοανατολική Συρία και τη Ροτζάβα. Μέχρι τώρα κυρία η επικοινωνία ήταν μέσω στρατιωτικών καναλιών και μέσω της παρουσίας ειδικών δυνάμεων του αμερικανικού στρατού στην περιοχή, στο πλαίσιο της συνεργασίας που ξεκίνησε στο πλαίσιο της πάλης κατά του Ισλαμικού Κράτους.
Πληροφορίες της ιστοσελίδας Al-Monitor αναφέρουν ότι σε αντίθεση με άλλες επαφές ανάμεσα στις δύο πλευρές, οι αμερικανοί αυτή τη φορά δεν επανέλαβαν την απαίτηση οι κουρδικές δυνάμεις στη Συρία να διαρρήξουν τους δεσμούς τους με το παράνομο Κουρδικό Εργατικό Κόμμα (που σε αντίθεση με τις μονάδες των YPG θεωρείται τρομοκρατική οργάνωση και από τις ΗΠΑ). Από τη μεριά τους οι Κούρδοι επανέλαβαν το αίτημα να αποχωρήσουν οι τουρκικές δυνάμεις από την περιοχή ως προϋπόθεση για έναν διάλογο με την Άγκυρα. Συζητήθηκε ακόμη η πιθανότητα αποχώρησης των αμερικανικών δυνάμεων που βρίσκονται στην περιοχή και το είδος της υποστήριξης που θα πρέπει να δοθεί στους Κούρδους, επιπλέον της αεροπορικής προστασίας σε ενδεχόμενη αποχώρηση.
Το ενδιαφέρον της συνάντησης φαίνεται ότι ήταν ότι αυτή τη φορά δεν περιορίστηκε στενά στα ζητήματα της στρατιωτικής συνεργασίας για την αντιμετώπιση του Ισλαμικού κράτους, αλλά επεκτάθηκαν και στην προκαταρκτική συζήτηση για έναν πολιτικό και διπλωματικό διάλογο ανάμεσα στην Ουάσιγκτον και τις κουρδικές δυνάμεις στη Συρία.
Ο επικεφαλής των Συριακών Δημοκρατικών Δυνάμεων Μαζλούμ Αμπντί, πιο γνωστός ως Μαζλούμ Κομπανέ, έκανε την ακόλουθη δήλωση στο tweeter: «Μια εποικοδομητική συνάντηση με μια υψηλού επιπέδου αντιπροσωπεία από το Υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ με επικεφαλής τον βοηθό υπουργό κ. Joey Hood, και από τον Λευκό Οίκο, την κ. Zehra Bell, Διευθύντρια του Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας για τη Συρία και το Ιράκ. Τονίστηκε ότι οι διεθνείς δυνάμεις συνασπισμού θα παραμείνουν στην περιοχή για να επιτύχουν πλήρη νίκη επί του ISIS και να υποστηρίξουν τη σταθερότητα και να ενδυναμώσουν την Αυτόνομη Διοίκηση.»
Από τη μεριά τους οι εκπρόσωποι των ΗΠΑ δήλωσαν την «αμερικανική προσήλωση στ συνεργασία και τον συντονισμό στον Συνασπισμό για να ηττηθεί το Ισλαμικό Κράτος, τη συνέχιση της σταθερότητας στη βορειοανατολική Συρία και τη συνέχιση της παράδοσης βοήθειας σταθεροποίησης στις απελευθερωμένες περιοχές για να εξασφαλιστεί η διαρκής ήττα του Ισλαμικού Κράτους». Παράλληλα, επαναδιατύπωσαν την αμερικανική προσήλωση στην υποστήριξη όλων των προσπαθειών για πολιτική λύση της συριακής σύγκρουσης» και στην ανθρωπιστική βοήθεια.Πληροφορίες της ιστοσελίδας Al-Monitor αναφέρουν ότι οι ΗΠΑ επέμειναν και στην επανασυμφιλίωση των Κούρδων της Συρίας με τους Κούρδους του Ιράκ και την αποκατάσταση στενότερων δεσμών ανάμεσα στις διοικήσεις των δύο περιοχών.
Όλα αυτά επιτείνουν την ανησυχία της Τουρκίας. Και αυτό γιατί η Άγκυρα διαπιστώνει ότι οι ΗΠΑ δεν πρόκειται να εγκαταλείψουν τις κουρδικές περιοχές στη Συρία και ότι θα αντιμετωπίζουν τις κουρδικές πολιτοφυλακές ως συμμαχικές δυνάμεις, τουλάχιστον στον βραχύ χρόνο. Το ίδιο το γεγονός ότι οι ΗΠΑ αντιμετωπίζουν με τον ίδιο τρόπο τις κουρδικές δυνάμεις στη Συρία και το Ιράκ, επιτείνει την Τουρκική ανησυχία, καθώς ισοδυναμεί με ντε φάκτο αναγνώρισή τους, αυτό που κατεξοχήν θέλει να αποφύγει η Άγκυρα.
Η απάντηση της Τουρκίας ήταν να προβάλει την πρόσφατη επιχείρηση στο Βόρειο Ιράκ όπου σκοτώθηκε ο Νουρεντίν Χαλέφ αλ-Μοχαμέντ, πιο γνωστός ως Σόφι Νουρεντίν, που για την Τουρκία ήταν ο υπεύθυνος του PKK για τη Συρία. Για τον Ερντογάν, αυτό αποδεικνύει ότι PKK καιYPG είναι η «ίδια οργάνωση». Τουρκικά μέσα συνέδεσαν μια καθυστέρηση στην αμερικανική επίσκεψη στη βορειοανατολική Συρία με την εκτέλεση του Σόφι Νουρεντίν, που είχε συναντηθεί στο παρελθόν δύο φορές με τους αμερικανούς. Μάλιστα, η φιλοκυβερνητική Yeni Safak έσπευσε να βάλει τίτλο ότι οι «οι ΗΠΑ δεν μπορούσαν να προστατεύσουν το Σόφι», και σχολιάζοντας την επιχείρηση εναντίον του υπογράμμισε ότι δεν ήταν μόνο μια απάντηση στο PKK «αλλά και στις ΗΠΑ», τις οποίες κατηγόρησε ότι του παρείχαν προστασία στο παρελθόν.
Είναι προφανές ότι ο Ερντογάν έχει επενδύσει σημαντικά στο να επιδιορθώσει τις αμερικανοτουρκικές σχέσεις. Ουσιαστικά, υποστηρίζει ότι η Τουρκία μπορεί να είναι ταυτόχρονα μια ισχυρή περιφερειακή δύναμη και ένας αξιόπιστος σύμμαχος των ΗΠΑ, ιδίως στο πλαίσιο μιας αναδυόμενης νέας ισορροπίας στην ευρύτερη Μέση Ανατολή.
Όμως, ταυτόχρονα δεν θέλει να κάνει σημαντικές υποχωρήσεις, ιδίως σε ένα θέμα με τέτοια φόρτιση όπως το κουρδικό και μάλιστα με την Τουρκία σταδιακά να μπαίνει, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, σε μια μακρά προεκλογική εκστρατεία όπου ο Ερντογάν θέλει να παίξει και το χαρτί του εθνικισμού.
Όμως, την ίδια στιγμή οι ΗΠΑ που επιθυμούν ταυτόχρονα μια προσπάθεια εξομάλυνσης στην περιοχή, αλλά και διατήρησης δικούς τους ρόλου πολιτικού και άμεσης παρουσίας δεν είναι εύκολο, σε αυτή τη φάση, να κάνουν τόσο μεγάλη στροφή στο κουρδικό, με δεδομένες τις σχέσεις που έχουν οικοδομήσει. Όμως, μεσοπρόθεσμα και στον ορίζοντα μιας πολιτικής λύσης για τη συριακή κρίση δεν είναι καθόλου δεδομένο ότι θα βρεθεί χώρος για το κουρδικό αίτημα για κρατική υπόσταση. Ούτε πρόκειται άμεσα να ανακαλέσουν το «πράσινο φως» που έχουν δώσει στην τουρκική παρουσία στο συριακό έδαφος. Όμως, υπάρχει το ερώτημα εάν θα θελήσουν να προωθήσουν μια διαλόγου ανάμεσα σε Τουρκία και Κούρδους ως τμήμα μιας συνολικότερης προσπάθειας ειρήνευσης της ευρύτερης περιοχής.
Από την άλλη, το κουρδικό δεν είναι η πιο βασική πλευρά των αμερικανοτουρκικών σχέσεων. Οι κρίσιμες πλευρές αφορούν το συνολικό προσανατολισμό της Τουρκίας, τις σχέσεις με τη Ρωσία, τον τρόπο που αντιμετωπίζει την ένταξή της στην «Δύση», με την ευρύτερη έννοια του όρου.
Σε αυτό το τοπίο είναι που διαμορφώνονται οι πραγματικές δυσκολίες – αλλά και οι πραγματικές δυνατότητες – για την αποκατάσταση των αμερικανοτουρκικών σχέσεων.