Αναβρασμός επικρατεί στην Τουρκία, μετά το ηχηρό χαστούκι από τον αμερικανό πρόεδρο Τζο Μπάιντεν, ο οποίος υλοποιώντας προεκλογική του δέσμευση, αναγνώρισε την Γενοκτονία των Αρμενίων, στέλνοντας μήνυμα σε πολλούς αποδέκτες.
Ο Μπάιντεν έγινε ο πρώτος πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών (ο Μπαράκ Ομπάμα είχε υποσχεθεί προεκλογικά ότι θα αναγνώριζε τη Γενοκτονία των Αρμενίων, πράγμα το οποίο δεν έπραξε) που χαρακτήρισε έτσι τον θάνατο 1,5 εκατομμυρίου Αρμενίων που σφαγιάστηκαν από την Οθωμανική Αυτοκρατορία το 1915.
Η εξέλιξη έρχεται τη στιγμή που οι σχέσεις των δύο χωρών είναι τεταμένες λόγω της αγοράς των ρωσικών S-400 από την Τουρκία και σειράς άλλων θεμάτων, για τα οποία ο πρώην Πρόεδρος Τραμπ δεν πίεσε τον Ερντογάν.
Η παραδοσιακή ανακοίνωση του Λευκού Οίκου για την ημέρα μνήμης, στις 24 Απριλίου, ανέφερε χθες για πρώτη φορά τη λέξη «γενοκτονία». «Οι Αμερικανοί τιμούν όλους τους Αρμένιους που χάθηκαν στη γενοκτονία η οποία άρχισε σαν σήμερα πριν από 106 χρόνια», έγραψε ο Τζο Μπάιντεν.
Η ιστορικής σημασίας αυτή ανακοίνωση προκάλεσε την οργή της Άγκυρας, επιδεινώνοντας περαιτέρω τις ήδη τεταμένες σχέσεις των δύο νατοϊκών συμμάχων.
Μαγκωμένη η τουρκική ηγεσία, αν και ο αμερικανός πρόεδρος είχε ενημερώσει τον Ταγίπ Ερντογάν για τις προθέσεις του, αναζητεί τρόπους αντίδρασης ωστόσο σύμφωνα με εκτιμήσεις αναλυτών, η απάντηση της Άγκυρας εκτιμάται ότι θα είναι περιορισμένη λόγω και της κατάστασης της οικονομίας της.
Το υπουργείο Εξωτερικών της Τουρκίας, ανακοίνωσε ότι κάλεσε τον Αμερικανό πρέσβη στην Άγκυρα, διαβιβάζοντας την «έντονη αντίδραση» της Τουρκίας για την κίνηση της Ουάσινγκτον, ενώ νωρίτερα ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν κατήγγειλε «την πολιτικοποίηση από τρίτους» της συζήτησης γύρω από αυτήν την περίοδο της Ιστορίας.
«Κανείς δεν θα έπρεπε να εκμεταλλεύεται το γεγονός ότι οι συζητήσεις -οι οποίες θα έπρεπε να διεξάγονται από ιστορικούς- πολιτικοποιούνται από τρίτους και γίνονται ένα μέσο παρέμβασης στη χώρα μας» δήλωσε χαρακτηριστικά ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν σε μήνυμα που απηύθυνε προς τον Αρμένιο Πατριάρχη στην Κωνσταντινούπολη.
Σε πιο σκληρό ύφος ήταν η αντίδραση του τούρκου υπουργού Εξωτερικών, ο οποίος λίγα λεπτά μετά την ανακοίνωση του Λευκού Οίκου, στην οποία οι ΗΠΑ αναγνώριζαν τη Γενοκτονία των Αρμενίων, έσπευσε να μιλήσει για «λαϊκισμό».
Η Τουρκία «δεν χρειάζεται μαθήματα από κανέναν για την ιστορία της» δήλωσε ο Μεβλούτ Τσαβούσογλου.
«Οι λέξεις δεν μπορούν να αλλάξουν ή να ξαναγράψουν τη ιστορία», έγραψε στο Twitter. «Δεν θα δεχτούμε μαθήματα από κανέναν για την ιστορία μας» πρόσθεσε.
Σε ανακοίνωσή του μάλιστα το τουρκικό ΥΠΕΞ απορρίπτει και καταδικάζει τις δηλώσεις Μπάιντεν: «Είναι σαφές ότι η εν λόγω δήλωση δεν έχει επιστημονική και νομική βάση, ούτε υποστηρίζεται από στοιχεία. Όσον αφορά τα γεγονότα του 1915, δεν πληρείται καμία από τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για τη χρήση του όρου “γενοκτονία” που ορίζεται αυστηρά στο διεθνές δίκαιο». «Η φύση των γεγονότων του 1915 δεν αλλάζει ανάλογα με τα τρέχοντα πολιτικά κίνητρα των πολιτικών ή τις εσωτερικές πολιτικές εκτιμήσεις. Μια τέτοια στάση εξυπηρετεί μόνο μια χυδαία αλλοίωση της ιστορίας», τονίζει. Αυτή η δήλωση των ΗΠΑ, που διαστρεβλώνει τα ιστορικά γεγονότα, δεν θα γίνει ποτέ αποδεκτή στη συνείδηση του τουρκικού λαού και θα ανοίξει μια βαθιά πληγή που υπονομεύει την αμοιβαία εμπιστοσύνη και τη φιλία μας. Καλούμε τον Πρόεδρο των ΗΠΑ να διορθώσει αυτό το σοβαρό λάθος, το οποίο δεν εξυπηρετεί κανέναν άλλο σκοπό από το να ικανοποιήσει ορισμένους πολιτικούς κύκλους και να υποστηρίξει τις προσπάθειες που αποσκοπούν στην καθιέρωση μιας πρακτικής ειρηνικής συνύπαρξης στην περιοχή, ειδικά μεταξύ των τουρκικών και των αρμενικών εθνών, αντί να εξυπηρετεί την ατζέντα εκείνων των κύκλων που προσπαθούν να προκαλέσουν εχθρότητα από την ιστορία», καταλήγει η ανακοίνωση.
Αναφορικά με την επόμενη μέρα, ο Ερντογάν δείχνει να μην έχει πολλές επιλογές. Ο λόγος δεν είναι άλλος από τα ανοιχτά μέτωπα του τούρκου προέδρου, τόσο στο εσωτερικό της χώρας, με την οικονομία να καταρρέει, όσο και στο εξωτερικό με τις προκλήσεις στην Ανατολική Μεσόγειο να έχουν φέρει την οργισμένη αντίδραση της ΕΕ και όχι μόνο.
Ο Ερντογάν, είναι σαφές ότι βρίσκεται σε δύσκολη θέση, με τις σκληρές δηλώσεις σχετικά με την κίνηση Μπάιντεν, να κρύβουν την ανησυχία της Άγκυρας, για την περαιτέρω πορεία των αμερικανοτουρκικών σχέσεων.
Ο τούρκος πρόεδρος, καταλαβαίνει ότι πλέον, θα μπορεί πιο δύσκολα να το «παίζει σε διπλό ταμπλό», όπως στο παρελθόν εκμεταλλευόμενος τη σχέση του με τον Ντόναλντ Τραμπ.
Βλέπει ότι ο Μπάιντεν να είναι αποφασισμένος να προκαλέσει ρήξεις στην εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ και να αυστηροποιεί τη στάση του απέναντι σε πολλούς και πολλά. Υπάρχει ,έτσι και αλλιώς, πάντα ανοιχτό το θέμα της προμήθειας από πλευράς Τουρκίας οπλικών συστημάτων από τη Ρωσία κάτι που σημαίνει ότι με την αναγνώριση της γενοκτονίας των Αρμενίων, ο Μπάιντεν στέλνει μήνυμα χειροπιαστό και ηχηρό στην άλλη πλευρά.
Με ενδιαφέρον αναμένεται ο αντίκτυπος που πιθανώς να έχει η συγκεκριμένη κίνηση του Αμερικανού προέδρου στη στάση των ΗΠΑ στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.
Σύμφωνα με τον διεθνολόγο, Κωνσταντίνο Φίλη, ο Μπάιντεν με την κίνησή του αυτή έστειλε ένα ξεκάθαρο μήνυμα στην Τουρκία: Είτε θα συμμορφωθεί με τις συμμαχικές της υποχρεώσεις, είτε θα αποξενωθεί.
Τα δύο βασικά μηνύματα που ήθελε να στείλει στον Ερντογάν από την καθυστερημένη επικοινωνία ήταν αφενός ότι οι συνθήκες έχουν αλλάξει και πως η Τουρκία και ο πρόεδρός της πρέπει να προσαρμοστούν σε αυτές και αφετέρου ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν στη «φαρέτρα» τους όπλα που θα δυσκολέψουν τη ζωή του «Σουλτάνου».
Από την πλευρά του, ο Ερντογάν έχει τα εξής προβλήματα: Από τη μία έχει παρέλθει η ασυλία που του προσέφερε ο Τραμπ και η οποία του παρείχε την ευχέρεια να κινείται ανάμεσα στη Ρωσία και τις ΗΠΑ και από την άλλη οι σκέψεις του για περιφερειακή ηγεμονία περιορίζονται αισθητά.
Όσον αφορά τις αντιδράσεις στο εσωτερικό της Τουρκίας, σύμφωνα με τον κ. Φίλη, αναμένεται να προκληθεί συσπείρωση, ακόμα και μεταξύ των κομμάτων της αντιπολίτευσης στο εσωτερικό της Τουρκίας, αλλά και έντονα αισθήματα αντιαμερικανισμού.
Ωστόσο, θα προκαλέσει ακόμα ένα πρόβλημα στον Ερντογάν, αφού αργά ή γρήγορα οι τούρκοι θα αναρωτηθούν αν τελικά οι ενέργειες του προέδρου ήταν αυτές που προκάλεσαν τις ανακοινώσεις του Λευκού Οίκου, πιθανώς ως αντίποινα.
Στόχος είναι «να αποδοθεί τιμή στα θύματα, όχι να κατηγορηθεί» υπογραμμίζει από την πλευρά της αμερικανίδα αξιωματούχος που ζήτησε να μην κατονομαστεί.
«Συνεχίζουμε να θεωρούμε την Τουρκία έναν κρίσιμο σύμμαχο στο ΝΑΤΟ» πρόσθεσε.
«Υπάρχουν πολλά κοινά συμφέροντα, αλλά ταυτόχρονα δεν είναι μυστικό για κανέναν ότι υπάρχουν επίσης αποκλίσεις μεταξύ των χωρών μας» είπε σε άλλο σημείο η αξιωματούχος.
Σύμφωνα με την ίδια, «ο πρόεδρος θέλει πραγματικά να προωθήσει τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε όλο τον κόσμο και να εργαστεί για να διασφαλιστεί ότι τέτοιες θηριωδίες δεν θα επαναληφθούν».
«Ένα κρίσιμο μέρος αυτής της διαδικασίας είναι να λάβουμε υπόψη τα ιστορικά γεγονότα» υπογράμμισε η αξιωματούχος.
«Ο αμερικανικός λαός τιμά όλους εκείνους τους Αρμένιους που χάθηκαν στη γενοκτονία που ξεκίνησε πριν από 106 χρόνια» αναφέρει η ανακοίνωση του Λευκού Οίκου για την Ημέρα Μνήμης της Γενοκτονίας των Αρμενίων. Η συγκεκριμένη ανακοίνωση συνιστά την πρώτη επίσημη αναγνώριση της γενοκτονίας από την αμερικανική κυβέρνηση.
Όπως σημειώνει η ανακοίνωση του Λευκού Οίκου, «κάθε χρόνο αυτή την ημέρα, θυμόμαστε τις ζωές όλων εκείνων που πέθαναν στη γενοκτονία των Αρμενίων της Οθωμανικής εποχής και δεσμευόμαστε να αποτρέψουμε ξανά μια τέτοια βιαιότητα. Ξεκινώντας στις 24 Απριλίου 1915, με τη σύλληψη Αρμενίων διανοουμένων και ηγετών της κοινότητας στην Κωνσταντινούπολη από τις οθωμανικές αρχές, ενάμισι εκατομμύριο Αρμένιοι απελάθηκαν, σφαγιάστηκαν ή προχώρησαν σε πορείες θανάτου σε μια εκστρατεία εξόντωσης. Τιμούμε τα θύματα των Meds Yeghern (Μεγάλο Έγκλημα), έτσι ώστε οι φρικαλεότητες που συνέβησαν τότε να μην χαθούν ποτέ στην ιστορία. Και θυμόμαστε έτσι ώστε να παραμείνουμε πάντα σε εγρήγορση ενάντια στη διαβρωτική επίδραση του μίσους σε όλες τις μορφές του».
Συνεχίζοντας, ο Λευκός Οίκος διευκρινίζει ότι προχώρησε σε αυτή την κίνηση με στόχο να αναγνωρίσει την ιστορία και να διασφαλίσει ότι κάτι τέτοιο δεν θα επαναληφθεί στο μέλλον. Στην ανακοίνωση επισημαίνεται ότι στόχος δεν είναι η απαγγελία κατηγοριών αλλά η αναγνώριση του πόνου και η επιβεβαίωση της ιστορίας. «Σήμερα, καθώς θρηνούμε αυτό που χάθηκε, ας στρέψουμε επίσης τα μάτια μας στο μέλλον – προς τον κόσμο που θέλουμε να χτίσουμε για τα παιδιά μας. Ένας κόσμος που δεν στιγματίζεται από το κακό της μισαλλοδοξίας, όπου γίνονται σεβαστά τα ανθρώπινα δικαιώματα και όπου όλοι οι άνθρωποι μπορούν να συνεχίσουν τη ζωή τους με αξιοπρέπεια και ασφάλεια. Ας ανανεώσουμε την κοινή μας αποφασιστικότητα στο να αποτρέψουμε μελλοντικές φρικαλεότητες σε οπουδήποτε μέρος στον κόσμο» αναφέρεται χαρακτηριστικά στην ανακοίνωση «βόμβα» του Λευκού Οίκου.
Στην ανακοίνωση, ξεχωρίζει και το ελληνικό όνομα της Κωνσταντινούπολης (Constantinople) και όχι η τουρκική ονομασία Ιστανμπούλ (Istanbul), η οποία έχει επικρατήσει και χρησιμοποιείται στις περισσότερες χώρες του κόσμου.
Σημειώνεται, ωστόσο, ότι σύμφωνα με πληροφορίες από Αμερικανούς διπλωμάτες, την περίοδο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας η πόλη αναφερόταν ως Κωνσταντινούπολη, και αυτός είναι ο λόγος που χρησιμοποιήθηκε αυτή η ονομασία στη σχετική ανακοίνωση.
Η επέτειος της Γενοκτονίας των Αρμενίων από την Οθωμανική Αυτοκρατορία είχε ξεχωριστή σημασία φέτος στην Γερεβάν. Eίναι η χρονιά που η χώρα βγήκε λαβωμένη από τον πόλεμο στο Ναγκόρνο Καραμπάχ, τον οποίο το Αζερμπαϊτζάν κέρδισε με τη βοήθεια της Άγκυρας, άκουσε όμως με ικανοποίηση την αποκατάσταση της ιστορικής αλήθειας για τις θηριωδίες των Τούρκων από τον ίδιο τον Αμερικανό Πρόεδρο.
Ο πρωθυπουργός της Αρμενίας, Νικόλ Πασινιάν, χαιρέτισε την ιστορική απόφαση του Τζο Μπάιντεν να αναγνωρίσει επίσημα τη Γενοκτονία των Αρμενίων.
Ο Πασινιάν ευχαρίστησε τον πρόεδρο των ΗΠΑ γι’ αυτό το «πολύ ισχυρό βήμα προς τη δικαιοσύνη και την ιστορική αλήθεια», το οποίο προσφέρει «ανεκτίμητη υποστήριξη στους απογόνους των θυμάτων της Γενοκτονίας των Αρμενίων».
Η αναγνώριση της Γενοκτονίας αποτελεί «ένα ενθαρρυντικό παράδειγμα για όλους εκείνους που θέλουν να οικοδομήσουν μια δίκαιη και ανεκτική διεθνή κοινωνία», πρόσθεσε ο επικεφαλής της αρμενικής κυβέρνησης.
Σε επιστολή του προς τον Τζο Μπάιντεν, ο Νικόλ Πασινιάν αναφέρει: «Ο λαός της Αρμενίας και οι Αρμένιοι σε όλο τον κόσμο δέχονται με μεγάλο ενθουσιασμό και χαιρετίζουν το μήνυμά σας. Η αναγνώριση της Γενοκτονίας των Αρμενίων είναι σημαντική, όχι μόνο ως φόρος τιμής στο 1,5 εκατομμύριο των αθώων θυμάτων, αλλά και σε σχέση με την πρόληψη της επανάληψης παρόμοιων εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας».