Τι συμβαίνει με το εμβόλιο της AstraZeneca; Το ερώτημα κυριαρχεί στην Ευρώπη, ειδικά μετά τις εξελίξεις των τελευταίων ημερών, όμως σαφής απάντηση δεν ακούγεται από το στόμα κανενός. «Ή θα βρέξει ή θα χιονίσει ή καλό καιρό θα κάνει», μας λένε περίπου, φροντίζοντας να έχουν καλυμμένα τα νώτα τους.
Όμως οι πολίτες, των οποίων την υγεία αφορά τόσο η Covid-19 όσο και το συγκεκριμένο εμβόλιο, δικαιούνται να γνωρίζουν. Και πρέπει να μάθουν από τα στόματα των ειδικών – αφενός των επιστημόνων και των αναγνωρισμένων θεσμών και, αφετέρου, των κυβερνώντων.
Εδώ, λοιπόν, οφείλουμε να κάνουμε την πρώτη ανησυχητική διαπίστωση: Σε αντίθεση με όσα μας έχουν πει μέχρι σήμερα οι κυβερνήσεις, οι αποφάσεις που έχουν λάβει (τουλάχιστον αρκετές από αυτές) για προσωρινή αναστολή της χορήγησης του συγκεκριμένου εμβολίου δεν υπαγορεύονται από τα επιστημονικά δεδομένα και τις σχετικές εισηγήσεις των αρμόδιων επιτροπών.
Να το ξεκαθαρίσουμε: Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Φαρμάκων εξακολουθεί να το θεωρεί ασφαλές, τονίζει ότι τα πλεονεκτήματά του είναι ασύγκριτα μεγαλύτερα από τους ενδεχόμενους κινδύνους και, σε κάθε περίπτωση, θα μας ανακοινώσει την Πέμπτη εάν έχουν προκύψει στοιχεία που δικαιολογούν την αλλαγή της παραπάνω θέσης.
Ο δε Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, ο οποίος επίσης συνεδριάζει εκτάκτως σήμερα, διαμηνύει προς κάθε κατεύθυνση ότι δεν υπάρχουν δεδομένα που να συνδέουν ευθέως τα θρομβοεμβολικά περιστατικά με τη χορήγηση δόσεων του εμβολίου της AstraZeneca. Προειδοποιεί δε ότι κάθε αναβολή μπορεί να αποδειχθεί εξαιρετικά επιζήμια για την προσπάθεια αντιμετώπισης της πανδημίας.
Ακόμη και ο πρόεδρος της παγκόσμιας ομοσπονδίας ιατρικών ενώσεων, Φρανκ Ούλριχ Μοντγκόμερι, επέκρινε δημοσίως τις αποφάσεις που έχει λάβει η πλειοψηφία (πλέον) των κρατών-μελών της ΕΕ. «Το γεγονός ότι οι άνθρωποι αναπτύσσουν θρόμβους και παθαίνουν πνευμονικές εμβολές δεν έχει απαραιτήτως σχέση με τον εμβολιασμό», τόνισε μιλώντας σε γερμανικά ΜΜΕ.
Γιατί, τότε, η μία μετά την άλλη οι κυβερνήσεις βάζουν το εμβόλιο στον «πάγο»; Αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς, η απάντηση στο συγκεκριμένο ερώτημα φαίνεται να κρύβεται σε μεγάλο βαθμό σε (γεω)πολιτικά συμφέροντα, ανταγωνισμούς και προτεραιότητες.
«Πρόκειται για μια πολιτική επιλογή», είπε χωρίς περιστροφές στην ιταλική εφημερίδα la Repubblica ο γενικός διευθυντής του αρμόδιου οργανισμού φαρμάκων της χώρας AIFA, Νίκολα Μαγκρίνι. «Οι επιφυλάξεις της Ευρώπης για το εμβόλιο της Οξφόρδης έχουν να κάνουν και με άλλους παράγοντες, πέραν της επιστήμης», γράφει και η βρετανική The Guardian.
Από την πλευρά μας, ας αναλογιστούμε τα γεγονότα που έχουν προηγηθεί και θα μπορούσαν να δικαιολογήσουν τις προαναφερθείσες «πολιτικές αποφάσεις». Ας ξεχωρίσουμε δε τρία από αυτά.
Το πρώτο αφορά στην αθέτηση των δεσμεύσεων που είχε αναλάβει απέναντι στην Κομισιόν η AstraZeneca και οι σημαντικές καθυστερήσεις στην παράδοση των συμφωνηθέντων δόσεων –τουλάχιστον με βάση όσα ισχυρίζεται η Κομισιόν.
Πρόκειται για μια υπόθεση η οποία, όπως είναι γνωστό, έχει προκαλέσει έντονες αναταράξεις στις; Βρυξέλλες και έχει φέρει σε εξαιρετικά δύσκολη θέση την Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν και πολλούς ακόμη επιτρόπους. Το ίδιο συμβαίνει και με αρκετές κυβερνήσεις (της γερμανικής συμπεριλαμβανομένης) – πολύ περισσότερο καθώς οι Βρετανοί, με τους οποίους σοβεί η κόντρα, δεν αποδεικνύονται ιδιαιτέρως συνεργάσιμοι.
Το δεύτερο έχει να κάνει με τις διαπραγματεύσεις και τη συνεργασία μεταξύ της φαρμακευτικής εταιρείας και του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης με το ρωσικό ινστιτούτο Gamaleya, το οποίο παρασκευάζει το Sputnik-V.
Το «εμβόλιο του Πούτιν», όπως το ονομάζουν κάποιοι, έχει ήδη προκαλέσει έντονες αντιδράσεις στην Ευρώπη, καθώς δεν είναι λίγοι εκείνοι που θεωρούν ότι το Κρεμλίνο το χρησιμοποιεί ως όπλο για τα γεωπολιτικά του παιχνίδια και στην προσπάθειά του να «διεμβολίσει» την ΕΕ. Δεν είναι δύσκολο, λοιπόν, να φανταστούμε ότι ενδεχόμενη κοινοπραξία των δύο – που ίσως οδηγήσει και στην παραγωγή ενός νέου μονοδοσικού εμβολίου – δεν αντιμετωπίζεται με καλό μάτι.
Όσο για το τρίτο γεγονός, δεν είναι άλλο από τον φόβο αρκετών ευρωπαϊκών κυβερνήσεων μήπως γίνει κάποια «στραβή» που θα τους εκθέσει ανεπανόρθωτα απέναντι στους πολίτες τους – ειδικά ενόψει εκλογών, όπως συμβαίνει σε Γερμανία και Γαλλία.
Έχοντας ως δεδομένη την επιφυλακτικότητα σημαντικού μέρους των κοινωνιών τους συνολικά απέναντι στον εμβολιασμό, αλλά και προηγούμενα σκάνδαλα που έχουν ρίξει βαριά «σκιά» στην εικόνα των φαρμακευτικών, τώρα είναι διπλά επιφυλακτικές. Κάνουν, με άλλα λόγια, αυτό που ο λαός περιγράφει με το γνωστό «όποιος καεί από τον χυλό φυσάει και το γιαούρτι», αγνοώντας τις συστάσεις των επιστημόνων.
Στην εικόνα που δημιουργείται, τέλος, ας προσθέσουμε μία ακόμη παράμετρο, που πιθανώς θα είναι επίσης καθοριστική: Το εμβόλιο της AstraZeneca είναι μακράν το πιο φθηνό από όσα έχουν εγκριθεί και χορηγούνται ήδη, ενώ οι συνθήκες αποθήκευσης και συντήρησής του είναι επίσης σχετικά εύκολες. Κι αυτό, με τη σειρά του, κάνει πολλούς ανταγωνιστές της εταιρείας να αγωνιούν.
Σε κάθε περίπτωση, πάντως, πρέπει να είναι απολύτως σαφές κάτι ακόμη: Ότι όλα τα παραπάνω αποτελούν συνέπειες του χρόνου-ρεκόρ στον οποίο παρασκευάστηκαν τα εμβόλια και της κατεπείγουσας έγκρισης που δόθηκε για τη χορήγησή τους. Κάτι που σημαίνει, πολύ απλά, ότι δεν έχει υπάρξει επαρκής χρόνος (με βάση και τα συνήθη δεδομένα) για να μελετηθούν επαρκώς οι όποιες παρενέργειες και να διαλυθούν οι αμφιβολίες σχετικά με την ασφάλειά τους.
Αλλά, μπροστά σε αυτή τη λαίλαπα, προφανώς δεν μπορούμε να έχουμε και την πίτα ολόκληρη και τον σκύλο χορτάτο…