Το ΑΜΥ-101 που αναπτύσσεται από την ελληνική εταιρία «Αμύντας», βρίσκεται ήδη σε διαδικασία κλινικών δοκιμών. Τι δηλώνει ο καθηγητής Ανοσολογίας Γιάννη Λάμπρη που το κατασκεύασε.
Πειραματικό φάρμακο με ελληνική «σφραγίδα» χορηγείται εδώ και ένα μήνα σε ασθενείς με κορωνοϊό σε επτά ελληνικά νοσοκομεία.
Το ΑΜΥ-101 που αναπτύσσεται από την ελληνική εταιρία «Αμύντας», έχει εφευρεθεί από τον Έλληνα καθηγητή ανοσολογίας Γιάννη Λάμπρη και την ομάδα του (www.lambris.com) στα εργαστήρια του Πανεπιστημίου της Πενσυλβάνια. Το AMY-101 χορηγείται τώρα σε ασθενείς με Covid-19 που έχουν παρουσιάσει Σύνδρομο Οξείας Αναπνευστικής Δυσχέρειας, στο πλαίσιο τυχαιοποιημένης κλινικής δοκιμής φάσης II, η οποία έχει στόχο να διαπιστώσει αν μπορεί να αποτρέψει την διασωλήνωσή τους ή/και το θάνατο.
Ο καθηγητής Λάμπρης, ανακοίνωσε τα ελπιδοφόρα επιστημονικά δεδομένα που αφορούν το συγκεκριμένο φάρμακο στην εναρκτήρια ομιλία του 7ου Πανελλήνιο Συνεδρίου της Ελληνικής Ακαδημίας Νευροανοσολογίας που άρχισε την Πέμπτη, διαδικτυακά, και θα ολοκληρωθεί την Κυριακή.
Ο ίδιος μιλά στο iatronet.gr για την έναρξη των κλινικών δοκιμών, τα εξαιρετικά ενθαρρυντικά αποτελέσματα που είχε η χορήγηση του φαρμάκου στο πλαίσιο παρηγορητικής θεραπείας στην Ιταλία και τις προσδοκίες του για τη συνέχεια. Επίσης, αναφέρεται στην σημερινή επιδημιολογική εικόνα της Ελλάδας και στέλνει το μήνυμα της συμμετοχής όλων στο πρόγραμμα εμβολιασμού, τη μεγαλύτερη ελπίδα της ανθρωπότητας για την εξάλειψη του SARS-CoV-2.
Το ΑΜΥ-101 είναι ένα πειραματικό φάρμακο που στοχεύει στο συμπλήρωμα, έναν κομβικό μηχανισμό της φυσικής ανοσίας του οργανισμού και συγκεκριμένα στην κεντρική πρωτεΐνη του, C3. «Το συμπλήρωμα είναι βασικός μηχανισμός άμυνας του οργανισμού απέναντι σε διάφορων ειδών μολύνσεις. Όταν απορρυθμίζεται όμως πυροδοτεί την ενεργοποίηση πολλών τύπων κυττάρων της φυσικής άμυνας, όπως τα μακροφάγα και τα ουδετερόφιλα, που με τη σειρά τους εκκρίνουν τις κυτταροκίνες, προκαλώντας φλεγμονώδεις αντιδράσεις και θρομβώσεις.
Το AMY-101 είναι ένα μικρό πεπτίδιο που δεσμεύεται ισχυρά στο μόριο C3 και προλαβαίνει αυτές τις βλάβες», επισημαίνει ο κ. Λάμπρης και προσθέτει: «Ενδείκνυται η χορήγησή του σε ασθενείς COVID-19 που έχουν το Σύνδρομο Οξείας Αναπνευστικής Δυσχέρειας (Acute Respiratory Distress Syndrome – ARDS) ή/και εκτεταμένες θρομβωτικές επιπλοκές και βρίσκονται πριν από τη διασωλήνωση. Η δεύτερη φάση των κλινικών δοκιμών έχει στόχο να διαπιστωθεί κατά πόσο μπορεί να βελτιώσει την αναπνευστική ικανότητα των ασθενών και να αποτρέψει την διασωλήνωσή τους ή/και τον θάνατο».
Το φάρμακο, που αναπτύσσεται από την εταιρεία «Αμύντας», έχει πάρει έγκριση από τον Αμερικανικό Οργανισμό Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) και από το Γερμανικό Ομοσπονδιακό Ινστιτούτο για τα Φάρμακα και τις Ιατρικές Συσκευές (BfArM) για τη διεξαγωγή κλινικών δοκιμών φάσης II που θα αξιολογήσουν την αποτελεσματικότητά του σε ασθενείς με βαριά νόσο COVID-19. Η χορήγησή του στο Μιλάνο, σε ασθενείς COVID-19 με ARDS στο πλαίσιο πρωτοκόλλου παρηγορητικής θεραπείας, είχε πολύ ενθαρρυντικά αποτελέσματα
Με άδεια του Ελληνικού Οργανισμού Φαρμάκων, έχει ξεκινήσει εδώ και περίπου ένα μήνα η χορήγησή του στην Ελλάδα, στο πλαίσιο τυχαιοποιημένης κλινικής δοκιμής, σε 62 ασθενείς σε επτά νοσοκομεία: Ιπποκράτειο, Παπανικολάου και ΑΧΕΠΑ Θεσσαλονίκης, «Ευαγγελισμός» και Πανεπιστημιακά Νοσοκομεία Αλεξανδρούπολης, Λάρισας και Ιωαννίνων. Το φάρμακο χορηγείται ενδοφλέβια σε συνδυασμό με την συμβατική φαρμακευτική αγωγή.
Η φαρμακευτική εταιρία «Αμύντας» του καθηγητή Λάμπρη, έχει νοικιάσει την τεχνολογία από το Πανεπιστήμιο της Πενσυλβάνια, στα εργαστήρια του οποίου αναπτύχθηκε. Είναι η πρώτη φορά που ελληνική εταιρία επιτυγχάνει κάτι τέτοιο, αναπτύσσοντας ένα πρωτότυπο φάρμακο σε κλινικό επίπεδο.
«Αποφασίσαμε να ξεκινήσουμε την κλινική δοκιμή από την Ελλάδα. Βρισκόμαστε ένα μήνα μετά την έναρξή της. Όταν φτάσουμε περίπου στο μέσο της, δηλαδή στους 32 από τους 62 ασθενείς, θα γίνει η πρώτη ανάλυση των αποτελεσμάτων, ώστε να δούμε πώς θα προχωρήσουμε. Η κλινική δοκιμή αναμένεται να διαρκέσει μέχρι τον Φεβρουάριο – Μάρτιο».
Ο καθηγητής αποφεύγει να κάνει οποιαδήποτε πρόωρη αναφορά στο αν υπάρχουν κάποιες πρώτες ενδείξεις από την έως τώρα ανταπόκριση των ασθενών στα ελληνικά νοσοκομεία. Προτιμά να «μιλήσουν» τα αποτελέσματα της δοκιμής όταν ολοκληρωθεί η πρώτη ανάλυση.
«Ευελπιστώ πως θα αποτελέσει ένα ακόμη σημαντικό όπλο στη μάχη που δίνουν οι γιατροί μας», λέει και προσθέτει πως «η μεγαλύτερη ελπίδα που έχει η ανθρωπότητα για να εξαλείψει την πανδημία είναι το εμβόλιο».
Ο Γιάννης Λάμπρης παρακολουθεί στενά την εξέλιξη της πανδημίας στην Ελλάδα. «Η κατάσταση δεν είναι πολύ καλή τώρα, αλλά ελπίζουμε να βελτιωθεί. Ήδη μπαίνουν σε κλινική δοκιμή και τα μονοκλωνικά αντισώματα, τα οποία λειτουργούν με άλλο μηχανισμό και αναστέλλουν την εξέλιξη της λοίμωξης. Υπό προϋποθέσεις, θα μπορούσαν να χορηγούνται και σε συνδυασμό με το ΑΜΥ-101, αν αποδειχθεί αποτελεσματικό», αναφέρει.
Ο ίδιος οργίζεται όταν ακούει ανθρώπους που δεν έχουν καμία σχέση με την επιστήμη να διατυπώνουν γνώμες κατά των εμβολίων. «Θα έπρεπε να επεμβαίνει ο εισαγγελέας, κάθε φορά που ακούγονται ψευδείς ειδήσεις αναφορικά με το εμβόλιο, από ανθρώπους που δεν έχουν καμία επιστημονική γνώση. Δεν μπορούμε όλοι να προσποιούμαστε ότι ξέρουμε τα πάντα. Να είμαστε ταυτόχρονα χασάπηδες, μανάβηδες, οδηγοί, καθηγητές και αν χρειαστεί και λίγο γιατροί. Το μήνυμα που πρέπει να περάσει με σαφήνεια στον κόσμο είναι ότι επιβάλλεται να εμβολιαστούμε όλοι», τονίζει.
Στο πλαίσιο συγκριτικής μελέτης που έγινε πρόσφατα, χορηγήθηκαν δύο φάρμακα που στοχεύουν με διαφορετικό μηχανισμό το συμπλήρωμα, σε δύο ομάδες βαριά ασθενών, σε Ιταλία και Βραζιλία, αντίστοιχα: το ΑΜΥ-101 χορηγήθηκε σε τρεις ασθενείς με Covid στο νοσοκομείο Σαν Ραφαέλε του Μιλάνου, ενώ το αντίσωμα eculizumab (Soliris)της εταιρίας Alexion, ήδη εγκεκριμένο ως θεραπεία για νοσήματα όπως η παροξυσμική νυχτερινή αιμοσφαιρινουρία, χορηγήθηκε σε δέκα ασθενείς στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο του Σάο Πάολο, στη Βραζιλία. «Το AMY-101νίκησε στα σημεία», λέει ο καθηγητής, «παρόλο που η Alexion βρίσκεται στο NASDAQ, με χρηματιστηριακή αξία 25 δις δολάρια και το φάρμακό της κοστίζει 500.000 δολάρια».
Τα αποτελέσματα της συγκριτικής μελέτης που δημοσιεύτηκαν στην ιατρική επιθεώρηση «ClinicalImmunology», έδειξαν πως το φάρμακο με την ελληνική «σφραγίδα» επιτυγχάνει ευρύτερο θεραπευτικό αποτέλεσμα από το eculizumab σε ασθενείς με Covid, λόγω της ικανότητάς του να αναστέλλει το C3 αδρανοποιώντας έτσι πολλούς μηχανισμούς φλεγμονής και θρόμβωσης.
Ο Γιάννης Λάμπρης γεννήθηκε στη Ροδαυγή Άρτας, ένα ορεινό χωριό των Τζουμέρκων και μεγάλωσε βοηθώντας στο κρεοπωλείο του πατέρα του και στα χωράφια της οικογένειας, καθώς και δουλεύοντας ως ψήστης στα πανηγύρια διάφορων χωριών.
Σπούδασε Βιολογία και Βιοχημεία στο Πανεπιστήμιο Πατρών και στη συνέχεια έβαλε πλώρη για μια σπουδαία ακαδημαϊκή καριέρα στο εξωτερικό, που ξεκίνησε με την ανάδειξή του σε επίκουρο καθηγητή σε ηλικία μόλις 26 ετών: Από τις ΗΠΑ στη Γερμανία και πίσω στις ΗΠΑ, στη συνέχεια Ελβετία και επιστροφή στις ΗΠΑ, όπου παραμένει μέχρι σήμερα.
Καθηγητής Ερευνητικής Ιατρικής στο Τμήμα Παθολογίας και Εργαστηριακής Ιατρικής του Πανεπιστημίου της Πενσυλβάνια, ενός από τα σπουδαιότερα σε παγκόσμιο επίπεδο, έχει αναδειχτεί σήμερα σε έναν από τους σημαντικότερους ερευνητές του συμπληρώματος, του βασικού μηχανισμού φυσικής ανοσίας του οργανισμού.
Το αναγνωρισμένο διεθνώς ερευνητικό του έργο (με δείκτη επιστημονικής απήχησης: h-index, 117 και σύνολο αναφορών >50.000) έχει καταφέρει μέχρι σήμερα να προσελκύσει συνολική χρηματοδότηση άνω των 50 εκατομμυρίων δολαρίων από διάφορα ιδρύματα και ινστιτούτα. Έχει κατοχυρώσει δεκάδες ευρεσιτεχνίες και έχει στο ενεργητικό του πάνω από 500 δημοσιεύσεις σε έγκυρα επιστημονικά περιοδικά διεθνούς κύρους.
Το 2013 ίδρυσε στην Ελλάδα την φαρμακευτική εταιρία «Αμύντας», (www.amyndas.com) όνομα που «δανείστηκε» από τον ομώνυμο βασιλέα της αρχαίας Μακεδονίας.