Συνθήκες πρωτοφανούς πίεσης στους ιδιώτες προμηθευτές ενέργειας, προκαλεί η λειτουργία του χρηματιστηρίου ενέργειας καθώς ο απολογισμός των τριών πρώτων εβδομάδων που ξεκίνησε η νέα δομή οργάνωσης και λειτουργίας της αγοράς (target model), δημιουργεί αποκαρδιωτική εικόνα.
Όπως λένε χαρακτηριστικά στην αγορά όχι μόνο δεν μειώθηκε το κόστος ηλεκτρικής ενέργειας, όπως διακήρυττε η κυβέρνηση αλλά μέχρι στιγμής εξελίσσεται σε μνημειώδη αποτυχία για την προμήθεια, καθώς ούτε οι τιμές της κύριας αγοράς (της Αγοράς Επόμενης Ημέρας – Day Ahead Market -DAM) υποχώρησαν αλλά, επιπλέον, προέκυψε και ένα θηριώδες κόστος από την αγορά εξισορρόπησης (balancing market) το οποίο, αν εξακολουθήσει να υφίσταται σε τόσο υψηλά επίπεδα, νομοτελειακά θα μετακυλιστεί στους λογαριασμούς που θα κληθούν να πληρώσουν οι Έλληνες καταναλωτές.
Ήδη, λόγω της εκτίναξης των τιμών, έχουν ξεκινήσει σημαντικές ανατιμήσεις σε πελάτες Μέσης Τάσης ενώ σύντομα θα ακολουθήσουν και οι επιχειρηματικοί πελάτες Χαμηλής Τάσης με τις υψηλότερες καταναλώσεις, διότι με τα νέα επίπεδα κόστους που έχουν διαμορφωθεί η υφιστάμενη τιμολόγηση γίνεται ζημιογόνος για τους προμηθευτές. Από τις εταιρείες που επηρεάζονται άμεσα από τις συνθήκες λειτουργίας της αγοράς είναι οι εναλλακτικοί και μη καθετοποιημένοι πάροχοι ενέργειας, όπως η NRG του ομίλου Βαρδινογιάννη, η Watt&Volt συμφερόντων Αναστάσιου Παπαναγιώτου, η Volterra του ομίλου ΑVΑX εταιρείες με τα μεγαλύτερα μερίδια στην προμήθεια μετά τους ηλεκτροπαραγωγούς.
Αν παραμείνουν οι συνθήκες αμετάβλητες, το αποτέλεσμα θα είναι να προκύψει μέσα στη χειμερινή περίοδο που σημειώνεται η υψηλότερη ζήτηση, συνολική αύξηση του επιπέδου τιμών ρεύματος για όλη την αγορά, συμπεριλαμβανομένων των οικιακών πελατών. Όπως μάλιστα τονίζουν, σε αντίθετη περίπτωση η ΡΑΕ, βάσει του κώδικα προμήθειας οφείλει να λάβει μέτρα ώστε οι τιμές των προμηθευτών να προσαρμοστούν για να καλύπτουν το αυξημένο αυτό κόστος.
Μόνο για την περίοδο 1 Νοεμβρίου έως 22 Νοεμβρίου για την οποία έχουν εκδοθεί εκκαθαριστικά σημειώματα από τον διαχειριστή συστήματος, ΑΔΜΗΕ, το συνολικό κόστος της αγοράς εξισορρόπησης ανέρχεται σε 49 εκ. ευρώ όταν για όλο το 2019 δεν ξεπέρασε τα 200 εκ. ευρώ. Παράγοντες της αγοράς αναφέρουν ότι αν συνεχίσει να παράγεται τόσο υψηλό κόστος εξισορρόπησης, αυτό θα υπερβεί τα 750 εκ. ευρώ σε ετήσια βάση (δηλαδή σχεδόν τετραπλάσιο από την προηγούμενη χρονιά).
Ο λόγος για τον οποίον προκύπτει αυτό το εξωφρενικά υψηλό κόστος είναι ότι οι τιμές των προσφορών που υποβάλλουν οι θερμικοί παραγωγοί για την παροχή ενέργειας εξισορρόπησης (την πιο βραχυπρόθεσμη εκ των τριών νέων αγορών), ανέρχονται σε επίπεδα υπερπολλαπλάσια του πραγματικού οριακού μεταβλητού τους κόστους για να παράσχουν αυτήν την ενέργεια. Όπως σημειώνουν παράγοντες της αγοράς, υπήρξαν τέταρτα της ώρας κατά τα οποία οι προσφορές που υπεβλήθησαν από τους θερμικούς παραγωγούς για την παροχή ενέργειας εξισορρόπησης ξεπέρασαν τα 4.000 €/MWh ενώ τα αντίστοιχα κόστη τους κυμαίνονται στα επίπεδα 50-100 €/MWh.
Παράλληλα είναι εντυπωσιακό πως το νέο χρηματιστήριο προβλέπει αποζημίωση των μονάδων ακόμα και για καθοδική ενέργεια, δηλαδή ακόμα και όταν οι θερμικές μονάδες καλούνται να παρέχουν λιγότερη ενέργεια από αυτήν για την οποία πληρώθηκαν στην προημερήσια αγορά – αφού την οικονομική αυτή διαφορά αντί να την επιστρέφουν όπως η λογική επιβάλλει, την πληρώνονται εκ νέου.
Οι κανονισμοί της νέας αγοράς, λένε στον κλάδο της προμήθειας δίνουν τη δυνατότητα στους θερμικούς παραγωγούς να αποκομίζουν υπερκέρδη από αυτή τη δραστηριότητα καθώς τα ελάχιστα και μέγιστα όρια που έχουν θεσπιστεί για τις τιμές των προσφορών είναι 4.240 ευρώ για ανοδική ενέργεια και -4.240 ευρώ για καθοδική αντίστοιχα.
Τα όρια αυτά, είναι προφανές ότι δεν έχουν κανένα νόημα σε μια τόσο «ρηχή» αγορά, όπως η θερμική παραγωγή, η οποία παρουσιάζει χαρακτηριστικά ολιγοπωλιακής δομής καθώς συμμετέχουν τέσσερις μόνο επιχειρηματικοί όμιλοι σε αυτή, οι οποίοι είναι ακόμα λιγότεροι σε περιόδους απουσίας συγκεκριμένων μονάδων παραγωγής λόγω συντηρήσεων ή βλαβών.
Η κατάσταση αυτή επιδεινώνεται ακόμα περισσότερο από το γεγονός ότι αυτό το διάστημα βρίσκονται σε συντήρηση ορισμένες μονάδες καθώς και από τη συμφόρηση δικτύου Υψηλής Τάσης (congestion) που υπάρχει εδώ και καιρό στην Πελοπόννησο και η οποία υποτίθεται ότι θα είχε διευθετηθεί πριν από την έναρξη λειτουργίας του Χρηματιστηρίου Ενέργειας, με κατασκευή νέων γραμμών διασύνδεσης.
«Το πλέον λυπηρό όμως είναι ότι από καιρό είχαν εκφραστεί σοβαρές ανησυχίες από τις εταιρίες προμήθειας του κλάδου για την ανάγκη πρότερης θέσπισης ενός πολύ στέρεου Μηχανισμού Εποπτείας και Παρακολούθησης των αγορών ενέργειας πριν από την επίσημη έναρξη λειτουργίας του Χρηματιστηρίου Ενέργειας, όπως ακριβώς προβλέπουν οι σχετικές οδηγίες της ΕΕ, με στόχο την αποτροπή παρόμοιων φαινομένων αλλά δυστυχώς
δεν εισακούστηκαν με αποτέλεσμα να παρατηρούνται αυτές οι αναμενόμενες καταχρήσεις συγκέντρωσης ισχύος στο συγκεκριμένο τμήμα της αγοράς», λένε αρμόδιες πηγές από τις εταιρείες προμήθειας. Όπως μάλιστα αναφέρουν, η επιβάρυνση που φαίνεται να προκύπτει για το κόστος προμήθειας είναι τεράστια, υπερβαίνοντας το 22%, ενώ και ο ρυθμός αύξησής του από εβδομάδα σε εβδομάδα είναι υψηλός.
Ενδεικτικά, η τρίτη εβδομαδιαία εκκαθάριση του Νοεμβρίου για την περίοδο 16/11-22/11 κατέδειξε κόστος περίπου 19-20εύρώ/ΜWh για τους σχετικούς λογαριασμούς προσαυξήσεων (ΛΠ) έναντι περίπου 15 ευρώ/ΜWh για τη δεύτερη εβδομάδα και 8 ευρώ/ΜWh για την πρώτη. Είναι χαρακτηριστικό ότι, για την ίδια περίοδο, η μέση τιμή της Αγοράς Επόμενη Ημέρας κυμάνθηκε στα 48,7 ευρώ κατά μέσο όρο – δηλαδή παρατηρήθηκε το πρωτόγνωρο διεθνώς φαινόμενο να ανέλθει το κόστος εξισορρόπησης στο 40% της αξίας της διακινηθείσας ποσότητας του Χρηματιστηρίου Ενέργειας μέσω των κυρίων αγορών (Αγορά Επόμενης Ημέρας και Ενδοημερήσια Αγορά).
Το Υπουργείο Ενέργειας και η ΡΑΕ έχοντας θορυβηθεί ιδιαίτερα από τη συγκεκριμένη εξέλιξη έχουν προγραμματίσει συναντήσεις με τους θερμικούς παραγωγούς και τον ΑΔΜΗΕ με στόχο να προβούν σε άμεσες παρεμβάσεις στο ρυθμιστικό πλαίσιο όπως τη θέσπιση στενών ορίων στις τιμές προσφορών που υποβάλλουν οι παραγωγοί στην αγορά εξισορρόπησης, τουλάχιστον μέχρι να θέσει σε εφαρμογή η ΡΑΕ έναν μηχανισμό παρακολούθησης και εποπτείας των νέων αγορών, κάτι που είχε ήδη απαιτήσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή να υφίσταται πριν από την έναρξη λειτουργίας του Χρηματιστηρίου Ενέργειας.