Διψήφια ύφεση εφόσον διαρκέσει το lockdown προβλέπει για φέτος ο Νίκος Χριστοδουλάκης, με συνέντευξή του στο iEidiseis.gr, ενώ προειδοποιεί για τις επιπτώσεις που θα έχουν στους εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα νέες μορφές της οικονομίας, όπως η τηλεργασία.
Ιδιαίτερο δε ενδιαφέρον εμφανίζει η απάντησή του στο ερώτημα τι θα έπρεπε η Ελλάδα να διεκδικήσει από την Ευρωπαϊκή Ένωση: «Καταρχήν να απαιτήσει την μόνιμη κατάργηση του στόχου για πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ. Όχι μόνο για το 2021-22, αλλά και για όλα τα επόμενα χρόνια.
Το πρωτογενές πλέον να είναι όσο και των άλλων χωρών της Ευρωζώνης. Έτσι δημιουργείται ένας δημοσιονομικός χώρος για να χρηματοδοτηθούν μερικές απαραίτητες φορο-ελαφρύνσεις καθώς και οι αυξημένες αμυντικές δαπάνες που θα έχουμε τα επόμενα χρόνια. Μετά, μαζί με τις άλλες χώρες του Νότου, η Ελλάδα οπωσδήποτε να ζητήσει επιπλέον πόρους από το Ταμείο, και αυτό να γίνει ένας μόνιμος θεσμός για τις επενδύσεις στις φτωχότερες χώρες. Όμως πρώτα πρέπει να αποδείξει ότι θα καταφέρει να διαχειριστεί τα 32 δις. Ευρώ και μετά να ζητήσει την επιπλέον βοήθεια.
Τέλος κάποια στιγμή πρέπει να τεθεί ξανά το ζήτημα ελάφρυνσης του δημόσιου χρέους, όχι μόνο για μας αλλά πλέον και για τις άλλες χώρες. Φέτος το χρέος σε όλη την Ευρωζώνη εκτινάχθηκε από το 85% στο 102% του ΑΕΠ, αισθητά περισσότερο από την αύξηση που είχε στην κρίση του 2008. Έχουν ωριμάσει τα πράγματα για μια πρώτη κίνηση αμοιβαιοποίησης χρέους που θα σημάνει και μια πιο σοβαρή διαδικασία πολιτικής ένωσης. Ήρθε η ευρωπαϊκή ώρα Χάμιλτον, όπως λέγεται στη διεθνή πολιτική σε ανάμνηση της ενοποίησης χρέους που έκανε ο τότε πρόεδρος των ΗΠΑ μετά τον Πόλεμο της Ανεξαρτησίας».
Ολόκληρη η συνέντευξη:
-Πού εκτιμάτε ότι θα φτάσει η ύφεση φέτος στη χώρα κ. Χριστοδουλάκη; Και τη νέα χρονιά τι να περιμένουμε; Τα ιδεολογήματα για ανάπτυξη τύπου V τα έχουν εγκαταλείψει και οι υποστηρικτές τους…
Πλέον όλοι μιλούν για 9-10% ύφεση, με την προϋπόθεση ότι τα τωρινά λοκντάουν θα είναι όντως σύντομα. Αν κρατήσουν έως τα Χριστούγεννα, πάμε για διψήφια πτώση. Το 2021, προφανώς θα υπάρξει μια αναπήδηση μετά από τόσο μεγάλη ύφεση, ίσως 4 έως 5%. Προφανώς όμως δεν θα είναι επαρκής για να ξαναφέρει την οικονομία στα ίδια επίπεδα δραστηριότητας και τεχνικά θα είμαστε πάλι σε κατάσταση ήπιας ύφεσης. Χρειάζεται ένα εμπροσθοβαρές πρόγραμμα μεγάλων έργων, υποδομών και επενδύσεων για να ξαναμπεί η οικονομία σε μια πιο αισιόδοξη πορεία. Αλλά προς το παρόν, τέτοιο σχέδιο δεν φαίνεται να υπάρχει ή τουλάχιστον δεν έχει γνωστοποιηθεί.
-Και η Ευρωπαϊκή Ένωση; Βλέπουμε να καθυστερεί και το Ταμείο Ανάκαμψης…
Δυστυχώς έτσι είναι. Πιστεύω όμως ότι με το νέο κύμα πανδημίας και ύφεσης θα τρομάξουν τόσο πολύ ακόμα και οι ιέρακες του βορρά, που θα αναγκαστούν να το επιταχύνουν. Στην Ελλάδα, πρέπει να είμαστε έτοιμοι να κάνουμε μεγάλες εκταμιεύσεις, μήπως και καταφέρουμε να τονώσουμε κάπως περισσότερο την απασχόληση και την παραγωγή τα δύο επόμενα χρόνια χωρίς καθυστέρηση.
-Η Ελλάδα τι θα μπορούσε να διεκδικήσει στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ώστε συνολικά οι συνέπειες από την κρίση να είναι λιγότερο βαριές και η ανάπτυξη να επανέλθει με πιο ικανοποιητικούς ρυθμούς μετά το πέρας της πανδημίας;
Καταρχήν να απαιτήσει την μόνιμη κατάργηση του στόχου για πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ. Όχι μόνο για το 2021-22, αλλά και για όλα τα επόμενα χρόνια. Το πρωτογενές πλέον να είναι όσο και των άλλων χωρών της Ευρωζώνης. Έτσι δημιουργείται ένας δημοσιονομικός χώρος για να χρηματοδοτηθούν μερικές απαραίτητες φορο-ελαφρύνσεις καθώς και οι αυξημένες αμυντικές δαπάνες που θα έχουμε τα επόμενα χρόνια.
Μετά, μαζί με τις άλλες χώρες του Νότου, η Ελλάδα οπωσδήποτε να ζητήσει επιπλέον πόρους από το Ταμείο, και αυτό να γίνει ένας μόνιμος θεσμός για τις επενδύσεις στις φτωχότερες χώρες. Όμως πρώτα πρέπει να αποδείξει ότι θα καταφέρει να διαχειριστεί τα 32 δισ. Ευρώ και μετά να ζητήσει την επιπλέον βοήθεια.
Τέλος κάποια στιγμή πρέπει να τεθεί ξανά το ζήτημα ελάφρυνσης του δημόσιου χρέους, όχι μόνο για μας αλλά πλέον και για τις άλλες χώρες. Φέτος το χρέος σε όλη την Ευρωζώνη εκτινάχθηκε από το 85% στο 102% του ΑΕΠ, αισθητά περισσότερο από την αύξηση που είχε στην κρίση του 2008.
Έχουν ωριμάσει τα πράγματα για μια πρώτη κίνηση αμοιβαιοποίησης χρέους που θα σημάνει και μια πιο σοβαρή διαδικασία πολιτικής ένωσης. Ήρθε η ευρωπαϊκή ώρα Χάμιλτον, όπως λέγεται στη διεθνή πολιτική σε ανάμνηση της ενοποίησης χρέους που έκανε ο τότε πρόεδρος των ΗΠΑ μετά τον Πόλεμο της Ανεξαρτησίας.
-Το διεθνές περιβάλλον που δημιουργείται μετά τις εκλογές στις Ηνωμένες Πολιτείες, πώς θα επηρεάσει τις οικονομικές εξελίξεις;
Πιστεύω ότι αν φύγει τελικά ο Τραμπ, θα επέλθει μια εξομάλυνση στις διεθνείς σχέσεις. Λιγότερη εμπορική πολεμική με την Κίνα, αναθέρμανση μεταξύ ΕΕ και ΗΠΑ, καλύτερη συνεννόηση με το Ιράν, πίεση στην Τουρκία να σταματήσει την υπονόμευση της ειρήνης στην Μεσόγειο. Όλα αυτά θα είναι θετικά για την Ελλάδα και την οικονομία της. Με τον Τραμπ τα πράγματα θα συνεχίσουν να είναι αβέβαια και μπορεί να γίνουν απειλητικά. Ακόμα και να ηττηθεί, μέχρι να φύγει θα υπάρχει ρίσκο.
-Η κρίση δεν υπάρχει αμφιβολία πως θα αλλάξει τη ζωή μας. Στην οικονομία τι θα αλλάξει;
Οι υπηρεσίες που σχετίζονται με διαδικασίες μετακίνησης, συνάθροισης και διεπαφής θα περιοριστούν τουλάχιστον για ένα διάστημα. Αντίθετα, οι δραστηριότητες παραγωγής, ασφάλειας, υγιεινής και τηλεματικής θα ενισχυθούν. Στην Ελλάδα, ο τουρισμός είναι ισχυρός αλλά τώρα θα υποστεί πίεση, ενώ η παραγωγή είναι περιορισμένη και τώρα θα έχει ευκαιρίες ανάπτυξης. Χρειάζεται να προετοιμαστούμε και για τα δύο, ώστε να περάσουμε σε ένα μοντέλο πιο ανθεκτικό και ανταγωνιστικό. Για τον τουρισμό, η προσαρμογή του σε νέες πιο ανθεκτικές μορφές πρέπει να είναι ομαλή χωρίς να διαλυθούν επιχειρήσεις και βρεθούν στον δρόμο εργαζόμενοι χωρίς προοπτική.
Για την βιομηχανία, χρειάζεται σχέδιο για να μπορεί να επενδύσει σε νέες τεχνολογίες και να λειτουργεί χωρίς μεν να ρυπαίνει το περιβάλλον, αλλά και χωρίς να την γονατίζουν οι διάφοροι γραφειοκράτες και τα τοπικά μικροσυμφέροντα. Δεν θα είναι εύκολο, αλλά η ευκαιρία είναι μοναδική.
-Μπορεί και αυτή την κρίση να την πληρώσουν οι εργαζόμενοι; Στη χώρα μας βλέπουμε νόμους, όπως ο εργασιακός, να κινούνται προς αυτή την κατεύθυνση…
Χρειάζεται επαγρύπνηση γιατί οι εργαζόμενοι του ιδιωτικού τομέα είναι οι πιο ευάλωτοι από όλους. Αν μάλιστα επεκταθεί η τηλεργασία, πολλά πράγματα θα ελαστικοποιηθούν κυρίως εις βάρος τους και ελάχιστα προς όφελος τους. Θα γλυτώνουν την πρωϊνή συγκοινωνία, αλλά θα τους φορτώνουν με αδήλωτες ώρες. Για αυτό οι συμβάσεις πρέπει να παρέχουν μεγαλύτερη στήριξη και να κατοχυρώνουν το έργο τους στις νέες συνθήκες. Μια σειρά από ζητήματα, όπως αξιολόγηση, παραγωγικότητα, μπόνους και αποζημιώσεις, πρέπει να συζητηθούν ξανά για να μην ρυθμίζονται αυθαίρετα.
Στον δημόσιο τομέα, οι εργαζόμενοι δεν απειλούνται με απολύσεις ή μείωση ωραρίου και οι νέες συνθήκες θα αναπτυχθούν χωρίς πίεση. Εκεί όμως χρειάζεται πολύ πιο αυστηρή αξιολόγηση τόσο του υπαλλήλου ατομικά όσο και της μονάδας. Πρέπει να υπάρξει διασφάλιση ότι η τηλεργασία θα γίνεται για το καλό του πολίτη και δεν θα είναι πρόσχημα για χαλάρωση στο σπίτι ενώ ο μισθός τρέχει.
Για τον λόγο αυτό, οι συζητήσεις πρέπει να γίνουν με ειλικρίνεια και με σαφή προτεραιότητα την στήριξη του μισθωτού στις επιχειρήσεις. Αυτοί θα έχουν την μεγάλη πίεση προσαρμογής.