Νίκος Γιαννόπουλος
Με την καταμέτρηση των ψήφων στη μαραθώνια εκλογική διαδικασία των ΗΠΑ να συνεχίζεται, η Νατάσα Ρωμανού, ερευνήτρια-καθηγήτρια στο Ινστιτούτο Γκόνταρντ, στη ΝΑΣΑ και στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια της Νέας Υόρκης, επιχειρεί την πρώτη ανάλυση των εκλογικών αποτελεσμάτων και ερμηνεύει αφενός τη διαφαινόμενη οριακή νίκη του Τζο Μπάιντεν και αφετέρου την αντοχή του φαινομένου Τραμπ.
Τα μέχρι στιγμής δεδομένα δείχνουν μία οριακή επικράτηση του Μπάιντεν η οποία επιτρέπει στον Τραμπ να αμφισβητεί το αποτέλεσμα…Γιατί δεν μπόρεσε ο Μπάιντεν να πείσει περισσότερο και περισσότερους;
Πράγματι η διαφαινόμενη επικράτηση πάνω στο νήμα του Μπάιντεν ήταν σοκ για πολλούς Δημοκρατικούς που περίμεναν μία άνετη επικράτησή του. Είναι ίσως λίγο νωρίς για ενδελεχή ανάλυση αλλά φαίνεται ότι η δημοσκοπική αστοχία, για μια ακόμα φορά, οφείλεται στην ελλιπή σφυγομέτρηση όλων των κοινωνικών ομάδων ή και στο γεγονός ότι πολλοί απαντούν στα γκάλοπ παραπλανητικά. Παρόλα αυτά, και πέρα από την αποτυχία των δημοσκοπήσεων, φαίνεται ότι η οριακή νίκη Μπάιντεν έχει πολιτική αιτιολόγηση. Πολύ δε περισσότερο γιατί συνδυάζεται με την απώλεια πολλών εδρών στη Βουλή των Αντιπροσώπων, όπου αναμενόταν θεαματική αύξηση, αλλά και μια οριακή ίσως νίκη αν όχι ήττα στη Γερουσία, όπου υπήρχαν πολλές ελπίδες ακόμα και για επικράτηση.
Ο Μπάιντεν ήταν επιλογή της «τελευταίας στιγμής» για το Δημοκρατικό Κόμμα και μάλιστα αφού υποψήφιοι/ες με μεγαλύτερη δημοτικότητα παραμερίστηκαν. Μια μεγάλη εκστρατεία εκφοβισμού των ψηφοφόρων στη διάρκεια των προκριματικών εκλογών είχε ως στόχο να εμφανίσει τον Σάντερς, ή και τη Γουώρεν ως ακραίους αριστερούς που δήθεν θα τρόμαζαν τους κεντρώους, συντηρητικούς πολίτες και θα αποτύχαιναν απέναντι στον Τραμπ. Ο Μπάιντεν δεν είχε την ευκαιρία ή και την διάθεση να αναπτύξει το πρόγραμμά του και να αυξήσει τη δημοτικότητά του, ενώ με το ξέσπασμα της επιδημίας περιόρισε την προεκλογική του εκστρατεία λόγω φόβου για την υγεία του, γεγονός που μείωσε περαιτέρω την προβολή του.
Ας αναθυμηθούμε ότι ο Μπάιντεν κατέβηκε στις εκλογές μετά την επιμονή των συντηρητικών Δημοκρατικών (της Πελόσι, του Τσάρλυ Σούμερ, της Εθνικής Επιτροπής των Δημοκρατικών (DNC) κλπ) ότι έπρεπε να βρεθεί κάποιος υποψήφιος να ανακόψει τον Σάντερς και τη νεολαία, κάποιος που να έχει κάτι από τη λάμψη του Ομπάμα και σίγουρα να μην έχει τη ταμπέλα του Σοσιαλιστή. Έτσι, ενώ όλοι οι προοδευτικοί υποψήφιοι και υποψήφιες για το Κογκρέσο εκλέχτηκαν άνετα, πχ η Αλεξάντρια Κορτέζ και η ομάδα της, ο Μπάιντεν και οι συντηρητική πλευρά χάνουν κάτι που είναι απόρροια της κακής στρατηγικής που αποφασίστηκε στους διαδρόμους της Ουάσινγκτον, σίγουρα όχι από τους ψηφοφόρους.
Θα πρέπει όμως να δούμε και τις επιδόσεις των Δημοκρατικών κατά τόπους για μια πιο λεπτομερή ανάλυση. Γιατί οι λόγοι της αποτυχίας διαφέρουν από περιοχή σε περιοχή. Στην Φλόριντα οι μεγαλύτερης ηλικίας Κουβανοί και οι Βενεζουελάνοι ψηφίζουν υποψήφιους για την ανατροπή του καθεστώτος στις χώρες τους, οι Μεξικάνοι της Αριζόνα ψηφίζουν με βάση την ανάγκη αφομοίωσης, στο Ουισκόνσιν και το Μισιγκαν οι λευκοί μη προνομιουχοι ψηφίζουν ενάντια στους μετανάστες αλλά και στο κατεστημένο των πλούσιων Δημοκρατικών. Οι μικρομεσαίοι επιχειρηματίες στη Νεβάδα αντιδρούσαν στο κλείσιμο της οικονομίας λόγω κορονοϊού που εφάρμοζαν οι Δημοκρατικοί κυβερνώντες. Η επιλογή της Κάμαλα Χάρρις για αντιπρόεδρος δεν έφερε απολύτως καμιά ώθηση στο κόμμα, ενώ μια γυναίκα, μαύρη και από το νότο, όπως πχ η Στέισυ Άμπραμς από τη Τζώρτζια ίσως ενέπνεε τους ψηφοφόρους περισσότερο.
Για ποιους λόγους παρουσίασε αυτήν την αντοχή το φαινόμενο Τραμπ;
Ο Τραμπ ελκύει ιδιαίτερα ψηφοφόρους που σκέφτονται με καθαρά οικονομικά κριτήρια. Μη ξεχνάμε ότι μείωσε τη φορολογία και την ανεργία σε πολύ χαμηλά επίπεδα ενώ η συνθηματολογία του υπέρ της Αμερικής έδωσε στο μέσο Αμερικανό πολίτη την αίσθηση της σημαντικότητας. Από την άλλη πλευρά μια μερίδα του κόσμου έχει αγανακτήσει με τον ελιτισμό των πολιτικών γενικά, αλλά ιδιαίτερα των Δημοκρατικών, τις διαπλεκόμενες κλίκες στην Ουάσιγνκτον και το οικονομικό και δημοσιογραφικό κατεστημένο, την πολιτική ορθότητα.Γι’ αυτό χαίρονται όταν ο Τραμπ τα βάζει με τη Microsoft ή τη Google ή την Amazon.
Τους ενοχλεί η διπροσωπία της ηγεσίας των Δημοκρατικών που ξόδεψε τεράστια ποσά ρεκόρ στη διαφήμιση των υποψήφιων αντί, ας πούμε, για κοινωνικούς σκοπούς, και χαίρονται όταν τους λοιδωρεί γι’ αυτό ο Τραμπ. Η υποχωρητικότητά τους και η ανικανότητα να αρθρώσουν την οποιαδήποτε αποτελεσματική αντιπολίτευση απέναντι στους Ρεπουμπλικάνους στη διάρκεια των διαβουλεύσεων για τα πακέτα βοήθειας λόγω covid, για το σύστημα περίθαλψης, αλλά και για την οικονομία απογοήτευσε πολλούς.
Μεγάλη είναι και η απήχηση των ακραίων συνωμοσιολογικών κύκλων και των τσαρλατάνων επιστημόνων και ευαγγελιστών, ο ρατσισμός, η έλλειψη αντικειμενικής ενημέρωσης και παιδείας, φαινόμενα με μεγάλη επίδραση κυρίως στους λευκούς μικρομεσαίους πολίτες των μεσοδυτικών πολιτειών. Άρα πιστεύω ότι το φαινόμενο Τραμπ άντεξε λόγω της αποστροφής προς το μοντέλο του συστημικού πολιτικού που εκπροσωπεί η παρωχημένη και συντηρητική ηγεσία των Δημοκρατικών αλλά φυσικά λόγω και των επιδόσεών του στην οικονομία, σε συνδυασμό με το ρατσιστικό, αντι-μεταναστευτικό του λόγο.
Τι πιθανότητες έχει ο Τραμπ να δικαιωθεί νομικά και ανατρέψει το αποτέλεσμα και πόσο στοιχίζει αυτό εσωτερικά στη χώρα;
Δεν υπάρχει περίπτωση να καταφέρει να σταματήσει τη καταμέτρηση όπως φαίνεται να ελπίζει αυτή τη στιγμή. Κάτι τέτοιο θα έβρισκε αντίθετο ακόμα και το γενικά φιλικό προς αυτόν Ομοσπονδιακό Ανώτατο Δικαστήριο. Μπορεί να αμφισβητήσει νομικά καταμετρήσεις λόγω τεχνικών προβλημάτων και ίσως να καταφέρει να αλλάξει το αποτέλεσμα αν η διαφορά ψήφων είναι μικρότερη από δυο-τρεις χιλιάδες, όπως έγινε πχ με τον Μπους το 2000. Δύσκολα όμως μπορεί να αλλάξει το αποτέλεσμα αν η διαφορά είναι μεγαλύτερη από λίγες χιλιάδες. Αυτό βασίζεται σε εμπειρικά δεδομένα – όποτε άλλοτε έγιναν τέτοιες αμφισβητήσεις, απέτυχαν να αλλάξουν το προβάδισμα.
Από την άλλη πλευρά, και λόγω χαρακτήρα, θέλει να φανεί ότι δεν έχασε, αλλά τον «αδίκησαν» και σίγουρα θα κατηγορήσει γι’ αυτό ακόμα και τους Ρεπουμπλικάνους στο τέλος. Το πρόβλημα όμως είναι ότι διχάζει τη χώρα, κατασκευάζει ψεύτικους εχθρούς και πολώνει την πολιτική ατμόσφαιρα. Δημιουργεί και άκρως επικίνδυνες καταστάσεις, πχ στην Αριζόνα όπου βλέπουμε ένοπλους οπαδούς του έξω από τα εκλογικά τμήματα που γίνεται η καταμέτρηση.
Πιστεύω ότι οι Ρεπουμπλικάνοι γρήγορα θα τον εγκαταλείψουν σε αυτές τις εμπρηστικές ενέργειες, όπως βλέπουμε να κάνει ήδη το Fox News αλλά και ο ΜακΚόνελ, ο αρχηγός των Ρεπουμπλικάνων στη Γερουσία, όχι τόσο γιατί ενδιαφέρονται να αποκλιμακώσουν τη κατάσταση, αλλά για να κερδίσουν πολιτική υποστήριξη από τους μετριοπαθείς πολίτες.
Μήπως έφτασε η ώρα για πραγματικά μεγάλες τομές στο πολιτικό σύστημα στις ΗΠΑ, ακόμα και στον τρόπο με τον οποίο διεξάγεται η εκλογική διαδικασία και εκλέγεται ο πρόεδρος;
Είναι γεγονός ότι έχει γίνει πολύ συχνό φαινόμενο από το 2000 και μετά να κερδίζει κάποιος υποψήφιος την πλειοψηφία στο εκλογικό σώμα αλλά όχι και την πλειοψηφία των εκλεκτόρων. Αλλά έχει γίνει και στο παρελθόν, το 1824, το 1876 και το 1888. Προσωπικά, δεν βλέπω σύντομα την αλλαγή του εκλογικού συστήματος στις βασικές του αρχές και δε νομίζω ότι θέλει κάτι τέτοιο το πολιτικό κατεστημένο.
Υπάρχουν σοβαροί λόγοι που οδήγησαν στο θεσμό, και μάλιστα συνταγματικό θεσμό, του εκλεκτορικού σώματος εις βάρος της απόλυτα αντιπροσωπευτικής εκλογής. Είναι ένα σύστημα που βασίζεται στην έννοια του ενός πολιτικού κόμματος, της σύγκλισης και της εξεύρεσης κοινού τόπου στα οποία στόχευαν οι εμπνευστές του Αμερικανικού Συντάγματος τον 19ο αιώνα. Όμως υπάρχουν πλέον ώριμα αιτήματα για τον εκσυγχρονισμό του κάποιων σημείων του συστήματος όπως πχ η αλλαγή αντιστοιχίας πληθυσμού-αριθμού εκλεκτόρων που μπορεί να κάνει τη διαδικασία λίγο πιο δίκαιη, όπως και η αναβάθμιση του Πουέρτο Ρίκο σε ισότιμη πολιτεία με πολιτικά δικαιώματα.
Από την άλλη πλευρά είναι σίγουρα επιτακτική ανάγκη να εκδημοκρατιστεί η διαδικασία των εκλογών και η προστασία της άσκησης του εκλογικού δικαιώματος από όλους τους πολίτες εξίσου. Είναι πολλά τα προβλήματα που αφορούν στην παρακώλυση ψήφου ειδικά σε ομάδες έγχρωμων, φτωχών πολιτών, όπως για παράδειγμα, η πολύωρη αναμονή, η έλλειψη εκλογικών κέντρων, οι ελλιπείς κατάλογοι, οι παράλογοι εκλογικοί χάρτες, η πολυπλοκότητα της διαδικασίας, τα ελαττωματικά μηχανήματα καταμέτρησης, η πολύ εύκολη αφαίρεση πολιτικών δικαιωμάτων. Άρα το εκλογικό αποτέλεσμα δεν παραποιείται μόνο στο τέλος με τους εκλέκτορες αλλά πολύ νωρίτερα και πάντα σε βάρος της φωνής των μη προνομιούχων πολιτών.