Η Έλενα Ακρίτα είτε αναφέρεται στο νέο της βιβλίο Το σκισμένο τούλι (εκδ. Διόπτρα) είτε στην προσωπική της ζωή, εκφράζεται αργά, στρωτά και καθαρά, χωρίς ούτε μια στιγμή να κομπιάζει, σαν να διαβάζει: Κατέχει στο έπακρο την τέχνη του λόγου αποδεικνύοντάς το καθημερινά στο Facebook (ο μέσος άνθρωπος δεν φαντάζεται πόση δύναμη απαιτεί το να βρίσκεται κανείς στις επάλξεις και στην αιχμή του δόρατος καθημερινά), στα Νέα (όπου δεν διστάζει να δείξει τα δόντια της) και στους διάφορους ανθρωπιστικούς αγώνες.
Και ύστερα στη λογοτεχνία, ενεργοποιεί μία πάλι εντελώς διαφορετική συστάδα ικανοτήτων με παρόμοια ικανότητα.
Στην προσωπικότητά της συνδυάζονται αρμονικά δύο παραδόσεις: από τη μία των διανοούμενων αστών και από την άλλη της αγροτικής ζωής.
Οι πατρικοί της παππούδες, που δεν γνώρισε ποτέ, ζούσαν ως αγρότες τη Μόρφου της Κύπρου. Από τη μητρική πλευρά, ο παππούς Κωνσταντίνος Γιαβάσογλου και η γιαγιά της κατάγονταν από μεγάλες οικογένειες της Πόλης. Εκείνος είχε τελειώσει την περίφημη Ροβέρτειο σχολή.
Στην Ελλάδα μετά την μικρασιατική καταστροφή, κατάφερε πάλι να πετύχει ως βιομήχανος υφασμάτων με ειδικότητα στο τούλι. «Κατά κάποιο τρόπο αυτό το βιβλίο, μέσα μου το αφιερώνω και στα τούλια του παππού, που μας μεγάλωσαν όλους, τα παιδιά του, τα εγγόνια του».
Ταυτόχρονα ανέπτυξε πολιτική δράση και κατά σύμπτωση υπήρξε υπουργός Κοινωνικής Πρόνοιας, όπως αργότερα και η μητέρα της Σύλβα Ακρίτα.
Η Έλενα Ακρίτα δεν δίστασε να φωτογραφηθεί νωρίς το πρωί εντελώς άβαφη, με συνείδηση ίσως της άφθαρτης γοητείας της. Στακάτη, ειρωνική, ακριβοδίκαιη, ευθύβολη, διαυγής όσο και οι σκέψεις που αποτυπώνει στο χαρτί. Εξάλλου και η ουσία του νέου της βιβλίου συνίσταται στο να ειπωθούν αλήθειες ανάμεσα στις γυναίκες. Αν και δεν έχει σχέση με τον παραδοσιακό φεμινισμό, της ταιριάζει η ρήση της Simone de Beauvoir, «μια μέρα χωρίς γραφή, αφήνει γεύση στάχτης»…
Παρουσιάζεται καλύτερα «αφιλτράριστη», με τα δικά της ακαταμάχητα λόγια.
Το σκισμένο τούλι:
Πρόκειται για σύγχρονη ιστορία πέντε γυναικών που ξεκινάει το 2013 και τελειώνει στην Αθήνα του κορονοϊού. Καθεμία αφηγείται τη δική της ιστορία αλλά οι ζωές τους βαδίζουν παράλληλα εφόσον πρόκειται για φιλενάδες.
«Η γυναικεία φιλία για μένα είναι πολύ σπουδαία. Έχουμε λοιπόν την ανατομία ενός βιασμού αλλά και τη δικαστική εξέλιξή της, έχουμε μία ντίβα του τραγουδιού και την κομμώτριά της που ερωτεύονται και ζουν μαζί με όλα τα επακόλουθα που γνωρίζουμε λόγω των κοινωνικών συμβάσεων, μία ιστορία για την τρίτη ηλικία με μία κυρία 72 ετών την οποία ερωτεύεται παράφορα ένας 78χρονος διευθυντής τραπέζης» μεταξύ άλλων.
Αντλείτε έμπνευση από τη ζωή σας;
Στο πρώτο μου μυθιστόρημα όπου είχα μεγάλη ανασφάλεια, έγραψα για πράγματα που ξέρω, η ιστορία εκτυλίσσεται στη Φιλοθέη. Το δεύτερο σε ένα αρχοντικό σπίτι της Κηφισιάς αλλά και στα Εξάρχεια, και από εκεί και πέρα φεύγω και ερωτεύομαι στα «Τάπερ της Αλίκης» ταξιθέτριες του θεάτρου, γυναίκες της Τρούμπας, της οδού Φυλής, μία κομμώτρια, γυναίκες που δεν έχουν σχέση με την εμπειρία.
Δεν νομίζω ότι πάντα πρέπει να ακουμπάμε στα βιώματα για να γράψουμε. Αργότερα σαν καλοί παραμυθάδες, πρέπει να προσπαθούμε να περάσουμε με τη δική μας φωνή, τις ζωές των άλλων ανθρώπων.
Οι αναγνώστες και αναγνώστριές μου λένε πώς ταυτίζονται με αυτό που γράφω. Εμένα αυτό μου φτάνει και μου περισσεύει.
Τι σας ωθεί στο γράψιμο;
Είναι η δουλειά μου. Δεν γράφουμε επειδή έχουμε μία έμπνευση όταν βλέπουμε το φεγγαρόφωτο. Είναι άπειρες οι φορές που σερνόμουν για να γράψω. Άπειρες φορές δεν είχα θέμα, άπειρες φορές δεν με ενδιέφερε να βρω θέμα.
Τα σενάρια ήταν εξαιρετικά ακριβοπληρωμένα, προλάβαμε ο Γιώργος (σ.σ. Κυρίτσης) και εγώ τη χρυσή εποχή των συμβολαίων. Στο MEGA ειδικά ήταν πάρα πολύ ψηλά τα κασέ. Ταυτόχρονα το έκανα και με τρελό έρωτα, τρελή αγάπη. Μου έλεγε θα τους σκοτώσεις όλους τελικά.
Το μυθιστόρημα είναι νομίζω αυτό που έχω κάνει απόλυτα με την ψυχή μου. Αυτή η χαρά, που χτυπάει η καρδιά το πρωί και λες, θα τους συναντήσω αυτούς τους ήρωες. Και μετά φεύγουν και νιώθεις σαν να αδειάζει το δωμάτιο. Το γεγονός ότι ζω από τη δουλειά που μου αρέσει πολύ είναι ένα δώρο του θεού.
Αν εξαιρέσεις το γράψιμο είμαι άχρηστη… Τα δύο πράγματα που κάνω πολύ καλά είναι το γράψιμο και το κέντημα, το σοβαρό. Όταν κεντώ γεννιόνται οι πιο όμορφες ιστορίες μέσα μου.
Επίσης οι πιο όμορφες ιστορίες γεννιόνται όταν πηγαίνω στο θέατρο και βαριέμαι θανάσιμα. Και κάθομαι ευγενικά μέχρι να τελειώσει το μαρτύριό μου και το μυαλό μου φεύγει και ταξιδεύει σε μέρη εξωτικά και δεν καταλαβαίνω πώς περνάει η ώρα. Οπότε μετά σαν υπνωτισμένη χειροκροτώ ευγενικά και φεύγω.
Ο έρωτας σε πρώτο πλάνο:
Στο σκισμένο τούλι μιλάω για τη σεξουαλική πράξη όπως δεν μας έχουν μάθει ποτέ τα μυθιστορήματα -ρομαντικά ή μη. Όλες εμείς μεγαλώσαμε με στρεβλά πρότυπα που μας τρομοκρατούσαν. Πίστευα πως όλες οι γυναίκες είναι πανέμορφες, έχουν τέλεια σώματα, βρίσκονται ταυτόχρονα σε οργασμό με τον σύντροφό τους, και όλους αυτούς τους αστικούς μύθους.
Ώστε όταν εγώ ξεκίνησα να έχω τη δική μου σεξουαλική ζωή νόμιζα ότι ήμουν μόνη μου εγώ που κάποιες φορές δεν μπορούσα να έρθω σε οργασμό, που κάποιες φορές έλεγα, παρότι είχα ένα καλίγραμμο σώμα, αυτό δεν μου αρέσει, εκείνο δεν μου αρέσει…
Περιγράφω πράγματα που δεν έχουν ξαναγραφτεί σε μυθιστόρημα. Η βοηθός μπιστολάκι, που ερωτεύεται, σκέφτεται πώς θα αποκαλύψει τα πόδια της που από την ορθοστασία έχουν κυρσούς, όπως όλες οι κομμώτριες. Το στήθος της είναι βαρύ και εδώ (σ.σ. πιάνει τους γοφούς της) έχει μία τάση που λέμε. Και σβήνουν τα φώτα και είναι τόσο δυστυχισμένη που περνάει χάλια στο κρεβάτι την πρώτη φορά. Όλες έχουμε αυτά τα βιώματα αλλά δεν είχαμε την ειλικρίνεια ή την ευφυία να τα μοιραστούμε.
Αν βρίσκαμε το θάρρος να πουμε την αλήθεια, αυτός ο γόρδιος δεσμός που μας κράτησε δέσμιες τόσα χρόνια, αυτός ο αστικός μύθος του τέλειου σεξ θα είχε λυθεί καθώς και πολλά από τα προβλήματά μας τα οποία μπορεί μετά να βγήκαν στη ζωή μας, στα παιδιά μας, στη δουλειά μας, οπουδήποτε.
Για μένα, σε αυτό το μυθιστόρημα, το σημαντικότερο πράγμα που υπάρχει και που έχω κάνει είναι ότι για πρώτη φορά μιλάω πραγματικά για το ποιες είμαστε και το πώς αισθανόμαστε εμείς οι γυναίκες.
Έπαιρναν τις γυναίκες στα μυθιστορήματα, τις πετούσαν στο κρεβάτι και γινόταν ένας παθιασμένος έρωτας.
Αυτές δεν είχαν κάνει χαλάουα την προηγούμενη μέρα; δεν είχαν φροντίσει να είναι όμορφες; δεν είχαν περάσει μια κρέμα από πάνω τους; Αφού εμείς τα κάναμε όλα αυτά όταν ήμασταν ερωτευμένες.
Συγνώμη που μίλησα πολύ αλλά η ουσία του σκισμένου τουλιού είναι επιτέλους για να πούμε την αλήθεια μεταξύ μας και να μας λυτρώσει.
Υπάρχει διεθνώς η τάση να πριμοδοτούνται οι γυναίκες, όχι μόνο στην πολιτική αλλά κυρίως στο χώρο του πολιτισμού.
Για μένα αυτό το γυναίκες – άνδρες μου θυμίζει αυτήν την ηλίθια εφαρμογή της πολιτικής ποσόστοσης. Έλεγε το ΠΑΣΟΚ είναι τόσες γυναίκες στην κεντρική επιτροπή πρέπει να είναι άλλες τρεις -κουτσές, στραβές, ό,τι να ‘ναι. Εγώ δεν πιστεύω στην ποσόστοση, ότι οι γυναίκες πρέπει να παίρνουν θέσεις για να ικανοποιείται μία σύμβαση ποσοστιαία, αλλά γιατί το αξίζουν.
Όταν ήμουν νέα δεν ήμουν φεμινίστρια. Γελούσα πάρα πολύ με αυτά. Όμως η ζωή από μόνη της με έκανε φεμινίστρια. Ανέβηκα χωρίς να έχω γκόμενο στη δουλειά με μεγάλη ισχύ. Μόνη μου τα κατάφερα με την πέννα μου -αυτή την κακή, την καλή, την μέτρια.
Σήμερα όμως όταν οι γυναίκες συσπειρωνόμαστε και μιλάμε για τη γυναικοκτονία που σε όλο τον πλανήτη αποτελεί τεράστια μάστιγα, ε, δεν μπορεί αυτό να μην μας αφορά όλες. Έτσι δεν είναι;
Ο βιασμός, η γυναικοκτονία, το ότι σε σκοτώνω όχι επειδή έχω οικονομικά προηγούμενα.. Δηλαδή έχει διαφορά: όταν σκοτώνει ένας άνδρας μία γυναίκα επειδή έχει κτηματική διαφορά δεν πρόκειται για γυναικοκτονία. Σκοτώνει την άλλη για να πάρει το οικόπεδο.
Όταν σκοτώνει γιατί είναι γυναίκα, άρα πιο αδύναμη, άρα θύμα, σε αυτό συνίσταται η γυναικοκτονία.
Πολιτικός πώς δεν γίνατε ποτέ;
Θυμάμαι παλιά τον διευθυντή της Le Monde που όταν του το πρότειναν δήλωσε «προτιμώ να είμαι ψαράς παρά να είμαι ψάρι».
Δεν ξέρω τι θα κάνω στη ζωή μου.
Πέρυσι που μου πρότεινε ο Τσίπρας να πάω στην Ευρωβουλή όπου να σας πω την αλήθεια, θα έβγαινα, γιατί έχω ανθρώπους που με αγαπούν, είπα όχι… Παρόλο που το να παίρνεις εικοσι πέντε χιλιάδες το μήνα για να είμαστε ειλικρινείς είναι μεγάλο δέλεαρ. Δεν έχω κάποιο οικονομικό πρόβλημα αλλά για το δικό μου οικονομικό πλαφόν είναι πολλά χρήματα.
Παρ’ όλα αυτά θεώρησα ότι δεν πρέπει να φύγω από αυτό που κάνω. Γιατί κακά τα ψέμματα όταν συμπλέεις με ένα κόμμα είσαι υποχρεωμένος να κάνεις συμβιβασμούς. Και εγώ I m too old for this shit φίλε. Δεν νομίζω ότι έχω κέφι ούτε έχω κανέναν λόγο.
Αυτό που με συγκινεί και με αγγίζει αν περπατήσουμε μαζί όχι σε λαϊκή συνοικία, οπουδήποτε θέλετε, στο Golden, αυτό το «είσαι η φωνή μας», δεν νομίζω ότι υπάρχει μεγαλύτερο παράσημο για μία διαδρομή. Το αν θα με αντιπαθήσουν, διότι όσο με αγαπάνε άλλο τόσο με μισούν, πέντε πάνω πέντε κάτω τους οποίους δεν εκτιμώ κιόλας, με αφήνει παγερά αδιάφορη.
Έχω μία ζωή, έναν άνδρα που λατρεύω και με λατρεύει, και είμαστε μαζί τριάντα χρόνια τώρα χέρι χέρι, έχω τον γιο μου, έχει τη ζωή του και εκείνος, ζω στο πατρικό μου (τι ευλογία!), δεν έχω να λογοδοτήσω κάπου.
Το σε όποιον αρέσουμε για τους άλλους δεν θα μπορέσουμε, νομίζω ότι το έχω κερδίσει.
Αλλά έχω υποφέρει πάρα πολύ μέχρι να πω δεν με νοιάζει.
Συναισθάνεστε τη δύναμη του Facebook;
Ναι. Αφού καμιά φορά μου λένε μην το γράψεις στην εφημερίδα, γράψτο στο Facebook. Αυτό είναι και ο ορισμός της δύναμής του. Έχω διακόσια δέκα χιλιάδες άτομα που με ακολουθούν. Έχω κάνει και φιλίες μέσα από εκεί.
Το Facebook δεν είναι Instagram. Μία φωτογραφία του πατέρα Αντώνιου στην Κιβωτό του Κόσμου που κοιτάει τη θάλασσα και κρατάει στην αγκαλιά του στοργικά ένα προσφυγάκι, νομίζω ότι είχε πάρει 44.000 λάικς.
Αν παραφράσει κανείς τον Τσόρτσιλ στον οποίο αποδίδεται η φράση «οι νέοι δεν μπορεί παρά να δηλώνουν αριστεροί αλλά μεγαλώνοντας γίνονται συντηρητικοί», θα συμφωνούσατε;
Νομίζω ότι είναι αλήθεια αυτό. Αλλά σε εμένα συμβαίνει το αντίθετο. Όσο μεγαλώνω δεν παραμένει τόσο ισχυρό μέσα μου το πρόσταγμα αγάπα τον φίλο σου με τα ελαττώματά του. Δεν έχω πια υπομονή για τα ελλαττώματά τους ούτε εκείνοι για τα δικά μου.
Όταν συντηρικοποιούνται λόγω ηλικίας ή γενιάς, μου συμβαίνει το αντίθετο. Δεν μπορώ πια μία φίλη που την έχω αγαπήσει πολύ στο παρελθόν να μου λέει τώρα ότι το κρασί βγαίνει με αυτόν τον τρόπο ή ότι θα πάνε με τον άνδρα της στην Αιδηψώ… Και απομακρυνόμαστε, φίλοι σαράντα ετών. Οι φίλοι και κυρίως οι φίλες μου είναι γυναίκες της ηλικίας μου που μπορεί να είναι αστές αλλά σκεφτόμαστε και λειτουργούμε με τον ίδιο τρόπο.
Εγώ ζω για τους ανθρώπους που έχουν ανάγκη, για τους ανθρώπους που διεκδικούν, για τα ανθρώπινα δικαιώματα, είμαι ακτιβίστρια για τα ζώα. Μεθαύριο (Τετάρτη 21 Οκτωβρίου) θα είμαι στο δικαστήριο γιατι γίνεται επιτέλους η δίκη για τον σπουδαίο ακτιβιστή και αγαπημένο μου φίλο Ζακ Κωστόπουλο.
Είναι μία μεθύστερη εφηβεία. Όσο πάω γίνομαι πιο νέα, ο γιος μου είναι πιο συντηρητικός από μένα σε πολλά πράγματα και έχουν αντιστραφεί οι όροι. Αυτό όμως εμένα με κρατάει ζωντανή, με κρατάει χαρούμενη. Αποφάσισα ότι δεν θα γεράσω ποτέ. Θα πεθάνω αλλά δεν θα γεράσω.
Τι σημαίνει για εσάς ο όρος ανθρώπινα δικαιώματα;
Δεν έχουν υποκειμενικά κριτήρια. Από τα είκοσί μου χρόνια παραμένω μέλος της Διεθνούς Αμνηστίας και πέρυσι που πραγματοποιήθηκε μια μεγάλη γιορτή στο Μέγαρο Μουσικής για τα σαράντα χρόνια της, ήμουν αυτή που προλόγισε την επετειακή αυτή εκδήλωση.
Είμαι ζυμωμένη από παιδί και από την πολιτική διαδρομή του πατέρα και της μάνας μου και από τη Χούντα όπου εκεί ήταν το πάρτι της καταστρατήγησης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Όλα αυτά έχουν περάσει στο DNA μου, τα έζησα από μικρό παιδί, όχι σαν να συμβαίνουν σε ξένους.
Τα ανθρώπινα δικαιώματα έχουν να κάνουν με την καλλιέπεια του νόμου. Οι άνθρωποι πρέπει να είναι ίσοι, τα παιδιά πρέπει να έχουν ίσες ευκαιρίες.
Για αυτό το πολύ απλό νομίζω ότι πολεμάμε και διεκδικούμε και μακράν απέχουμε από το να το πετύχουμε σε παγκόσμιο επίπεδο.
Μνημονεύετε πολύ συχνά τη μητέρα σας Σύλβα και τον πατέρα σας Λουκή Ακρίτα.
Μεγάλωσα σε ένα σπίτι, σε αυτό εδώ στη Φιλοθέη, όπου μπαινόβγαιναν άνθρωποι όπως ο Μίκης Θεοδωράκης, ο Οδυσσέας Ελύτης, ο Γιώργος Κουμάντος, ο Νικηφόρος Βρεττάκος, ο Μόραλης. Και μόνο αυτό που ζούσα…
Καθόμουν στα πόδια του Γεωργίου Παπανδρέου όταν ήμουν οχτώ χρονών και του διάβαζα το αγαπημένο μου βιβλίο που ήταν οι Μικρές κυρίες τότε. Έζησα με αυτούς τους ανθρώπους.
Αναλόγως με τα πνευματικά εφόδια που είχα από το σπίτι μου, θα μπορούσα να είχα γίνει κάτι πολύ πιο σπουδαίο….
Ξέρεις τι είναι να έρχεται στο σπίτι σου ο Μίκης και (κάπου υπάρχει αυτή η κόπια…) να έρχεται στο κέφι, να έχει πάρει και ένα μπουζουκάκι και να σατιρίζει τα λαϊκά τραγούδια που έπαιζαν τότε οι λαϊκές ταινίες;
Και πολλά δύσκολα βέβαια όπως η απώλεια του πατέρα μου στα δέκα μου χρόνια, η κάθειρξη της μητέρας μου για δέκα χρόνια. Όλα μαζί έκαναν την Έλενα.
Τι σας πληγώνει από τη σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα;
Με ρωτάτε μία μέρα και έτσι θα σας απαντήσω, και θα το κλείσω, που είναι 18 Οκτωβρίου του 2020, ένα παιδί δέκα τεσσάρων ετών με χειροπέδες είναι τέσσερις μέρες κλεισμένο σε μία φυλακή και λίγη ώρα πριν συναντηθούμε σήμερα το πρωί, η εισαγγελέας Αδαμαντία Οικονόμου ζήτησε αναστολή των ποινών για όλους τους Χρυσαυγίτες εκτός από τον Ρουπακιά. Αν αυτό δεν σας απαντάει…
Αυτό γίνεται μόνο σε μία μέρα, από το πρωί που σηκωθήκαμε και μέχρι τις δώδεκα το μεσημέρι.
Αυτό πρέπει να βάλουμε ένα χεράκι ολοι και να το αλλάξουμε. Και αν εγώ εντός ή εκτός εισαγωγικών στα γεράματα θέλω να βγω στους δρόμους και πιστεύω ότι κάτι μπορεί να αλλάξει εννοείται ότι θα το κάνω χωρίς να λογοδοτήσω σε κανέναν.