H ταν τέλη της δεκαετίας του ’90. Η Σβετλάνα αφήνει την παγωμένη Οδησσό για να έρθει στην ηλιόλουστη Ελλάδα. Το έψαξε και έμαθε από την κοινότητα Ουκρανών του Λουτρακίου ότι στην παραλιακή πόλη υπάρχει μέλλον για μια νέα κοπέλα που θέλει να φτιάξει τη ζωή της. Αλλωστε εκείνα τα χρόνια στις χώρες της πρώην Σοβιετικής Ενωσης τα πράγματα ήταν ταραγμένα και δύσκολα. Και τα κατάφερε: παντρεύτηκε έναν Μυκονιάτη επιχειρηματία, έκανε οικογένεια, βρήκε καλή δουλειά.
Ολα αυτά μέχρι πριν από έναν χρόνο, όταν λίγο μετά τα 40 η Σβετλάνα, που πλέον είχε βαφτιστεί Φωτεινή, έπρεπε να αλλάξει και πάλι σελίδα. Κι αυτό γιατί χώρισε με τον άνδρα της, έφυγε από τη Μύκονο όπου ζούσε τα τελευταία 20 χρόνια και επέστρεψε στη δεύτερη πατρίδα της, όπως αποκαλούσε το Λουτράκι. Εκεί γνώρισε το μοιραίο πρόσωπο της ζωής της.
Τον θηριώδη Αλβανό Νίκο, ο οποίος τυφλωμένος από ανεξέλεγκτο πάθος και έρωτα δεν δέχτηκε ποτέ ότι εκείνη τον απέρριψε και δεν τον ήθελε πια. «Ή εμένα ή κανέναν…» της είπε ο 45χρονος και το εννοούσε. Με ένα τσεκούρι, που δεν βρέθηκε ποτέ, το βράδυ του Σαββάτου 10 Οκτωβρίου την κατακρεούργησε.
Μαζί ο μακελάρης πήρε και τη ζωή του 42χρονου Ιωάννη Ζωνίτσα, του φαρμακοποιού που είχε γνωρίσει τη Φωτεινή μόλις πριν από δύο εβδομάδες και το περασμένο Σαββατοκύριακο ήταν το πρώτο που θα περνούσαν μαζί στο εξοχικό της στο Φλάμπουρο Κορινθίας. Τελικά αυτό έμελλε να είναι και το τελευταίο…
Η Ασφάλεια εξαπέλυσε ανθρωποκυνηγητό για να συλλάβει τον δολοφόνο με το τσεκούρι, τον πανύψηλο Αλβανό που είχε συχνά πάρε-δώσε με την Αστυνομία και το 2014 συνελήφθη -τελευταία φορά- για ληστεία, ενώ αποφυλακίστηκε το 2017 κάνοντας χρήση των τότε ευνοϊκών διατάξεων του νόμου.
Εκτοτε έμενε σε ένα διαμέρισμα στο Μοσχάτο και κάθε πρώτη του μήνα έδινε το «παρών» στο τοπικό Αστυνομικό Τμήμα. Εδώ και μία εβδομάδα, όμως, έχει εξαφανιστεί.
Οι αστυνομικοί έψαξαν παντού, όμως ο γιγαντόσωμος μακελάρης δεν υπάρχει πουθενά. Λες και άνοιξε η γη και τον κατάπιε. Ισως, λένε οι αστυνομικοί, στις 17 ώρες που μεσολάβησαν μέχρι να αποκαλυφθεί η διπλή δολοφονία ο 45χρονος να έφυγε για την Αλβανία…
Τα πρώτα χρόνια
Οσοι ήξεραν τη Σβετλάνα κάνουν λόγο για μια γυναίκα δυναμική, επίμονη, με όνειρα και επιχειρηματικές ικανότητες. Ποτέ δεν το έβαζε κάτω και έβρισκε πάντα τρόπο να ξεπερνά τις κακοτοπιές. Στο Λουτράκι έζησε τα πρώτα χρόνια της ενηλικίωσής της και τους τελευταίους μήνες της σύντομης ζωής της.
Πρόλαβε να κάνει πολλούς φίλους και από τον περασμένο Νοέμβριο να ξεδιπλώσει ένα δικό της project με την κατασκευή πολυτελών κατοικιών, κάτι που προφανώς διδάχθηκε από τον πρώην σύζυγό της και πατέρα της 20χρονης κόρης της, ο οποίος ασχολείται εδώ και χρόνια με τις κατασκευές. «Επέστρεψα στο Λουτράκι για να ζήσω ήρεμα», συνήθιζε να λέει στις παρέες της.
Aλλωστε αυτή η πόλη έλεγε για εκείνη πολλά. Είναι χαρακτηριστικό ότι στο Λουτράκι βαφτίστηκε -πριν από δύο και πλέον δεκαετίες- χριστιανή ορθόδοξη και εκεί ξεκίνησε τα πρώτα της επαγγελματικά βήματα ως μασέζ. Λίγο πριν από το Millennium γνώρισε τον Μυκονιάτη επιχειρηματία με τον οποίο ζούσαν μαζί μέχρι και τον περασμένο Οκτώβριο.
Ερωτεύτηκαν, παντρεύτηκαν κι έτσι η 22χρονη τότε Σβετλάνα (στα ελληνικά το όνομά της είναι Φωτεινή) έφυγε από το αγαπημένο της Λουτράκι για το Νησί των Ανέμων. Η κόρη της, φοιτήτρια πλέον στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, ήταν για την 43χρονη ό,τι πολυτιμότερο είχε στη ζωή της.
Στις αρχές του 2020 η Φωτεινή γνώρισε έναν άνδρα που έμελλε να γίνει ο δολοφόνος της. Η σχέση της με τον 45χρονο Νίκο από τις πρώτες κιόλας εβδομάδες ήταν θυελλώδης. Εντάσεις, καθημερινά επεισόδια μέχρι και κακοποίηση φαίνεται να υπέστη η Σβετλάνα από τον σύντροφό της.
Την ίδια εποχή -κι ενώ ελάχιστοι γνώριζαν όσα περνούσε με τον Νίκο- η 43χρονη προχωρούσε τα επιχειρηματικά της σχέδια: αγόρασε ένα οικόπεδο και ξεκίνησε την ανέγερση δύο πολυτελών μεζονετών στη θέση Λίμνη Βουλιαγμένης στο Λουτράκι. Το εξοχικό στο Φλάμπουρο το νοίκιασε από την οικογένεια του πωλητή του οικοπέδου. Στις αρχές του καλοκαιριού το είχε επισκεφθεί μάλιστα μαζί με τον 45χρονο Αλβανό.
Ο φαρμακοποιός και η τελευταία νύχτα
Στο διαμέρισμα της οδού Μεγάλου Αλεξάνδρου στο Λουτράκι η 43χρονη ζούσε μόνη της. Ο πρώην άνδρας της παρέμεινε στη Μύκονο, ενώ η κόρη της σπουδάζει στην Αθήνα. Οι τελευταίες εβδομάδες ήταν ιδιαίτερα έντονες. Πιστεύοντας ότι έχει απαλλαγεί οριστικά από τον 45χρονο Αλβανό, προσπαθούσε να ηρεμήσει και να δει τι θα κάνει στο μέλλον – κυρίως σε προσωπικό επίπεδο.
Στα τέλη Σεπτεμβρίου ήρθε κοντά με τον Ιωάννη Ζωνίτσα, τον γοητευτικό φαρμακοποιό που διατηρεί φαρμακείο απέναντι από το σπίτι της. Ο 42χρονος επιστήμονας με καταγωγή από τις Λίμνες Αργολίδας άφησε τη δεκαετία της οικονομικής κρίσης το Μαρούσι και τις σπουδές στην πρωτεύουσα και έκανε τα πρώτα επαγγελματικά του βήματα στο Λουτράκι. Εκεί η καθημερινότητά του περιελάμβανε πολλές ώρες δουλειάς στο φαρμακείο, εξόδους με φίλους και ταξίδια.
Ο Ιωάννης και η Φωτεινή μιλούν καθημερινά, κάνουν στενή παρέα και αποφασίζουν να πάνε το περασμένο Σαββατοκύριακο ένα ταξίδι, το πρώτο τους ως ζευγάρι. Κανείς άλλωστε δεν γνώριζε τη σχέση τους. Την τελευταία στιγμή, όμως, αλλάζουν γνώμη και η 43χρονη Ουκρανή καλεί στο εξοχικό της τον φαρμακοποιό. Η ίδια πηγαίνει νωρίτερα στο παραθαλάσσιο σπίτι για να ετοιμάσει το δείπνο. Λίγο πριν πέσει το σκοτάδι φτάνει με αυτοκίνητό του και ο Ιωάννης.
Οι δυο τους ανοίγουν ένα μπουκάλι κρασί για να απολαύσουν το φθινοπωρινό βράδυ. Λίγο πριν από τις 11 αφήνουν τη βεράντα και μπαίνουν στο σαλόνι, όπου περνούν σε πιο προσωπικές στιγμές…
Τότε φτάνει στο εξοχικό και ο Νίκο. Οι αστυνομικοί δεν έχουν καταλήξει ακόμα πού άφησε το αυτοκίνητό του. Το σίγουρο είναι ότι εκτός από το υβριδικό Τοyοta της Φωτεινής βλέπει στο πάρκινγκ κι ένα σκούρο VW Golf.
Το αυτοκίνητο δηλαδή του φαρμακοποιού. Τα πρώτα στοιχεία δείχνουν ότι ο δολοφόνος πήγε στο εξοχικό της πρώην φίλης του για να μιλήσουν.
Ηθελε να την πιέσει για επανασύνδεση, αγνοώντας ότι η 43χρονη εδώ και καιρό είχε πάρει τις αποφάσεις της και του τις είχε ανακοινώσει. Αθόρυβα και πιθανότατα έχοντας στα χέρια του δεύτερα κλειδιά από τον καιρό που επισκεπτόταν το σπίτι με τη σύντροφό του, ανοίγει την εξώπορτα και γλιστράει στο εσωτερικό.
Φτάνοντας στο υπνοδωμάτιο αντικρίζει τη Φωτεινή γυμνή με τον φαρμακοποιό. Οπως συμπεραίνουν οι profilers του Ανθρωποκτονιών από τη σκηνή του εγκλήματος, αστραπιαία, ο ύψους 1,92 Αλβανός πηγαίνει στην κουζίνα, αρπάζει ένα τσεκούρι ή έναν μπαλτά και επιστρέφει στην κρεβατοκάμαρα. Πρώτα χτυπάει στο κεφάλι τη γυναίκα δύο φορές και στη συνέχεια τον Ιωάννη.
Οι αστυνομικοί είναι βέβαιοι ότι ήθελε να σκοτώσει γιατί όλες οι τσεκουριές ήταν στο κεφάλι ενώ αμυντικά τραύματα δεν υπάρχουν κι αυτό ερμηνεύεται στην Εγκληματολογία ως ένδειξη που έχει να κάνει με το αντικείμενο του εγκλήματος. Με απλά λόγια, σε επίθεση με μαχαίρι το θύμα ενστικτωδώς βάζει τα χέρια του μπροστά για να καλυφθεί ή επιχειρεί να αφοπλίσει τον δράστη.
Σε περίπτωση, όμως, που πρόκειται για τσεκούρι ή μπαλτά η αντίστοιχη κίνηση δεν γίνεται, καθώς οποιαδήποτε απόπειρα αφοπλισμού είναι μάταιη μια και οδηγεί σε βέβαιο ακρωτηριασμό.
Οι έρευνες του Ανθρωποκτονιών
Ο θηριώδης δολοφόνος με το τσεκούρι παίρνει μαζί του το όπλο του εγκλήματος, τα κινητά τηλέφωνα των δύο θυμάτων, κλειδώνει το σπίτι, βάζει λουκέτο στην εξώπορτα και στη συνέχεια επιβιβάζεται στο υβριδικό Toyota και εξαφανίζεται. Λίγα χιλιόμετρα πιο κάτω σε ένα απόμερο σημείο βγάζει τα ματωμένα ρούχα, πετάει τα κινητά και πυρπολεί το αυτοκίνητο.
Οι δείκτες του ρολογιού δείχνουν μισή ώρα πριν από τα μεσάνυχτα του Σαββάτου όταν εξαφανίζεται από το σημείο. Οι αστυνομικοί γνωρίζουν την ώρα γιατί είναι η στιγμή που τα δύο κινητά σταματούν να εκπέμπουν σήμα.
Από το σημείο απομακρύνεται με αυτοκίνητο και σβήνει τα ίχνη του με πιθανότερο προορισμό την πατρίδα του. Αλλωστε, το διπλό έγκλημα αποκαλύπτεται 17 ώρες μετά, όταν οι αστυνομικοί ενημερώνονται από έναν ερασιτέχνη ψαρά για τη φωτιά στο αυτοκίνητο. Από τον αριθμό κυκλοφορίας βρίσκουν την ιδιοκτήτρια, έπρεπε όμως να φτάσουμε στο απόγευμα της Κυριακής μέχρι οι γείτονες να δουν το αίμα να ρέει από την πόρτα της εξοχικής κατοικίας και να ειδοποιήσουν την Αστυνομία.
Ο Αλβανός με το σκοτεινό παρελθόν και το αβέβαιο μέλλον αποτελεί τον βασικό ύποπτο μέχρι οι αξιωματικοί του Ανθρωποκτονιών να αποδείξουν την ενοχή του. Ουσιαστικά πρόκειται για έναν άνθρωπο με χρόνια παραβατική συμπεριφορά, χαμηλές ηθικές αντιστάσεις, που δεν έχει αναστολές να σκοτώσει.
Η κινητοποίηση της Ασφάλειας είναι μεγάλη: άρση τηλεφωνικού απορρήτου, έφοδοι στο σπίτι του και τα σημεία όπου σύχναζε, «φιλικές» συζητήσεις με ανθρώπους που είχε επαφές. Ωστόσο, όπως φαίνεται, ο χρόνος που χάθηκε μέχρι την αποκάλυψη της διπλής δολοφονίας ήταν σύμμαχός του.
Και το σενάριο που εξετάζεται σε ό,τι έχει να κάνει με τη διαδρομή του είναι το πλέον απαισιόδοξο: να έφυγε από το Λουτράκι, να έφτασε μέσω Κορίνθου, Πατρών και Αγρινίου στην Ηπειρο και στη συνέχεια μέσα από μονοπάτια -μια και δεν υπάρχει επίσημη καταγραφή από τους συνοριακούς σταθμούς με τα στοιχεία του- να μπήκε ή να προσπαθεί ακόμα να περάσει στην Αλβανία.